United States or Samoa ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μόνον πριν φθάση ακόμη εις την κορυφήν του λόφου, εφ' ου ίσταται το παρεκκλήσιον, και οπόθεν ανοίγεται μεγάλη θέα προς τον λιμένα και την πόλιν, είδεν εκεί δεξιά της χαμηλά εις το βάθος μικράς κοιλάδος, ήτις καλείται της Μάμους το ρέμμα, και τέμνει κατ' αμβλείαν γωνίαν την άλλην βαθείαν κοιλάδα του Αχειλά, τον ευρύν και καλώς καλλιεργημένον κήπον του Γιάννη του Περιβολά, και είπε μέσα της·

Εκείνην την στιγμήν, ανέτελλεν ο ήλιος. Ο δίσκος του εφάνη ν' αναδύεται από τα κύματα, αντικρύ, εις το μακρινόν πέλαγος, του οποίου μίαν λωρίδα έβλεπεν από την κρύπτην της η Χαδούλα. Τα όρνεα του βουνού, του πετρώδους και ηχώδους, το οποίον ηγείρετο όπισθέν της, έρρηξαν μακρούς κρωγμούς, και τα πουλάκια της κοιλάδος, της λόχμης, του μικρού δάσους, αφήκαν φαιδράς μελωδίας.

Έψαλα το «ο ένσαρκος άγγελος». Εκάθησα επί της πεζούλας. Αγνάντευα εις το μελαγχολικόν φως της σελήνης το χωρίον μας κάτασπρον, κτισμένον επί δύο λόφων και μεσαζούσης κοιλάδος, παραθαλάσσιον, και τον λιμένα τον τρίκολπον, με τα τρυφερά κηπάκια, όπου φαίνονται ως να «εγκαινίζωνται» εις τα φωσφορίζοντα νερά. Μετά τέταρτον ώρας ήκουσα κρότον και βάδισμα αλόγου. Εσηκώθην. Ήρχετο ο Κωσταντής.

Πέρα μακρυά σε ύψωμα, 'Σ την άκρη μιας κοιλάδος, Σε ύψωμα κατάσκιο, Σε δροσερά χορτάρια Εις κύκλον εκαθόντανε Όλα τα παλληκάρια, Που τόσω, τόσω δόξασαν Τ' όνομα της Ελλάδος. Τ' ανδρειωμένα τα παιδιά, Πουτης σκλαβιάς τη μέση Εκάμανε απόφασι Να ρίξουν το ζυγό τους, Ναυρούνε ή τη 'λευτεριά Ή τονέ θάνατό τους. Καιτην ομόνοια 'βάλανε Τον όρκο να τους δέση.

Η όλη επομένως χώρα από βορρά προς νότον διαιρείται εις τέσσαρας τρόπον τινά μεγάλας ταινίας, — την ακτήν, την ορεινήν χώραν, την κοιλάδα του Ιορδάνου, και την βουνοσειράν την πέραν του Ιορδάνου. Η ορεινή, ήτις καταλαμβάνει όλον τον χώρον τον μεταξύ της παραλίας και της βαθείας κοιλάδος του Ιορδάνου, τέμνεται εις δύο μεγάλα μέρη υπό του αγρού της Ιεσράελ.

Η λεκάνη της κοιλάδος κατατέμνεται από φράκτας υψηλούς κάκτων εις μικρούς αγρούς, και εις κήπους, οίτινες κατά την εποχήν των εαρινών βροχών, παρουσιάζουν μίαν όψιν απεριγράπτου γαλήνης, με το θάλλος των το πράσινον και την ζωηράν σπαργήν των.

Πατούντες μετά προφυλάξεως και ολισθαίνοντες επί του υγρού εδάφους έφθασαν εις το βάθος της σκοτεινής κοιλάδος, υπό τας πλατάνους, όπου δεν διέκρινον πλέον την ατραπόν, και δεν ηδύναντο να προβώσι. Μεταξύ των υψηλών τούτων δένδρων έκειτο κτίριόν τι ή μάλλον ερείπιον. Ήτο δε τούτο παλαιός νερόμυλος του μοναστηρίου, διότι δεν είχον εξέλθει εκ της περιοχής.

Αλλ' εις τας κοιλάδας της Γεννησαρέτ, ίσως από του άντρου ληστού τινος εις αγρίας φάραγγας της Κοιλάδος των Περιστερών, δυνατόν να είχε πλησιάσει εις την Παρουσίαν του Κυρίου, δυνατόν να υπήρξεν είς εκ των τελωνών εκείνων και αμαρτωλών οίτινες προσήχοντο διά να Τον ακούωσι. Και οι λόγοι του Ιησού είχον εύρη χώρόν τινα εις το αγαθόν έδαφος της καρδίας του· δεν είχον πέσει όλοι επί πετρώδους γης.

Εάν λοιπόν κατά τον υπολογισμόν τούτον το έδαφος εξακολουθήση να υψούται και να αυξάνη κατά την αυτήν αναλογίαν, νομίζω ότι οι Αιγύπτιοι οι κατοικούντες παρά τας όχθας της λίμνης Μοίριος, οι της κάτωθεν κοιλάδος και οι του Δέλτα, μη δυναμένου του Νείλου να κατακλύζη τας γαίας των, θα πάθωσιν επί τέλους ό,τι είπον ότι μέλλουσι να πάθωσί ποτε οι Έλληνες· διότι ακούσαντες ότι βρέχει εις όλην την Ελλάδα και ότι ο τόπος ούτος δεν αρδεύεται υπό ποταμών ως ο ιδικός των, είπον ότι οι Έλληνες θα απατηθώσιν ημέραν τινά εις τας ελπίδας των και θα υποφέρωσι σκληράν πείναν.

Ο Ρούντυ έφθανεν επάνω εις την κορυφήν του βουνού, εκεί που ο ήλιος πολλάς φοράς δεν είχεν ακόμη φθάσει, και εκεί ερρόφα το πρωινόν του ποτόν, τον δροσερόν δυναμωτικόν αέρα του βουνού, το ποιόν, το οποίον μόνον ο αγαθός Θεός, ηξεύρει να παρασκευάση, και οι άνθρωποι μόνον την συνταγήν του ημπορούν να διαβάζουν, εις την οποίαν είναι γραμμένον: «Το δροσερόν άρωμα από τα βότανα του βουνού, από την αγριόμεντα και το θυμάρι της κοιλάδος