United States or Burundi ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Βινίκιος, αφού ηυχαρίστησε διά το περιδέραιον, επλησίασε τον Πετρώνιον. — Πώς να σου αποδείξω την ευγνωμοσύνην μου δι' ό,τι έπραξες προς χάριν μου σήμερον; — Είθε η τύχη να σε ευνοή! Αλλ' άκουσον: ιδού ότι ο Καίσαρ αναλαμβάνει την φόρμιγγα του. Κράτησε την αναπνοήν σου, άκουσε και χύσε δάκρυα. Πράγματι, ο Νέρων είχεν εγερθή με την φόρμιγγα ανά χείρας και με τους οφθαλμούς προς τον ουρανόν.

Εάν λοιπόν αρνηθής ότι έπραξες αυτά, θα γείνη ανάγκη να τα αποδείξωμεν και να ομιλήσω διά μακρών προσπαθών να διαλάμψη όσον το δυνατόν η αλήθεια• εάν δε ομολογής ότι έκαμες τοιαύτην διανομήν των κρεάτων, ότι επενόησες τους ανθρώπους και έκλεψες το πυρ, η κατηγορία, την οποίαν σου απήγγειλα είνε αρκετή και δεν θα μακρηγορήσω περισσότερον, διότι τούτο άλλως θα ήτο πολυλογία περιττή.

Αχ, είπεν η έσωθεν φωνή. — Διατί σ' έχουν εδώ; επανέλαβεν η Βεάτη. — Δεν ειξεύρω. — Ποίος σ' έφερεν; — Άνθρωποι άγνωστοι. — Πόθεν είσαι; — Από τα περίχωρα. — Και θα σε κρατήσουν πολύν καιρόν εδώ; — Δεν ειξεύρω. — Τι κακόν έπραξες διά να σε φυλακίσουν ούτω; — Δεν ειξεύρω, αλλά... — Αλλά; επανέλαβεν η Βεάτη. — Έχω αμαρτίας, ως φαίνεται, είπεν η φωνή μετά στεναγμού. — Και είσαι μόνη εδώ μέσα;

Αλλ' αν θέλης και να επαινέσω κάτι τι το οποίον με πολλήν ευφυίαν έπραξες, θ' αναφέρω πώς με την τέχνην του Τισίου και μιμούμενος τον Κόρακα ήρπασες ενός ανοήτου γέροντος τριάκοντα χρυσά νομίσματα και πώς ο αυτός με την μέθοδον του Τισίου παγιδευθείς σου επλήρωσε δι' έν βιβλίον επτακοσίας πεντήκοντα δραχμάς.

Η σιωπή έγεινε βαθυτέρα ακόμη. Ο Γλαύκος έμεινεν επί τινα ώραν έχων το πρόσωπον κρυμμένον εντός των χειρών του. Τέλος είπε: — Κήφισσε, ο Θεός να σε συγχωρήση δι' όσα κακά έπραξες προς εμέ, καθώς εγώ σε συγχωρώ εις το όνομα του Χριστού! Και ο Ούρσος, αφήσας τους βραχίονας του Χίλωνος, είπε: — Ο Σωτήρ να με συγχωρήση, όπως εγώ σε συγχωρώ! Ο Χίλων είχεν εξαπλωθή κατά γης.

ΕΡΜ. Δεν έπραξες τίποτε κακόν, συ όστις αναλαβών την διανομήν των κρεάτων, τόσον άδικον και απατηλήν την έκαμες, ώστε διά μεν τον εαυτόν σου εκράτησες τα εκλεκτότερα, εις δε τον Δία προσέφερες κόκκαλα, «καλύψας αργέτι δήμω»; Διότι ενθυμούμαι ότι ο Ησίοδος ούτω πως το λέγει.

ΔΟΛΟΒΕΛΛΑΣ. Προκλήιε, γνωρίζει ο Καίσαρ τι έπραξες και σε διατάσσει να μεταβής παρ' αυτώ· ως προς την βασίλισσαν, θα λάβω αυτήν υπό την προστασίαν μου. Θα αναφέρω εις τον Καίσαρα ό,τι επιθυμείς, αν θέλης να μου αναθέσης την εντολήν. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Ειπέ εις αυτόν, ότι η επιθυμία μου είναι ο θάνατος. ΔΟΛΟΒΕΛΛΑΣ. Ήκουσες περί εμού, ευγενεστάτη αυτοκράτειρα. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Δεν δύναμαι να είπω.

Έπειτα δε έπλασες τους ανθρώπους ζώα πανουργότατα, και μάλιστα τας γυναίκας• εκτός δε τούτου έκλεψες το πολυτιμότατον κτήμα των θεών, το πυρ και το παρέδωκες εις τους ανθρώπους. Και αφού τόσα κακά έπραξες, λέγεις ότι τιμωρείσαι αδίκως;

Ένας σκοτεινός κύκλος με ένα δαχτυλίδι φωτός τριγύρω, όπως το είχε ονειρευτεί, τους περιέβαλε. «Έπειτα, εγώ ήθελα να σου μιλήσω όταν θα ήσουν μόνος, Έφις. Η Έστερ μερικά πράγματα δεν τα καταλαβαίνει. Κι εσύ έπραξες άσχημα να φλυαρήσεις μαζί της: ούτε εσύ καταλαβαίνειςΕκείνος σιωπούσε.

Αυτά θα ήρμοζον ίσως να τα λέγη κάποιος Φρυξ ουτιδανός και δειλός και υπέρ το πρέπον φιλόζωος• αλλά του Πηλέως ο υιός, ο αφοβώτερος εξ όλων των ηρώων να σκέπτεται τόσον ταπεινά περί του εαυτού του, είνε πολύ αισχρόν και αντίθετον προς όλα όσα έπραξες κατά την ζωήν σου, ότε ενώ ηδύνασο να βασίλευες και να ζης επί μακρόν εις την Φθιώτιδα χωρίς δόξαν, εκουσίως επροτίμησες τον ένδοξον θάνατον.