Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 9 Μαΐου 2025
ΧΑΡ. Λοιπόν, βάλε πέντε δραχμάς και δύο οβολούς. ΕΡΜ. Και μίαν σακκορράφαν διά το πανί• επλήρωσα πέντε οβολούς. ΧΑΡ. Πρόσθεσε και αυτούς. ΕΡΜ. Σου έφερα επίσης κερί διά να φράξης του πλοιαρίου τα ανοίγματα, προσέτι δε καρφιά και σχοινί με το οποίον έκαμες την υπέραν• όλα δύο δραχμάς. ΧΑΡ. Και αυτά εις καλήν τιμήν τα ηγόρασες. ΕΡΜ. Αυτά είνε, εκτός αν ελησμονήσαμεν τίποτε.
Εγώ της επλήρωσα με προθυμίαν την περιέργειάν της μα οπόταν της είπα πως έχω να μισεύσω την αύριον διά την πατρίδα μου, αυτή με αντέκοψε δείχνοντας πως δεν έχει ευχαρίστησιν εις τούτο.
— Επλήρωσα αδρότατα τους δεσμοφύλακας, πρώτον διά να την φυλάττουν από τας ύβρεις των, έπειτα διά να μη αντιταχθώσιν εις την φυγήν της. — Και πότε θα γίνη η φυγή; — Μου απήντησαν ότι δεν ηδύναντο να μου αποδώσουν την Λίγειαν αμέσως, φοβούμενοι την ευθύνην. Αλλ' όταν αι φυλακαί θα υπερπληρωθούν κόσμου, και όταν χάσουν τον λογαριασμόν των φυλακισμένων, θα μου την παραδώσουν.
Και εν τω άμα, κατά την παραγγελίαν εκείνου του βασιλέως, επλήρωσα την πρεσβείαν, παρασταθείς εις τον βασιλέα Καλίφην με την ωραιοτάτην κόρην και με την επιστολήν, συντροφιασμένος με πολλούς από τους συγγενείς μου, που εβαστούσαν τα άλλα πολύτιμα δώρα.
Δεν ημπόρεσα εις τούτην την θεωρίαν να κρατήσω τον θυμόν μου· τρέχω με ορμήν επάνω εις εκείνην την κόρην και της έδωσα πολλές μαχαιριές, και αν δεν ήτον ογλήγωρη διά να φύγη, την εθανάτωνα. Δεν επλήρωσα τον θυμόν μου μοναχά με αυτήν, αλλά έτρεξα προς τον άπιστον και επίβουλον Ναμαράν διά να ξεδικηθώ και με αυτόν.
Μα, ειπέ μου, ακολούθησε να λέγη η κυρία, διά ποίαν αιτίαν επαράτησες την αυλήν του πατρός σου; και πως ευρίσκεσαι εδώ εις τούτο το νησί; τότε εγώ επλήρωσα την περιέργειάν της, και της ωμολόγησα με όλην την καθαρότητα, πως είχα γίνη αγαπητικός της Αλγεμάλ, θυγατρός του βασιλέως Καχαάλ, βλέποντάς την ζωγραφιάν της εις μίαν εικόνα, την οποίαν ευθύς της την έδειξα, έχοντάς την κοντά μου, ομού με το δακτυλίδι· έπειτα της εδιηγήθηκα και τα άλλα μου συμβεβηκότα ως εκείνην την ώραν.
Εγώ επήγα καθώς αυτή με επρόσταξε, και ηύρα τον Ναμαράν που εκάθετο εις το εργαστήρι του. Αυτός ήτον ένας εύμορφος και ευγενής άνδρας, που έμεινα να τον θεωρώ· του εζήτησα και μου έβγαλε διάφορα κομμάτια μεταξωτά, και διαλέγοντας ένα από αυτά, του το επλήρωσα όσα μου εζήτησε· και έπειτα αποχαιρετώντάς τον με ευγένειαν, επήρα το μεταξωτόν και το έφερα της κυράς μου.
Καλεκάρη, επιθυμείς ακόμη να μετωρισθής με τούτον τον τρόπον; Όχι απεκρίθη η Καλεκάρη· ετούτο δεν θέλει μου συμβή πλέον, επλήρωσα καλά την περιέργειάν μου. Οι σκλάβες άρχισαν υστερότερα να με περικυκλώνουν και να με περιπαίζουν.
Η γραία προσεποιήθη ότι δεν ήκουσε την έκφρασιν της δυσπιστίας του. — Τι μ' επείραζε λοιπόν, να σε πάρω μαζή μου! Ούτε ναύλον επλήρωσα. Δεν ήθελε να πληρωθή ο καραβοκύρης. Το ψωμί που τρώγεις μαζή μου θα λογαριάσης; Μου κάμνεις άδικον να τα λέγης αυτά και να τα συλλογίζεσαι, Γιάννη. Το κάτω κάτω, έχω χρέος εγώ να μη σε παραιτήσω. Έχω χρέος!
Ταύτην την παλινωδίαν, αγαπητέ Έρωτα, όσον το δυνατόν ωραιοτάτην και αρίστην σου αφιέρωσα και επλήρωσα εις σε ίνα εξιλεωθώ, διότι σε προσέβαλα προηγουμένως, εάν δε και αι έννοιαι και αι εκφράσεις έχουσι λεχθή επί το ποιητικώτερον, τούτο ηναγκάσθην να κάμω εξ αιτίας του Φαίδρου.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν