Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 30 Απριλίου 2025
Εκείθεν στρέψαντες τους οφθαλμούς διά να ίδωμεν την τερπνοτάτην θέαν της πεδιάδος, διεκρίναμεν τον μεν Ανδρέαν αναβαίνοντα επί υψηλού δένδρου, τον δε Φίλιππον προχωρούντα πρός τινα μάνδραν. Αλλά μετ' ολίγον βλέπομεν τον Φίλιππον οπισθοδρομούντα δρομαίως, και εντρόμως κραυγάζοντα, διότι κατόπιν αυτού τρέχων μέγας σκύλος οργίλως εγαύγιζε.
Ο Θευδάς έτρεχε κατόπιν του πνευστιών και τον παρεκάλει να μη βαδίζη τόσον δρομαίως. Αλλ' ο Μάχτος δεν τον ήκουεν. Ο Θευδάς διά να τον φοβίση τω έλεγε: «Συ δεν ξέρεις τον δρόμο. Και αν σε χάσω, θα χαθής». «Θα χαθώ», απήντα παρωδών ο Μάχτος, και τούτο συνέτεινεν εις το να επισπεύδη έτι μάλλον το βήμα.
Ο Βινίκιος υπέδειξεν ακριβώς εις την Λίγειαν την κατοικίαν του Χίλωνος, και αφού εχάραξεν ολίγας λέξεις επί της πινακίδος, είπε στραφείς προς τον Κρίσπον: — Σας δίδω την πινακίδα ταύτην, επειδή ο Χίλων εκείνος είνε άνθρωπος πανούργος και δύσπιστος. — Αρκεί να τον εύρω, θα τον οδηγήσω εκόντα άκοντα, απεκρίθη ο Ούρσος. — Και λαβών τον μανδύαν του, εξήλθε δρομαίως.
Έστρεψα την κεφαλήν και είδα τέσσαρας μικρούς χωρικούς στηλόνοντας επ' εμού περίεργα βλέμματα, αλλ' άμα οι οφθαλμοί μας απηντήθησαν, έφυγον δρομαίως όπισθεν του πατητηρίου. Μετ' ολίγα λεπτά νέος ορμαθός παιδίων παρουσιάζεται όπισθέν μου. Με το δάκτυλον εις το στόμα με παρετήρησαν έκθαμβα επί τινας στιγμάς, και στρέψαντα τα νώτα απεμακρύνθησαν τρέχοντα. Κατόπιν αυτών ήλθον άλλα.
Είχα εισπράξει ποσόν τι και έθετα εντός του κόλπου μου τον περιέχοντα τα συναχθέντα σάκκον, ότε ακούω αίφνης κραυγάς και ποδοβολητόν, και βλέπω χείμαρρον Χριστιανών και Εβραίων φευγόντων δρομαίως προς ημάς. Πριν ή ο Εβραίος μου προφθάση να κλείση την θύραν, η σκοτεινή αποθήκη είχε πληρωθή υπό εντρόμων ομοθρήσκων του.
Μέχρι τινός είχεν αποσπασθή εκ της διανοίας του Μάχτου η επί τη απουσία της Αϊμάς μέριμνα. Αλλ' άμα εξελθών, ανεμνήσθη ότι ώφειλε να φροντίση περί τούτου. Ήρχισε δρομαίως να βαδίζη επί της οδού της αγούσης εις την κώμην. Ότε προέβη πολλά βήματα, είδε συρροήν λαού, ανδρών, γυναικών και παίδων, αποφράττουσαν την δίοδον παρά τινα μάνδραν. Ετάχυνε το βήμα.
Πραγματικώς, καλέ Σωκράτη, πολύ προώδευσες. Σωκράτης. Μου φαίνεται πλέον ότι φέρομαι δρομαίως εις τα ύψη της σοφίας. Ερμογένης. Πολύ μάλιστα. Σωκράτης. Γλήγορα θα σε κάμω να με θαυμάζης περισσότερον. Ερμογένης.
Ο Κουμπής το εστοχάσθη. Εκύτταξε καλά, το ίδιον στήθος και τον κορμόν και τας χείρας του, και το ανεκάλυψεν. Εξήλθε δρομαίως. Εφρύαξε κ' έτρεξε με σκοπόν και απόφασιν να σκοτώση την Λελούδα. Αι δύο γυναίκες είχον ενδυθή. Εφόρεσαν η παλαιά Κουμπίνα τα σεμνά και ταπεινά της, κ' η νέα τα νυφιάτικα, τα οποία δεν είχε φορέσει στον γάμον της, κ' ήσαν έτοιμαι να εξέλθωσι, διά την εκκλησίαν.
Ότε δε οι Αθηναίοι νικηθέντες ετράπησαν εις φυγήν, καταδιωκόμενος μετά των άλλων και ο Ξενοφών έπεσεν εκ του ίππου του, και εκινδύνευε να αιχμαλωτισθή ή να φονευθή. Αλλ' ο Σωκράτης, αν και πεζός, ορμά γενναίως προς βοήθειαν του κινδυνεύοντος φίλου του, αρπάζει αυτόν επί των ώμων του, και τρέχων δρομαίως διασώζει μακράν των εχθρών τον φίλον του Ξενοφώντα.
Μέχρι της όχθης του το διάστημα δεν ήτο πολύ, δεν υπερέβαινεν ίσως τα εκατόν μέτρα, αλλ' όσον δρομαίως και αν το διηρχόμεθα, οι απέναντι εχθροί βεβαίως θα είχον τον απαιτούμενον καιρόν διά να μας σημαδεύσουν τρέχοντας. Καθ' όσον επλησιάζομεν καταβαίνοντες, η γυμνή κοιλάς μου εφαίνετο πλατυτέρα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν