United States or Palau ? Vote for the TOP Country of the Week !


Υψώσας τότε την κεφαλήν και παρατηρών την νέαν απελευθέραν υπεράνω των ώμων της Λιγείας: — Παρήλθον, Ακτή, είπεν, οι χρόνοι οπότε ανεκλίνεσο παρά το πλευρόν του Καίσαρος εις τα συμπόσια· λέγουν δε ότι κινδυνεύεις να τυφλωθής· πώς ημπόρεσες λοιπόν να αναγνώσης τόσον καλά εις το πρόσωπον του Καίσαρος;

Και ακριβώς τότε παρετήρησα εγώ, ότι συ αποχώρισες έν μέρος, και το υπόλοιπον το εθεώρησες πάλιν ως έν γένος ολόκληρον, διότι ημπόρεσες να δώσης εις όλα έν κοινόν όνομα και να τα ονομάσης κυρίως ζώα. Νέος Σωκράτης. Και αυτό είναι αληθές. Ξένος.

Αν εγώ ήμουν εκστατικός εις το να εύρω εις αυτό το καστέλλι μίαν τόσον ωραίαν γυναίκα, αυτή δεν εστάθη ολιγώτερον θαυμασμένη εις το να με ιδή. Αχ νέε, μου λέγει, πως ημπόρεσες ποτέ να υπερβής όλα τα εναντία που έπρεπε να σε εμποδίσουν, διά να εισέβης εις τούτο το καστέλλι, που είνε υπεράνω της ανθρωπίνης δυνάμεως; εγώ δεν ηξεύρω αν ημπορώ να πιστεύσω ότι είσαι ένας προφήτης.

«Πρέπει να τον βγάλωμεν έξω από το κοφίνι. Είναι, να τρελλαθή κανείς, όπως γουρλώνει τα μάτια του. Αλλά πώς ημπόρεσες και τον έπιασες;» Ο Ρούντυ διηγήθη και ο μυλωθρός άνοιγε διαρκώς τα μάτια του μεγάλα από έκπληξιν. — Με την τόλμην σου και την ευτυχίαν σου ημπορείς τρεις γυναίκες να θρέψης, είπεν ο μυλωθρός. — Σας ευχαριστώ! . . . είπεν ο Ρούντυ.

Ανίσως, φως μου, και η καρδιά μου Αλλησμονήση τα πρώτα δεσμά μου, Και μέλλει τάχα να σ' αρνηθή, Καθώς το ψάρι μπορεί να ζήση Όξω στη γη, να λαχταρήση Έτζι η καρδιά μου και να χαθή. Έρωτα, να ημπόρεσες ποτέ σου κι' άλλον ένα Να βρης απ' όσους πλήγωσες πιστόν ωσάν κι' εμένα.

Να κρίνης όμως ποίος από αυτούς τους δύο βίους είναι ευτυχέστερος, άραγε θα ημπόρεσες και θα θελήσης; Νέος Σωκράτης. Διόλου μάλιστα. Ξένος. Θέλεις τότε λοιπόν εγώ να σου τους κρίνω; Νέος Σωκράτης. Βεβαιότατα. Ξένος.

Ποίος είσαι εσύ, ένα από αυτά μου είπε; και ποίος ημπόρεσε να σου δείξη παρόμοια λόγια; ημείς δεν ηξεύρομεν ότι εις ετούτον τον τόπον να ευρίσκεται ένας μουσουλμάνος· ειπέ μας το λοιπόν πόθεν είσαι; και πώς ημπόρεσες να έλθης εδώ; Εγώ επλήρωσα το όσον επιθυμούσαν, έπειτα με έφεραν εις το τελώνειον, που το ενόμιζαν ως βασιλέα τους· αυτό μου εξέταξε παρομοίως τα ίδια, ως άνωθεν και με τον ίδιον τρόπον του απεκρίθηκα, έπειτα μου εζήτησε το όνομά μου και φανερώνοντάς το μου είπεν, Αμπουλβάρη, είμαι πολλά ευχαριστημένος, που ελευθερώθης από τας χείρας των απίστων τελωνείων· εκείνα τα κακότροπα ήθελαν μίαν ημέραν να σε θανατώσουν· ημπορείς τώρα να χαίρεσαι, και να ευφραίνεσαι, επειδή και είσαι με τα τελώνια, που είναι από την θρησκείαν αυτού του Μωάμεθ ωσάν και του λόγου σου.

Εσύ, — και να μη σου κακοφανήαπό την ώραν οπού έδειξες απείθειαν εις τον πατέρα σου και δεν ηθέλησες ν' ακούσης την συμβουλήν του, και έπραξες πράγμα χωρίς την ευλογίαν του, έχασες της θείας χάριτος τα δυνατά όπλα, και ευρέθης έξαφνα γυμνός και άοπλος απέναντι της μισανθρωπίας του πονηρού. Δι' αυτό δεν ημπόρεσες να αποφύγης τα βέλη του. Όμως ας έχη δόξαν ο Πολιεύσπλαγχνος και Πανάγαθος Θεός!

Έφθασα τέλος πάντων εις έναν τόπον που ήτον ένας Ναός, εις την θύραν του οποίου έστεκαν γραμμένα τα ακόλουθα λόγια «Δεν είνε άλλος Θεός, παρά ο Θεός, ο Μωάμεθ είνε ο προφήτης του». Και από μέσα ήτον ένας άνθρωπος γονατιστός που επροσκυνούσε· και αφού εκαρτέρησα έως που ετελείωσε να προσκυνήση, τον εχαιρέτησα λέγοντάς του· Σελάμ αλέκημ και αυτός αποκρινόμενος μου το, Αλέκημ σελάμ, μου είπε, ω νέε Μουσουλμάνε· κάνει χρεία βεβαίως ότι θα είσαι πολλά αγαπημένος του Μωάμεθ που ημπόρεσες να έλθης έως εδώ· ηξεύρεις εσύ εις ποίον τόπον ευρίσκεσαι; ηξεύρεις ότι ετούτο το περιβόλι είναι η διωρισμένη κατοικία των φίλων και εδικών του Μωάμεθ; εδώ μία ευτυχία αιώνιος τους καρτερεί, και διά το παρόν είναι πολύ πλήθος, και θέλω σε κάμει να τους ιδής.