Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 3 Μαΐου 2025


Και την μεν υπό τον Σκώπασιν μοίραν μετά των Σαυροματών πέμπουσι προς τους Ίωνας τους φυλάσσοντας την γέφυραν του Ίστρου διά να έλθη εις ομιλίαν με αυτούς, οι δε υπολειπόμενοι του στρατού απεφάσισαν να μη πλανώσι πλέον τους Πέρσας, αλλά να επιπίπτωσι κατ' αυτών οσάκις εκάθηντο διά να φάγωσιν. Όταν λοιπόν έβλεπον τους στρατιώτας του Δαρείου καθημένους διά να φάγωσιν, έπραττον τα αποφασισθέντα.

Εις μίαν στιγμήν έμεινε καθήμενος, με τας χείρας στηριγμένας επί της κιθάρας και με την κεφαλήν σκυμμένην, έπειτα ηγέρθη αποτόμως και είπε: — Εκουράσθην και έχω ανάγκην αέρος. Ας χορδίσουν την κιθάραν. Και ετύλιξε τον λαιμόν του με μεταξωτόν μανδήλιον. — Έλθετε μετ' εμού, είπε στραφείς προς τον Πετρώνιον και τον Βινίκιον, καθημένους εις τινα γωνίαν της αιθούσης.

Ευθύς ως ήκουσε την ανακοίνωσιν του Μανώλη, ο κυρ-Ανδρέας έσυρε το ωρολόγιόν εκ της μικράς τσέπης του περιστηθίου του, και κρατών αυτό εις την παλάμην, επανήλθεν εις τους συναδέλφους του καθημένους περί την τράπεζαν, με τον κυρ-Αγγελήν τον Μαλλίνην εν τω μέσω, όστις με την πένναν εις την χείρα, εσημείωνεν έν όνομα εκλογέως κάθε τέταρτον της ώρας, και εν τω μεταξύ εφλυάρει κ' εκάπνιζεν ογκωδέστατα τσιγάρα, τα οποία ελάμβανεν αυτοδικαίως από τους αντιπροσώπους και αναπληρωτάς των υποψηφίων.

Θάπτουσι δε τους αποθνήσκοντας οι νομάδες ως και οι Έλληνες, πλην των Νασαμώνων· ούτοι τους θάπτουσι καθημένους, προσέχοντες, όταν φεύγη η ψυχή, να τους καθίζωσι διά να μη αποθνήσκωσιν ύπτιοι. Τα οικήματά των είναι κατεσκευασμένα από κλάδους ασφοδέλου πεπλεγμένους με σχοίνους, και είναι κινητά. Ταύτα τα έθιμα μεταχειρίζονται ούτοι.

Ζητούντες, ούτως ειπείν, άλλα νεώτερα από όσα είνε συνηθισμένα και με τα οποία κυβερνώμεθα, ουδέ περί των παρόντων κρίνετε ορθώς. Τέλος παρασυρόμενοι υπό της τέρψεως της ακοής ομοιάζετε μάλλον με καθημένους ακροατάς σοφιστών παρά με πολίτας σκεπτομένους περί των συμφερόντων της πόλεως.

Ήτα πεντηκοντούτης περίπου, κατ' εκείνην δε την περίοδον της ζωής μου εθεώρουν τους πεντηκοντούτεις ως γέροντας· αλλ' η ευθυμία του δεν επέβαλεν όσον σέβας προϋπέθετεν η μεταξύ μας διαφορά ηλικίας. Απ' εναντίας είχομεν γίνει εντός ολίγου φίλοι, ως συνομήλικοι. Ο ιατρός εκάθισε πλησίον μου προς εξακολούθησιν της συνδιαλέξεως και είδε τότε κατά πρώτον τους αντικρύ μου καθημένους ξένους.

Και όταν είδε τα όψα παρακάτω καθαρά και ευωδιάζοντα, την πρωίαν εκείνην, εις τα παντοπωλεία, και όταν είδε τας σταφυλάς της Αττικής δροσολουσμένας, εντός των καλάθων, ως ραντισμένας με τρίμματα κρυστάλλων, και όταν είδεν εν τη πλατεία της Ομονοίας φοίνικας και κυπαρίσσους μετά ένα υετόν αίφνης τόσον χλοερά ανακύψαντα, ως από τάφον αναστάντα, και τους ανθρώπους καθαρούς ως λουσθέντας και αυτούς από του νυχτίου όμβρου, περιπατούντας ή καθημένους επί των λαμποκοπούντων προθύρων των καφενείων, ενώ καθαρίως ενδεδυμένοι χωρικοί των Μεσογείων, φαιδροί και υπάδοντες σχεδόν, ως εν αρχαίω κώμω, ωδήγουν τα αμάξια του γλεύκους, διά κλώνων αγρίας πεύκης εστεφανωμέναδεν ηδυνήθη τότε να κρατήση τον θαυμασμόν της η Θωμαή, η χωρική, προς την μονογενή της Ελλάδος πόλιν, ήτις μοσχοβολούσα από την καθαριότητα, ανεπαύετο — η πεντελησία νύμφητην ευδίαν εκείνην ημέραν, υπό στερέωμα κυανούν, στεφανωμένη γύρω με καταγάλανα βουνά.

Όταν έφθασα εις την αγοράν εύρον πολλά εργαστήρια ανοικτά, εις τα οποία είδα ανθρώπους, τινάς μεν καθημένους, τινάς δε ορθούς, άλλους δε πάλιν εις σχήμα να δουλεύουν και εν κοντολογία ευρίσκοντο εις τοιαύτην θέσιν, καθώς απαιτεί το επάγγελμα του καθενός να εργάζηται· τα εργαστήρια όμως ήσαν γεμάτα από πραγματείας και θησαυρούς.

13. »Φοβούμαι τους ανθρώπους, οι οποίοι προσεκλήθησαν επί τούτω, βλέπων αυτούς καθημένους περί εκείνον τον άνδρα, και αντιπροσκαλώ τους πρεσβυτέρους, όσοι κάθηνται μεταξύ αυτών, να μη συσταλούν να δώσουν ψήφον κατά του πολέμου· μήτε να επιθυμήσουν μάταια, ως αυτοί οι άλλοι, απόντα πράγματα· ας σκεφθούν ότι ολίγιστα επιτυγχάνονται διά της επιθυμίας, πλείστα δε διά της προνοίας.

Έπειτα το κόσμιον και χρηστόν του ήθους απήλαυνε πάσαν κακήν υπόνοιαν. Μετά τινας ημέρας ο ξένος απέκτησε πολλήν οικειότητα εν τω χαλκείω. Αι προς τον Πρωτόγυφτον συνδιαλέξεις του καθίσταντο διεξοδικαί και δεν εγίνοντο παρουσία άλλων. Περί την δύσιν του ηλίου έβλεπε τις τους δύο τούτους ανθρώπους καθημένους υπό βράχον τινά υψηλόν, αρκετά μακράν της καλύβης, και συνδιαλεγομένους εμπιστευτικώς.

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν