Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 8 Μαΐου 2025
Εγώ τώκανα και σεις να μην το κάνετε! Οι Λεντζαίοι κατάλαβαν από τα λόγια, του ότι αυτός είταν ο φονιάς του ανθρώπου τους και τον έπιασαν για καλά. Σε λίγο μαζεύτηκαν οι γειτόνοι κι' όλο το χωριό. Ο φονιάς παραδόθηκε δεμένος στη Δημογεροντία, κι' η Δημογεροντία τον έστειλε στον Πασιά στα Γιάννινα.
Μαζεύτηκαν οι μονοφυσίτες στην Αλεξάντρεια κι ομονοούσαν· ακόμα χερότερα οι Ακοίμητοι στην πρωτεύουσα μέσα, που έχοντας τον Εύφημο μαζί τους πολεμούσαν πια τώρα να θρονιάσουν και το Βασιλέα.
Και οι γιατροί, με τα γιατροσόφια και τα βότανά τους, μαζεύτηκαν απάνω απ' τη χρυσή κούνια. Άνοιξαν τα γιατροσόφια τους και άρχισαν να μιλούν λατινικά αναμεταξύ τους. Και το βασιλόπουλο, χλωμό και αρρωστιάρικο, απάνω στα πουπουλένια προσκέφαλα, τους κύτταζε με τα μεγάλα του μάτια. Και σα να καταλάβαινε τα λατινικά τους και σα να ξεδιάλυνε τη σοφία τους, χαμογελούσε πάλι, χαμογελούσε ολοένα.
Κ' έτσι, αν έγινε ο Ελληνισμός όργανο του Χριστιανισμού, έγινε όμως κι ο Χριστιανισμός, καθώς κι όσα έκαμε ο Μέγας ο Κωσταντίνος για να στεριώση το κράτος του, αφορμή να ξαναγεννηθή ο Ελληνισμός. Επειδή τότες μαζεύτηκαν τα παλιά και νέα συστατικά που και ζύμωσαν κ' έπλασαν την καθαυτό Ρωμιοσύνη. Αυτά τα συστατικά τώρα θα δούμε και θα μελετήσουμε.
Το μεσημέρι όλοι μαζεύτηκαν κάτω από το δέντρο, γύρω από τη φωτιά, και ο παπάς κάθισε στη μέση. Ο καιρός ξάνοιγε, μια χρυσή ηλιαχτίδα από το ζενίθ περνούσε μέσα από τα σύννεφα και έπεφτε κατ’ ευθείαν επάνω στο δέντρο όπου γινόταν το φαγοπότι.
Εάν ήταν το Ταβόρ ή το όρος των Μακαρίων δεν γνωρίζουμε, αλλά περισσότεροι από πεντακόσιοι μαθητές του μαζεύτηκαν εκείνη την φορά με τους ένδεκα, και έλαβαν τις τελευταίες εντολές του Ιησού, να διδάξουν και βαφτίσουν σε όλα τα Έθνη· και την τελευταία υπόσχεση ότι θα ήταν μαζί τους πάντα, μέχρι το τέλος του κόσμου.
και κάποιοι ανανοήθηκαν πιο πέρα και μαζεύτηκαν γύρω του δειλά κάποια κεφάλια νέα· και τον αέρα γεμίσαν οι φωνές: «Στο βασιλιά!» «Ποιο βασιλιά;» αγριεμένα ο νέος βρυχήθη. — «Τον άρχοντά μας θέλομε να βγη, τον πόνο μας να δη», βούισαν τα πλήθη. «Ποιον άρχοντα; άρχος είσαι μόνο εσύ!
Και τα γίδια εσταμάτησαν σηκώνοντας το κεφάλι· ύστερα έπαιξε το σκοπό του βοσκημάτου και τα γίδια έβοσκαν σκύβοντας το κεφάλι· πάλι έπαιξε γλυκά κι όλα μαζί ξαπλωθήκανε χάμω· κ' έβγαλε στριγγό λάλημα· κ' εκείνα σαν να ερχότανε λύκος ετρέξανε στο δάσος να κρυφτούν· ύστερ' από λίγο έπαιξε το ξαναφωναχτικό και τα γίδια βγαίνοντας από το δάσος μαζεύτηκαν όλα κοντά στα πόδια του.
Να, του φαινόταν ότι καθόταν ακόμη μπροστά στο καλύβι του και άκουγε το αηδόνι που τραγουδούσε εκεί κάτω, ανάμεσα στα σκλήθρα: ήταν λες η φωνή του ποταμού εκείνο το κύμα αρμονίας που ξεχύνονταν για να δροσίσει τη νύχτα, και ήταν τόσο μελωδικό και σπαραξικάρδιο που και τα πνεύματα της νύχτας ακόμη μαζεύτηκαν στο φρύδι του λόφου και ξεπρόβαλαν ακίνητα για να το ακούσουν.
Εκείνο που έγινε είταν και το πιο σωστό· μαζεύτηκαν οι πιο σημαντικοί της Πρωτεύουσας, και κήρυξαν Επίτροπο του Βασιλέα και Κυβερνήτη του τόπου τον Ανθήμιο, άνθρωπο γνωστικό και γενναίο. Κάμποσα καλά έκαμε ο Ανθήμιος στα έξη μέσα χρόνια που αντιβασίλεψε.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν