United States or Portugal ? Vote for the TOP Country of the Week !


Να, του φαινόταν ότι καθόταν ακόμη μπροστά στο καλύβι του και άκουγε το αηδόνι που τραγουδούσε εκεί κάτω, ανάμεσα στα σκλήθρα: ήταν λες η φωνή του ποταμού εκείνο το κύμα αρμονίας που ξεχύνονταν για να δροσίσει τη νύχτα, και ήταν τόσο μελωδικό και σπαραξικάρδιο που και τα πνεύματα της νύχτας ακόμη μαζεύτηκαν στο φρύδι του λόφου και ξεπρόβαλαν ακίνητα για να το ακούσουν.

Μα και με τι μούτρα ν' ανεβώ απάνω; Πού το στοιχειό του νησιού μας πλέον; πού ο Άγιος Γιώργης! Α, όχι· αν δεν εκατέβαινα καλά· μα τόρα πάει! Μόλις έπεσε ο σίφουνας σηκώνω το τσεκούρι και του καταφέρνω δεύτερη με όλη μου τη δύναμι. Πέτρα να εχτύπαγα το λιγότερο θα ερράγιζε· εκείνο τίποτα. Ούτε σκλήθρα δεν άνοιξε.

Είπε, κι' η γλήγορη Ίριδα κινάει ναν το μηνήσει, κι' εκεί στη Σάμο ανάμεσα και πετροβράχα Νίμπρο πηδάει μες στο μαβύ γιαλόκαι βούηξε το κύμακι' ορμάει στα βαθιά σα βαρύ μολύβι, που χωμένο 80 μες σε μια σκλήθρα κέρατο λιβαδοπλάνου τάβρου πηγαίνει ψάρια λαίμαργα στον πάτο να ρημάξει.

Πόσο είναι ευτυχισμένοι εκείνοι που μπορούν να δουλεύουν!» Ο Έφις σκεφτόταν τον Τζατσίντο που έγινε χαρούμενος και καλός μόλις βρήκε δουλειά, και διερωτήθηκε με πίκρα εάν δεν έκανε πάλι λάθος που εγκατέλειψε τις καημένες τις κυράδες του. Κι έτσι πήγαινε και πήγαινε και ησυχία δεν εύρισκε. Η σκέψη του ήταν πάντα εκεί κάτω, ανάμεσα στις καλαμιές και στα σκλήθρα του μικρού κτήματος.

Ο Έφις σταμάτησε στο κτηματάκι, κοντά στη σκλήθρα στο αμμώδες όριο του χωραφιού με τα καρπούζια και κοιτάζοντας τους σαρκώδεις βλαστούς που απλώνονταν μπλεγμένοι εδώ κι εκεί σαν φίδια κάτω από τα φύλλα, του φαίνονταν ότι είχαν, όπως εξ άλλου όλοι οι θάμνοι που θρόιζαν τριγύρω, κάτι το ζωντανό, το ζωώδες.

Ναι, στο φωτεινό μονοπάτι διαγραφόταν ακόμη και η σκιά των λουλουδιών. Τα φύλλα από τις φραγκοσυκιές είχαν τ’ αγκάθια τους στη σκιά, και όπου το νερό ήταν στάσιμο, κάτω στο ποτάμι, αντικαθρεφτίζονταν τ’ αστέρια. Να όμως μια σκιά που κινείται πίσω από την αιμασιά, ανάμεσα στα σκλήθρα. Είναι ένα ασουλούπωτο ζώο, μαύρο, με ασημένια πόδια: τρίζει επάνω στην άμμο, σταματά.