United States or Saint Vincent and the Grenadines ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ου μόνον δε εις απολύμανσιν της πόλεως, αλλά και εις σπουδαίαν ελάττωσιν του αριθμού των εγκλημάτων θα συνετέλει πιθανώς το θέαμα της καθημερινής παρελάσεως ανά τας οδούς των Αθηνών των εμπρηστών της οικίας Μελά, των ληστών του ταμείου της Λαμίας, των απίστων ταμιών και άλλων μεγαλοσχήμων ομοτέχνων των αλυσιδέτων, μετ' ερυθρού ή κιτρίνου σκούφου επί της κεφαλής και μεγάλης εις τας χείρας σκούπας.

Ενώ ο Μιλέζος έβγαζε από ένα κουτί τους μακριούς σκούφους από μαύρο πανί και ο Έφις μετρούσε με ανοιχτή την παλάμη την περίμετρό τους, κάποιος άνοιξε την μικρή πόρτα που έβγαζε στην αυλή και στο βάθος, με φόντο γιρλάντες από αμπέλι, φάνηκε, καθισμένη επάνω σε μια μεγάλη πολυθρόνα, μια επιβλητική γυναίκα που έγνεθε ήρεμη σαν βασίλισσα του παλιού καιρού. «Να η πεθερά μου∙ ρώτησέ την να σου πει εάν αυτά τα σκουφιά δεν μου κοστίζουν εννιά πέζα», είπε ο Μιλέζος, ενώ ο Έφις δοκίμαζε ένα τραβώντας επάνω στο μέτωπό του το άνοιγμα του σκούφου και διπλώνοντας την κορυφή επάνω στο κεφάλι του. «Διάλεξες τον καλύτερο, δεν είσαι αφελής, όπως λένε!

Τι φοβερόν στρατήγημα κανείς να καλλιγώση το ιππικόν του με αυτό το ύφασμα του σκούφου!... Θέλω να γίνη δοκιμή. Και όταν τους πλακώσω με τ' άλογά μου τους γαμβρούς εκείνους,... σκότωνέ τους και σκότωνε και σκότωνε! ΑΞΙΩΜ. Εκείνος είναι! Να τος! Συλλάβετέ τον! — Η καλή, η ακριβή σου κόρη, αυθέντα μου... ΛΗΡ Δεν είν' εδώ κανείς να με γλυτώση; Αιχμάλωτός σας;... Έγινα το παίγνιον της Τύχης!

Ωσάν να είναι και αλήθεια, έλεγε μονολογών, αφού εδίπλωσε τον επενδύτην του, και περιεβλήθη τον παλαιόν κοιτωνίτην του, ενώ περιέδεε την κεφαλήν με μεταξωτόν μανδήλιον, αντί σκούφου, καθώς συνήθιζε τακτικώς καθ' εκάστην εσπέραν. — Ωσάν να είναι και αλήθεια!

Σκούφον τον είχεν ονομάσει, ακόμη πριν τον υπανδρευθή, όταν τον ειρωνεύετο συνήθως, με την παρθενικήν πονηρίαν τηςχωρίς να προγνωρίζη ότι αυτός θα ήτον η τύχη της και ο καλός τηςεπειδή, αντί φεσίου, εφόρει είδος μακρού σκούφου, τεφροκοκκίνου, με κοντήν φούνταν. «Λογαριασμόν» τον ωνόμασε αργότερα, αφού τον υπανδρεύθη, επειδή συνείθιζε πολλάκις την φράσιν, «αυτός είν' ο λογαριασμός», και διότι, άλλως, δεν ηδύνατο ορθώς να λογαριάση ούτε ποσόν δι' ολίγους παράδες, ούτε δύο ημεροκάματα.