United States or Switzerland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Φέρ' το εδώ' Φέρ το εδώ! ανέκραξεν εκείνος, μόλις ακούσας το όνομα της αγαπητής του, και σχεδόν επνίγετο, ενώ κατέπινε τεμάχιον κρέατος. Αλλ' η Ελένη είχεν ήδη σχίσει το χάρτινον περικάλυμμα και εκράτει εις χείρας της γυμνήν και ολόσωμον . . . την Μ α τθ ί λ δ η ν! αυτήν εκείνην, ήτις είχε την πρωίαν αναληφθή από του κοιτώνος της. — Μπα! ανεφώνησε κατάπληκτος η νεάνις. Η Ματθίλδη!

Οι προεστώτες, οι διδάσκαλοι, και ο ιερεύς συνήλθον μετά τον θάνατον του Γεροστάθου εις την οικίαν αυτού, διά να εξετάσωσιν αν αφήκε διαθήκην, και συγχρόνως διά να εξασφαλίσωσιν όλα τα της οικίας του. Και κατά πρώτον ήνοιξαν το συρτάριον της τραπέζης, επί της οποίας συνήθως έγραφε. Μεταξύ δε διαφόρων εγγράφων, τα οποία εντός αυτού υπήρχον, εύρον περικάλυμμα, φέρον την επιγραφήν « Η διαθήκη μου. »

Ο Μιμίκος δεν εννόει να ταραχθή. Συνησθάνετο πόσην σπουδαιότητα είχε δι' αυτόν την στιγμήν εκείνην η οικιακή ειρήνη, και ήρχισε να τρώγη μετά πολλής ορέξεως, ότε εισήλθεν η υπηρέτρια και παρέθηκεν εις την τράπεζαν εκ μιας μεν χειρός πινάκιον περιέχον τυρόν εξ άλλης δε βιβλίον τυλιγμένον εις κυανούν χάρτινον περικάλυμμα. — Τώρα το έφερε ένας άνθρωπος, είπε.

Ο ιερεύς, ανοίξας το περικάλυμμα, ανέγνωσε μεγαλοφώνως το εν αυτώ έγγραφον, το οποίον πραγματικώς ήτο η ιδιόχειρος διαθήκη του γέροντος. Της διαθήκης ταύτης ούτε το πρωτότυπον διεσώθη, ούτε αντίγραφον αυτής ελήφθη ποτέ· ώστε μη δυνάμενος να καταχωρήσω αυτήν ενταύθα, θέλω αναφέρει όσας εκ των διατάξεών της διετήρησεν η μνήμη μου.

Τούτους δε τους φόρους θησαυρίζει ο βασιλεύς κατά τον ακόλουθον τρόπον· τήκων τα μέταλλα, τα χύνει εις πηλίνους πίθους, αφού δε πληρωθή το αγγείον, θραύει το περικάλυμμα, και όταν λάβη ανάγκην χρημάτων κόπτει τόσον νόμισμα όσον χρειάζεται εκάστοτε.

— Α! εφώνησε φαιδρά η αδελφή του Μιμίκου, μόλις ιδούσα την επιγραφήν. Το γράψιμον της Μαριγούλας! Και ανέγνω ταχέως: Προς τον Κ. Δ η μ ή τ ρ ι ο ν Ξ υ δ ά κ η ν. — Τι να σου στέλλη άρα γε, Μιμίκο; ηρώτησεν αφελώς η Ελένη, και εστράφη μειδιώσα προς τον αδελφόν της, ενώ περίεργος η χειρ της ητοιμάζετο να σχίση το κυανούν περικάλυμμα.