United States or Vatican City ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έπειτα είχε να συγκομίση τους καρπούς, να εκθλίψη τα έλαια, να πατήση τας σταφυλάς. «Καιρός του φυτεύσαι και καιρός του εκτίλλαι». Εδανείζετο λοιπόν κ' επλήρωνε. Έλεγε: «παίρνοντας και δίνοντας». Συνήθειαν δεν είχε να λογαριάζεται ποτέ, αν και έδιδεν εις τους τόκους ό,τι του επερίσσευεν.

Εντός της ερήμου αμπέλου, εντός της ασκάφου κλάρας, η γρηά-Κυρατσού τώρα, η μήτηρ της Θωμαής, ως κορώνη περιεφέρετο, μαύρη και κρώζουσα: — Θωμαή μου! Θωμαή μου! Ο φράκτης της αμπέλου, πυκνότατος από τρικοκκιαίς, είχε διασπασθή, ενώ κ' εκεί, υπό των παιδιών, τα οποία ως θώες εισέδυον, να κλέψωσι τας υδαρείς της κλάρας σταφυλάς.

Καθώς δε οι γέροντες αγωνισταί χαίρουσι διηγούμενοι μετά το δείπνον τας μάχας και τα τρόπαια των, ούτω ήρχισαν κακείνοι ν' ανυμνώσι τα θαύματα και τας αθλήσεις των· ο μεν ότι φιλευθείς υπό πτωχού ανθρώπου, μη έχοντος άλλο τι να προσφέρη αυτώ πλην μόνον ολίγην φακήν, έσπειρεν εις τα γένεια του ξενίζοντας κόκκον σίτου, ο οποίος τοσούτον επολλαπλασιάσθη, ώστε ο καλός εκείνος άνθρωπος σείων την γενειάδα του εγέμισε πεντήκοντα σάκκους σίτου· ο δε διηγήθη ότι κατά διαταγήν του Ηγουμένου εφύτευσεν εις τον κήπον της Μονής την ποιμαντικήν αυτού ράβδον, ήτις ποτιζομένη καθ’ ημέραν δι' ύδατος και δακρύων μετά τρεις χρόνους εβλάστησε και έδωκε τόσω πολλούς και παντοίους καρπούς, μήλα, ροδάκινα, κεράσια, σύκα και σταφυλάς, ώστε εξ αυτών εχορτάσθησαν όλοι οι αδελφοί του· ο δε όσιος Νίκων ιστόρησεν, ότι τρωθείς την καρδίαν υπό πόθου να ίδη την ένδοξον ωραιότητά της Παναγίας ενήστευε και προσηύχετο νυχθημερόν, μέχρις ου ευσπλαγχνιθείσα αυτόν η ελεήμων Παντάνασσα ενεφανίσθη ενώπιον του με τοσαύτην ωραιότητα και λάμψιν, ώστε θαμβωθείς έμεινε μονόφθαλμος, ήθελε δε μείνει και τυφλός, αν δεν επρόφθανεν εγκαίρως να κλείση τον ένα οφθαλμόν.

Αλλά και επί των κεφαλών των αντί κόμης είχον έλικας κλημάτων και φύλλα και σταφυλάς. Όταν επλησιάσαμεν, μας εχαιρέτων και μας εδεξιούντο• και άλλαι μεν ωμίλουν την Λυδικήν, άλλαι δε την Ινδικήν και αι περισσότεραι την Ελληνικήν γλώσσαν. Μάς έδιδον και φιλήματα, όσοι δ' εφιλούντο ευθύς εμέθυον και εγίνοντο έξω φρενών.

Η γόνιμος, η χλοερά, η καλλίβοτρυς άμπελος, την οποίαν εζήλευον όλοι οι διαβάται, ήδη ακλάδευτος, άσκαφος, χορταριασμένη, ήπλωνε τα κλήματά της, έρποντα επί της χέρσου, ως πλατυφύλλους κισσούς, με σταφυλάς πολλάς μεν πλην ανόστους και υδαρείς, έρμαιον των πτηνών και των μυών, υπό τας πυκνάς των αγριολαχάνων λόχμας, υφ' ας ως όφεις ετανύοντο αι μακραί και λεπταί κληματίδες.

Από τον κορμόν αυτών, ο οποίος ήτο παχύς και δυνατός, εξήρχοντο γυναίκες καθ' όλα τέλειαι μέχρι των λαγόνων. Τοιουτοτρόπως ζωγραφίζουν εις την πατρίδα μας την Δάφνην, όπως μετεμορφώθη εις δένδρον διά ν' αποφύγη τον Απόλλωνα, καθ' ην στιγμήν ούτος επεχείρει να την συλλάβη εις την αγκάλην του. Από δε τα άκρα των δακτύλων των εφύοντο οι κλάδοι φορτωμένοι σταφυλάς.