United States or Jersey ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εάν έχη τις πίστιν, ως κόκκον σινάπεως, θα ηδύνατο να είπη εις το όρος τούτο, «Εγέρθητι εντεύθεν, και βλήθητι εις την θάλασσαν, και γενήσεται». Ο Ιησούς είχε φθάσει ήδη εις το βόρειον άκρον της Αγίας Γης, και ήρχισε να στρέφεται προς τα οπίσω.

Επί της βασιλείας του Δευκαλίωνος κατώκουν την Φθιώτιδα, και επί του Δώρου, υιού του Έλληνος, την εις τους πρόποδας της Όσσης και του Ολύμπου χώραν ήτις καλείται Ιστιαιώτις. Διωχθέντες δε εντεύθεν υπό των Καδμείων, εγκατεστάθησαν εις τους πρόποδας του Πίνδου, εις τον τόπον τον καλούμενον Μακεδνόν, έπειτα εις την Δρυοπίδα, και τέλος εις την Πελοπόννησον όπου ωνομάσθησαν Δωριείς.

Ως η παρθένος του δημοτικού άσματος, Όπου 'χε δώδεκ' αδερφούς και δεκοχτώ ξαδέρφους, η Αγγελική υπερηφανεύετο διά τους «ανδρειωμένους» αδελφούς της και πολλάκις συνηγωνίζετο εις τας ασκήσεις των, εντεύθεν δε το κάλλος της είχε λάβει την σεμνήν και υπερήφανον πλαστικότητα Αρτέμιδος.

Η λίμνη, με τα στίλβοντα κρυσταλλώδη νερά της, κείται εις τον πυθμένα μεγάλης λεκάνης, υπέρ τους πεντακοσίους πόδας κατωτέρω της επιφανείας της Μεσογείου. Εντεύθεν ο πνιγηρός καύσων εκεί. Αι όχθαι είνε τώρα έρημοι.

Επεξερχόμενος πολλάκις την αξιόλογον συλλογήν του Κυρίου Πασσόβ μετά λύπης παρετήρησα ότι εκτός προφανεστάτων αναχρονισμών, εκτός πολλών αμαρτημένων στίχων, ουδεμία υπάρχει εν εκάστω άσματι, ούτε προτεταγμένη ούτε επιτεταγμένη ιστορική διασάφησις. Εντεύθεν σκότος μέγα επικρατεί και ακατανόητος αποβαίνει η διήγησις ιδίως προς τους ξένους.

Υπάρχει έσχατόν τι σημείον αποστάσεως, εξ ου πράγμα τι δεν είναι ορατόν, και σημείον τι προσεγγίσεως, εξ ου είναι ορατόν. Αναγκαίως δε είναι αδιαίρετον το σημείον τούτο, και ό,τι είναι πέραν αυτού είναι αδύνατον να αντιληφθώμεν, ό,τι δε είναι εντεύθεν είναι αναγκαίως αντιληπτόν.

Η προσταγή του βασιλέως μου επλήγωσε βαθειά την καρδίαν και του είπα· Κραταιότατε βασιλεύ, είμαι έτοιμος ψυχή τε και σώματι να υπακούσω εις τας προσταγάς σου, αλλά παρακαλώ την βασιλείαν σου, να στοχασθή την τε ηλικίαν μου, και τους πολλαπλασίους κινδύνους που υπέμενα, εις τρόπον που είμαι κοπιασμένος και κουρασμένος, όθεν και εξωρκίσθην μεθ' όρκου διά να μην έβγω πλέον από την Βαβυλώνα· εντεύθεν λαμβάνοντας αφορμήν του επεριέγραψα εν συντομία πάντα τα κινδυνώδη μου συμβάντα εις τα προηγούμενα ταξείδια.

Του εφάνη ότι άνθρωποι ισχυροί και καλώς πεπλασμένοι δεν θα ηδύναντο να συγχωρώσι κατ' αυτόν τον τρόπον. Εντεύθεν η αντιπάθεια της ρωμαϊκής ψυχής του προς το δόγμα των. «Ημείς θα ηξεύρωμεν να ζώμεν και θα ηξεύρωμεν να αποθνήσκωμεν», είχεν ειπή ο Πετρώνιος. Και αυτοί; Δεν ηξεύρουν ειμή να συγχωρούν, αλλά, δεν εννοούν ούτε τον αληθή έρωτα, ούτε το πραγματικόν μίσος.

Τα κανδήλια ήσαν αναμμένα έμπροσθεν των εικόνων του τέμπλου, αλλά με κανονικά φώτα και όχι ως πυροφάνεια. Αλλ' υπήρχον και δύο μεγάλαι λαμπάδες καίουσαι εις τα μανουάλια, και πέντε ή έξ κηρία. Εντεύθεν το πολύ φως.

Η αυτή της ελλείψεως έννοια άλλως τροπολογηθείσα φαίνεται και εν τοις λειψός, λειψή . Εντεύθεν και τηγανίταις λειψαίς και αναιβαταίς , αι μεν άζυμοι, αι δε ένζυμοι. Εξάνοιξετην αγκωνή μελαχρινή λουρίδα Που πρόβαινε σα σερπετό. σ. 94. Λουρίδα, λωρίον . Σημαίνει ενταύθα γραμμήν μέλαιναν δίκην έρποντος όφεως καμπτομένην.