Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025


Ο Βινίκιος υπέδειξεν ακριβώς εις την Λίγειαν την κατοικίαν του Χίλωνος, και αφού εχάραξεν ολίγας λέξεις επί της πινακίδος, είπε στραφείς προς τον Κρίσπον: — Σας δίδω την πινακίδα ταύτην, επειδή ο Χίλων εκείνος είνε άνθρωπος πανούργος και δύσπιστος. — Αρκεί να τον εύρω, θα τον οδηγήσω εκόντα άκοντα, απεκρίθη ο Ούρσος. — Και λαβών τον μανδύαν του, εξήλθε δρομαίως.

Και εκάγχασε θορυβωδώς εις μόνην την σκέψιν, ότι θα ήτο δυνατόν να ασπασθή το κήρυγμα των αλιέων της Γαλιλαίας. Ο θεράπων ανήγγειλε την Ευνίκην και ευθύς παρετέθη το δείπνον. Ο Βινίκιος εις την τράπεζαν διηγήθη εις τον Πετρώνιον την επίσκεψιν του Χίλωνος. — Η ιδέα ήτο καλή, είπεν ο Πετρώνιος, κρινομένη εκ των υστέρων.

Έλεος! οίμωζεν ο Χίλων . . . Αυθέντα, έκραξε στρεφόμενος προς τον Βινίκιον, σώσε με! Ενεπιστεύθην εις σε . . . . . Μεσίτευσον δι' εμέ. . . Την επιστολήν σου . . . θα την εγχειρίσω . . . . Αυθέντα! Αυθέντα! Αλλ' ο Βινίκιος ήτο αδιάφορος εις όσα συνέβαινον, πρώτον διότι όλα τα τεχνάσματα του Χίλωνος τω ήσαν γνωστά, και έπειτα, διότι η καρδία του δεν ησθάνετο ποτέ οίκτον.

Με τα διαπεραστικά βλέμματά του, προσηλωμένα επί του Χίλωνος, ήρχισε να ομιλή βραδέως τονίζων τας λέξεις, όπως εκάστη εξ αυτών κατανοηθή ως διαταγή και παραμείνη διά παντός εγκεχαραγμένη εις την μνήμην του Έλληνος. Ο Κρότων ερρίφθη επάνω, μου ήθελε να με δολοφονήση και να με ληστεύση. Εννοείς! Λοιπόν εγώ τον εφόνευσα, και αυτοί εδώ οι άνθρωποι επέδεσαν τας πληγάς, τας οποίας έλαβα εις την πάλην.

Οι στρογγύλοι οφθαλμοί του Σπόρου έγιναν ακόμη στρογγυλώτεροι, και ο οίνος ευρέθη ενώπιον του Χίλωνος. Ούτος έβρεξε τον δάκτυλόν του εντός αυτού, εχάραξεν ένα ιχθύν επί της τραπέζης, και είπεν: — Ειξεύρεις τι σημαίνει τούτο; — Ψάρι! Μεγάλο πράγμα! . . . είναι ψάρι . . .

Έκαμε νεύμα και οι Αιγύπτιοι εσήκωσαν το φορείον, ενώ οι δρομείς έκραζον, συστρέφοντες τας ράβδους των: — Τόπον εις το φορείον του ευγενούς Χίλωνος Χιλωνίδου! Τόπον! Τόπον! Η Λίγεια, διά μακροσκελούς επιστολής, γραφείσης εν σπουδή, έλεγε διά παντός το «χαίρε» εις τον Βινίκιον.

Εν τοσούτω έν πράγμα τον εξέπληξεν, το ότι μετά την αναχώρησιν του Χίλωνος μία χαρά βαθεία ηκτινοβόλει εις όλων τα πρόσωπα. Ο απόστολος επλησίασε τον Γλαύκον, επέθηκεν επ' αυτού τας χείρας και είπεν: — Ο Χριστός να σε ευνοήση! Ο Κρίσπος εκήρυξεν ότι η ημέρα αύτη ήτο ημέρα μεγάλης νίκης. Εις την λέξιν ταύτην «νίκη», ο Βινίκιος έχασεν εξ ολοκλήρου το νήμα των σκέψεών του.

Εθυσίασεν όλην την περιουσίαν του διά να με λυτρώση εκ της δουλείας, χωρίς να με γνωρίζη. Είθε ο Κύριος ημών ο Λυτρωτής να του παρασκευάση εις αντάλλαγμα ουρανίαν αμοιβήν! Ο γιγαντόσωμος εργάτης ακούσας τας λέξεις ταύτας, υπεκλίθη και ησπάσθη την χείρα του Χίλωνος. — Πώς ονομάζεσαι, αδελφέ μου; ηρώτησεν ο Έλλην. — Πάτερ, εις το άγιον βάπτισμα έλαβον το όνομα Ουρβανός.

Η σιωπή έγεινε βαθυτέρα ακόμη. Ο Γλαύκος έμεινεν επί τινα ώραν έχων το πρόσωπον κρυμμένον εντός των χειρών του. Τέλος είπε: — Κήφισσε, ο Θεός να σε συγχωρήση δι' όσα κακά έπραξες προς εμέ, καθώς εγώ σε συγχωρώ εις το όνομα του Χριστού! Και ο Ούρσος, αφήσας τους βραχίονας του Χίλωνος, είπε: — Ο Σωτήρ να με συγχωρήση, όπως εγώ σε συγχωρώ! Ο Χίλων είχεν εξαπλωθή κατά γης.

Η καρδία του Χίλωνος ήρχισε να πάλλη από ανησυχίαν. Εις το δωμάτιον επεκράτει σχεδόν σκότος, ήτο εσπέρα χειμώνος λίαν νεφελώδης, και η φλοξ των λυχνιών ατελώς διασκέδαζε το σκότος.

Λέξη Της Ημέρας

χοντροπελέκητο

Άλλοι Ψάχνουν