United States or Haiti ? Vote for the TOP Country of the Week !


Βέβαια, όποιος είναι ασθενής, θα εξετάση όλους τους ιατρούς, και με μεγίστην ανοχήν θα δεχθή τας αυστηροτάτας διαίτας και τα πικρότατα φάρμακα διά ν' απολαύση την ποθητήν του υγείαν. Παρετήρησα ότι ο έντιμος γέρων ετέντωσε τα αυτιά του διά να λάβη μέρος εις την συζήτησιν μας· ύψωσα την φωνήν, στρέψας τον λόγον προς αυτόν.

Εν τούτοις, άμα επιστρέψας εις το ατμόπλοιον, εν μέσω της επικρατούσης εισέτι κινήσεως και συγχύσεως, παρετήρησα εις την ησυχωτέραν άκραν της πρύμνης καθημένους τρεις, — δύο γυναίκας και ένα άνδρα, — οίτινες εφαίνοντο καταλαβόντες προ ώρας ικανής την γωνίαν εκείνην του καταστρώματος.

Και ακριβώς τότε παρετήρησα εγώ, ότι συ αποχώρισες έν μέρος, και το υπόλοιπον το εθεώρησες πάλιν ως έν γένος ολόκληρον, διότι ημπόρεσες να δώσης εις όλα έν κοινόν όνομα και να τα ονομάσης κυρίως ζώα. Νέος Σωκράτης. Και αυτό είναι αληθές. Ξένος.

Δεν πρέπει λοιπόν να νομίζης ότι κατ' ανάγκην ό,τι δεν είνε ωραίον, είνε άσχημον, και ό,τι μη αγαθόν, κακόν. Έτσι και διά τον Έρωτα, αφού συμφωνείς ότι δεν είνε ούτε αγαθός ούτε ωραίος, δεν πρέπει διά τούτο να νομίζης αυτόν άσχημον και κακόν, αλλά κάτι μεταξύ των δύο τούτων. — Εν τούτοις, παρετήρησα εγώ, όλοι συμφωνούν ότι είνε μέγας θεός.

Εκύτταζα τριγύρω, αχ! και ο καιρός, που η καρδιά μου ήτο μόνη, ξαναέζησε τώρα μπροστά μου. — Αγαπητή βρύση, είπα, από τότε δεν αναπαύθηκα πλέον εις τη δροσιά σου, γλήγορα επερνούσα και κάποτε μήτε σε εκύτταζα. — Παρετήρησα κάτω, και είδα ότι η Αμαλίτσα πολύ προσεκτικά έπαιρνε με ένα ποτήρι νερό. — Εκύτταξα την Καρολίναν, αισθάνθηκα τι ήταν αυτή για μένα.

Απ' εναντίας τα ονόματα των δημίων της Ελλάδος παρετήρησα ότι αφομοιούνται πληρέστατα και συγχωνεύονται μετά της δημοτικής ποιήσεως, είτε διότι ο χρόνος και η επιμιξία συνέτειναν εις τούτο, είτε διότι αι αντιθέσεις και οι ανταγωνισμοί υποκρύπτουσιν ανεπαίσθητα και αδιόρατα σημεία επαφής συντελούντα προς διάπλασιν των καλλιτεχνικών έργων.

Διότι και εγώ επάνω κάτω έλεγα προς αυτήν όσα τόρα και ο Αγάθων προς εμέ, ότι δηλαδή ο Έρως είνε μέγας θεός και ότι είνε του ωραίου έρως· εκείνη δε με ήλεγχε διά των αυτών επιχειρημάτων με τα οποία κ' εγώ τούτον, αποδεικνύουσα ότι κατά τα λεγόμενά μου ο Έρως δεν ημπορεί να είνε ούτε ωραίος ούτε αγαθός. Και εγώ: — Τι θέλεις να ειπής, Διοτίμα; παρετήρησα. Ο Έρως λοιπόν είνε άσχημος και κακός;

Πώς εσύ μπορείς να κοιμηθής ήσυχος; Η κραυγή των απεράντων αγωνιών με εμποδίζει ν' αναπαυθώ. Είναι πολύ, δεν ημπορώ να υποφέρω αυτήν την θέαν. Σήκω! Έλα μαζί μου εις την νύκτα έξω και άφησέ με να σου αποκαλύψω τους τάφους. Δεν είναι αυτό ένα δυσάρεστον θέαμα; Ιδέ! Παρετήρησα.

Ήμουν ιατρός του και προ του θανάτου και μετά την ανάστασίν του. Και πώς, παρετήρησα εγώ, εις διάστημα είκοσι ημερών δεν εσάπισε το σώμα του ή πώς δεν απέθανεν από την πείναν; ή μήπως εθεράπευσες κάποιον νέον Επιμενίδην;

Επί παραδείγματι το παρκέττο δεν είχε τάπητας, τα παράθυρα δεν είχον παραπετάσματα, τα εξώφυλλα ήσαν ερμητικώς κλεισμένα διά σιδηρών ράβδων, όπως τα των εμπορικών καταστημάτων. Παρετήρησα ότι η τραπεζαρία απετέλει μόνη της άλλοτε την μίαν πτέρυγα της επαύλεως και τούτο διότι αι τρεις πλευραί του παραλληλογράμμου εστερούντο παραθύρων, μόνον δε επί της τετάρτης πλευράς ευρίσκετο η θύρα.