United States or Nigeria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ωσάν να είναι και αλήθεια, έλεγε μονολογών, αφού εδίπλωσε τον επενδύτην του, και περιεβλήθη τον παλαιόν κοιτωνίτην του, ενώ περιέδεε την κεφαλήν με μεταξωτόν μανδήλιον, αντί σκούφου, καθώς συνήθιζε τακτικώς καθ' εκάστην εσπέραν. — Ωσάν να είναι και αλήθεια!

Ο Λαλεμήτρος έμεινεν άναυδος προς την νέαν αυτήν εξομολόγησιν της συζύγου του από της συγκινήσεως. Την στιγμήν αυτήν η χρυσή καδένα του Λαλεμήτρου εφάνη εις την Θωμαήν ότι με ουράνιον αίγλην περιεβλήθη.

Δεν λέγω τούτο διά την μεγίστην υλικήν βοήθειαν, την οποίαν τα ελληνικά πλοία παρέσχον εις το έθνος, ούτε διά τα λαμπρά κατορθώματα, δια των οποίων περιεβλήθη νέον στέφανον αμαράντου δόξης το ελληνικόν όνομα. Όχι• ταύτα τα είδομεν και τα ενοήσαμεν κατόπιν.

Οι δε Μήδοι έπραξαν όσα εζήτησε· τω έκτισαν ανάκτορον μέγα και ισχυρόν εις το μέρος της χώρας όπερ εφαίνετο εις αυτόν κατάλληλον, και τω επέτρεψαν να εκλέξη από όλους τους Μήδους και να συγκροτήση σώμα δορυφόρων. Αφού δε εκείνος περιεβλήθη με απόλυτον εξουσίαν, ηνάγκασε τους Μήδους να κτίσωσι μίαν πόλιν, και εις ταύτην προσκολλώμενοι να φροντίζωσιν ολιγώτερον διά τας άλλας.

Εκεί λοιπόν ο Σωτήρ ήρχισε να προσεύχεται, και καθώς προσηύχετο, μετηρσιώθη από των μόχθων και της αθλιότητος του κόσμου, όστις Τον είχεν απορρίψει. «Μεταμορφώθη έμπροσθεν αυτών, και έλαμψε το πρόσωπον Αυτού ως ο ήλιος, τα δε ιμάτια Αυτού εγένετο λευκά ως το φως». Περιεβλήθη άφνω τοσαύτην αίγλην υπερφυούς δόξης και λαμπρότητος, ώστε το φως, η χιών, η αστραπή είνε τα μόνα πράγματα προς ά οι Ευαγγελισταί δύνανται να παραβάλωσι την ουράνιον εκείνην λάμψιν.

Μόλις ακούεται η φωνή του. Έλαμψαν τα σβυσμένα του 'μάτια, όταν ήκουσε ότι είσαι εδώ. Έλα, παππά, έλα να τον μεταλάβης. Ο ιερεύς επέστρεψε προς την είσοδον, περιεβλήθη το περιτραχήλιον, έλαβεν ευλαβώς εις χείρας τα άγια και επορεύθη προς την καλύβην. Η ωχρότης του μόνη εμαρτύρει την ταραχήν του. Το βήμα του ήτο στερεόν, αι χείρες του δεν έτρεμον καθώς πριν, δεν εδίσταζε πλέον.

Ανέκδοτα της νηπιακής ηλικίας, επεισόδια του παιδικού βίου, είνε σπάνιον φαινόμενον εις την αρχαίαν φιλολογίαν. Μόνον από του Χριστιανισμού και εντεύθεν η παιδική ηλικία περιεβλήθη την αίγλην μυθιστορήματος. Η ακριβής τάξις των γεγονότων, τα οποία διεδραματίσθησαν προ της επανόδου εις Ναζαρέτ, μόνον κατά συμπερασμόν δύναται να υπολογισθή.

Ούτε ο νεανίσκος αυτός, όστις θέλει δήθεν να σατυρίση τους γυναικείους συρμούς, και περιεβλήθη προς τούτο παν δυνατόν και ακατονόμαστον ράκος· ούτε οι εφ' αμάξης εκείνοι δύο, οίτινες έκρυψαν τας μικράς των κεφαλάς εντός μεγαλειτέρων εκ ναστοχάρτου, τας οποίας αναγκάζονται να υποκρατώσι διά των χειρών των· ούτε ο μείραξ αυτός, όστις εφόρεσε πορφυρούν επώμιον και πορφυράν φενάκην και διευθύνει μόνος του το κομψόν του αμάξιον, είνε θεάματα παρατηρήσεως άξια.

Ήτο μία πρόκλησις εις την όρεξιν, — μία παρόρμησις προς ικανοποίησιν της ταπεινής εκείνης φυσικής ανάγκης, ήτις υπάρχει εξ ίσου εις τον άνθρωπον και εις τα ζώα. Αλλ' αντί να γίνη με ένα απότομον ή απροκάλυπτον τρόπον, κολακεύοντα την αίσθησιν, περιεβλήθη ένα λεπτότατον πέπλον πονηρίας.