United States or Macao ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ολίγαι υπήρξαν ημέραι της επιγείου ζωής Του αίτινες να διήλθον διά τοσαύτης δοκιμασίας και εξάψεως, όσης εκείνη ην θα περιγράψωμεν νυν. Ο Ιησούς προσηύχετο κατά μόνας, πιθανώς περί όρθρον, εν μια των πόλεων της Γαλιλαίας.

Όσοι χριστιανοί είχον διαφύγει τον διωγμόν ήσαν εκεί συνηγμένοι και προσηύχοντο κραυγάζοντες: «Κύριε, ελέησον ημάς!» Ο Πέτρος είχε γονυπετήσει μεταξύ αυτών υπό τινα σταυρόν καρφωμένον εις τον τοίχον. Προσηύχετο. Ο Βινίκιος διέκρινε μακρόθεν την λευκήν κόμην του και τας ανατεταμένας χείρας του.

Κατόπιν ο Μαναή την παρουσίασεν εις τον Αντίπαν. Δυο δάκρυα εκυλίσθησαν επί των παρειών του Τετράρχου. Αι λαμπάδες εσβέσθησαν. Οι συμπόται απήλθον, μόνος ο Αντίπας εντός της κενής αιθούσης με τας χείρας εις τους κροτάφους εξηκολούθει να ατενίζη την αιμόφυρτον κεφαλήν, ενώ ο Φανουήλ όρθιος εις το μέσον της μεγάλης αψίδος με τους βραχίονας υψωμένους προσηύχετο.

Η νεάνις μετ' ολίγον, τακτοποιήσασα πάντα, ήναψε τας κανδήλας, η γραία έρριψε θυμίαμα επί του προχείρου εκείνου θυμιατού, ήναψε τα κηρία οπού έφερε μαζί της, και προσηύχετο ενώπιον της εικόνος του Χριστού, παραπονουμένη μετά δειλίας πενθίμου: — Για πέντε συχνάτσες!

Ο Λαλεμήτρος έκθαμβος από την άρρητον χαράν της επανόδου του, κρατών εις χείρας ακόμη το αντίδωρον μετ' ευλαβείας αρχαίου νεοφωτίστου, με τα μαύρα τσόχινα ρούχα του, το κάτασπρον υποκάμισόν του, και με την χρυσήν καδένα του, αλλά με υπόλευκον πλέον την κόμην, προσηύχετο ακόμη εκεί τας τελευταίας προς τον άγιον ευχάς του.

Αλλ' όταν ήκουσε τας φωνάς: «Προ Κρίστοόταν είδε την βάσανον απειραρίθμων θυμάτων, άτινα θνήσκοντα ωμολόγουν την πίστιν και εδόξαζον τον Θεόν, κατενόησεν ότι ήτο αμάρτημα και να ζητή τις χάριν! Εν τοσούτω παρεκάλει ακόμη, προσηύχετο με τα χείλη στεγνά: »Χριστέ! Χριστέ! λυπήσου την και ο Απόστολός σου δέεται δι' εκείνην! » Έπειτα έχασε τας αισθήσεις του και ελησμόνησε πού ευρίσκετο.

Ότε έφθασεν εις την θύραν, εστάθη. Ο ιερεύς έλεγέ τι ταπεινή τη φωνή. Μόλις ηδύνατο ν' ακούση ο γέρων. Έκυψε την κεφαλήν εντός της καλύβης. Του λεπρού η κεφαλή δεν εφαίνετο. Την απέκρυπτον τα νώτα του ιερέως, όστις γονατιστός επί του εδάφους κλίνων τον αυχένα προς τον λεπρόν, προσηύχετο.

Καθ' οδόν συνήντησα πολλούς, οίτινες μετέβαινον να ίδουν και αυτοί την ολοκαύτωσιν, διότι ενόμιζον ότι θα τον προφθάσουν ζωντανόν. Πράγματι δε την προηγουμένην ημέραν είχε διαδοθή, ότι, αφού θα προσηύχετο προς τον ανατέλλοντα ήλιονόπως, λέγεται, κάμνουν οι Βραχμάνεςθα ερρίπτετο εις την πυράν.

Εκεί λοιπόν ο Σωτήρ ήρχισε να προσεύχεται, και καθώς προσηύχετο, μετηρσιώθη από των μόχθων και της αθλιότητος του κόσμου, όστις Τον είχεν απορρίψει. «Μεταμορφώθη έμπροσθεν αυτών, και έλαμψε το πρόσωπον Αυτού ως ο ήλιος, τα δε ιμάτια Αυτού εγένετο λευκά ως το φως». Περιεβλήθη άφνω τοσαύτην αίγλην υπερφυούς δόξης και λαμπρότητος, ώστε το φως, η χιών, η αστραπή είνε τα μόνα πράγματα προς ά οι Ευαγγελισταί δύνανται να παραβάλωσι την ουράνιον εκείνην λάμψιν.

Υπάρχουν στιγμαί καθ' ας η θεία χάρις κινεί βαθύτερον την καρδίαν μας. Εις τοιαύτην δε στιγμήν πρέπει να ευρέθη ο άδολος Ισραηλίτης καθώς εκάθητο κ' εμελέτα και προσηύχετο εν σιωπή υπό την συκήν. Και την χορδήν ταύτην, την μόνον εις καρδιογνώστην ορατήν, έθιξεν ο Κύριος.