United States or Cameroon ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τους έδειξε μια σκλήθρα Κ' είπε πως ήτανε κεντρί.. Κι' όταν ο γέρο μάντης Εξάνοιξε ’ς την αγκωνή, μελαχρινή λουρίδα, Που πρόβαινε σα σερπετό, του θόλωσαν τα μάτια, Που πιάστηκε η αναπνοά, του αχνίσανε τα χείλη, Βαρειά, βαρειά αναστέναξε κ' εκόπηκε η φωνή του... — Διαμάντη, τι σ' εξάφνισε;... — Οχιά με τον οσκρό της.

Κατατηρώντας ολογυρά του τον τόπον, εξάνοιξε ανάμεσα σε διάφορα δένδρα καρπερά, οπού περικύκλωναν πολλά χωράφια και αμπέλια, ένα χωριάτικο σπήτι, κ' αποφάσισε να πηγένη τα ίσια εις εκείνο.

Στερνά, με χρόνια, με καιρούς, εξάνοιξε μια μέρα Πέραάκρη τ' ουρανού, 'ς ενού βουνού κορφούλα, Βουνού ψηλού και μακρινού, μέσ' σε γαλάζια αντάρα Χτίριο ψηλό κι' ολόλευκο, σαν στοιχειμένον πύργον, 'Σάν ερημόκκλησο παληό, σα ερημικό παλάτι.

Εξάνοιξε τις ομορφοστολισμένες Σουλημοχωρίτισες, όλες αφράτες, κι όλες μια κοψιά, όπου εκαθόνταν αραδαριά νάβρουν αράδα. Εκούνησε ταχτένιστο κεφάλι του, χαμογελώντας πάντα πονηρά, κ' εστήλωσε τα μάτια του ψηλά στα παραθύρια·Φάτε μάτια ψάρια, ωρέ ταδέρφι! έσκουξε μια κ' εχώθηκε πάλι, γελώντας, μες την Επιστασία να σκουπίση.

Η αυτή της ελλείψεως έννοια άλλως τροπολογηθείσα φαίνεται και εν τοις λειψός, λειψή . Εντεύθεν και τηγανίταις λειψαίς και αναιβαταίς , αι μεν άζυμοι, αι δε ένζυμοι. Εξάνοιξετην αγκωνή μελαχρινή λουρίδα Που πρόβαινε σα σερπετό. σ. 94. Λουρίδα, λωρίον . Σημαίνει ενταύθα γραμμήν μέλαιναν δίκην έρποντος όφεως καμπτομένην.