United States or Zimbabwe ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το καθ' ημάς, θ' αρκεσθώμεν εις την περιγραφήν των προσώπων και των πραγμάτων, όπερ είνε στενώς και ακριβώς το ημέτερον έργον. Ο Γεώργιος Γεμιστός ή Πλήθων κατώκει εν τω Πληθωνείω άντρω όπερ είχε φροντίσει να παρασκευάση ευαρμόστως προς τας αρχαίας ελληνικάς παραδόσεις.

Η μάνα της της έδωκε να πίη το φάρμακον, το οποίον είχε παρασκευάση η Φραγκογιαννού. — Κουράγιο, κοπέλλα μ', είπεν αύτη με πραείαν φωνήν. — Πού βρέθηκες εδώ; είπεν η λεχώνα. Την εκύτταζε με απορίαν, κ' εδυσκολεύετο να την αναγνωρίση. — Ο Θεός μ' έστειλε, είπε μετά πεποιθήσεως η Γιαννού. — Καλά που ήρθες, εδήλωσε τότε και η γραία.

Των προτάσεων αυτού γενομένων δεκτών, άμα τη εκδόσει του δανείου , ο κ. Ellice ανέθηκε την κατασκευήν της Καρτερίας εις τον ναυπηγόν Galloway, όστις ανέλαβε την υποχρέωσιν να παρασκευάση το πλοίον μεθ' όλων των αναγκαίων διά πλουν εντός του Αυγούστου 1825. Αλλ' ο κ.

Ό,τι ευρίσκεται ενταύθα είναι προσηρμοσμένον τελείως προς τας ιδικάς μου περί τέχνης ιδέας. Το πνεύμα, παρόμοιον προς τα μαυριτανικά ταύτα θυμιατήρια, συστρέφεται εν μέσω των φλογών και το παράδοξον της διακοσμήσεως ταύτης συντελεί εις το να μου παρασκευάση τελειότερον την πλήρη ατμοσφαίραν των ονειροπολήσεων, των ονείρων, προς τα οποία θα ταξιδεύσω πολύ ταχέως».

Ο Ρούντυ έφθανεν επάνω εις την κορυφήν του βουνού, εκεί που ο ήλιος πολλάς φοράς δεν είχεν ακόμη φθάσει, και εκεί ερρόφα το πρωινόν του ποτόν, τον δροσερόν δυναμωτικόν αέρα του βουνού, το ποιόν, το οποίον μόνον ο αγαθός Θεός, ηξεύρει να παρασκευάση, και οι άνθρωποι μόνον την συνταγήν του ημπορούν να διαβάζουν, εις την οποίαν είναι γραμμένον: «Το δροσερόν άρωμα από τα βότανα του βουνού, από την αγριόμεντα και το θυμάρι της κοιλάδος

Εθυσίασεν όλην την περιουσίαν του διά να με λυτρώση εκ της δουλείας, χωρίς να με γνωρίζη. Είθε ο Κύριος ημών ο Λυτρωτής να του παρασκευάση εις αντάλλαγμα ουρανίαν αμοιβήν! Ο γιγαντόσωμος εργάτης ακούσας τας λέξεις ταύτας, υπεκλίθη και ησπάσθη την χείρα του Χίλωνος. — Πώς ονομάζεσαι, αδελφέ μου; ηρώτησεν ο Έλλην. — Πάτερ, εις το άγιον βάπτισμα έλαβον το όνομα Ουρβανός.