United States or Mali ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και ο θάνατός μου ας πέση επί σε και τους αδελφούς σου!». Την στιγμήν εκείνην η Λίγεια εισήλθεν, επλησίασε προς τον Κρίσπον με πρόσωπον εμπνευσμένον, και ως ηχώ άλλης τινός φωνής, είπεν: — Κρίσπε! ας τον φυλάξωμεν μεταξύ μας και ας μη τον αφήσωμεν, μέχρις ότου ο Χριστός του αποδώση την υγείαν. — Ας γίνη, όπως επιθυμείς. Εις τον Βινίκιον η ταχεία αύτη υποταγή του Κρίσπου έκαμε βαθείαν εντύπωσιν.

Αι επισκέψεις του αύται ήσαν προσφιλείς, διότι τότε ηδύνατο να ομιλή περί της Λιγείας. Ο Γλαύκος δεν ήξευρε πού εκείνη είχε καταφύγει, αλλ' εβεβαίωνε τον Βινίκιον ότι η μέριμνα των πρεσβυτέρων επέβλεπεν αυτήν. Μιαν ημέραν, συγκινηθείς από την λύπην του Βινικίου, τω είπεν ότι ο απόστολος Πέτρος είχε μεμφθή τον Κρίσπον, διότι ούτος επέπληξε την Λίγειαν διά τον επίγειον έρωτά της.

Μετά την καταστροφήν του στρατού της Συρίας είς μόνος ακόμη υπήρχε στρατός εις την Ασίαν, ο προς άμυναν της Μικράς Ασίας σταθμεύων εις την Καισάρειαν. Αρχιστράτηγον αυτού διώρισεν ο Ηράκλειος τον γαμβρόν του Φωκά Κρίσπον. Εν μέσω τοιαύτης καταστάσεως πραγμάτων ο Ηράκλειος εσκέφθη να συνάψη ειρήνην έντιμον προς τον κινδυνωδέστερον των πολεμίων, τον βασιλέα των Περσών Χοσρόην.

Όταν έφθασα εις Ρώμην, προσεπάθησα να εισχωρήσω πλησίον των πρεσβυτέρων των διά να τύχω δικαιοσύνης κατά του Γλαύκου. Ενόμιζον ότι θα τον υπεχρέουν να μου αποδώση την σύζυγόν μου. Τοιουτοτρόπως εγνώρισα τον αρχιερέα των· εγνώρισα Παύλον τινα, όστις ήτο δεσμώτης εδώ, και τον απέλυσαν· εγνώρισα τον υιόν του Ζεβεδαίου και τον Λίνον και τον Κρίσπον και πολλούς άλλους.

Την επιούσαν εξήλθε λίαν πρωί του κοιτώνος, εκάλεσε τον Κρίσπον εις τον κήπον και υπό την σκιάδα του κισσού και της ξηράς κληματίδος του ήνοιξεν όλην την καρδίαν της και τον παρεκάλεσε να τη επιτρέψη όπως απέλθη εκ της οικίας της Μαριάμ διότι δεν είχε πλέον εμπιστοσύνην εις εαυτήν και δεν ηδύνατο εν τη καρδία της να κατανικήση τον έρωτά της προς τον Βινίκιον.

Άναξ, εκδικήθητι αυτούς διά το αδίκημα, το οποίον μου έκαμαν και θα σου παραδώσω τον Πέτρον τον Απόστολον και τον Λίνον και τον Κλίτον, και τον Γλαύκον και τον Κρίσπον, τους πρεσβυτέρους των και την Λίγειαν και τον Ούρσον.

Ο Ηράκλειος απεβιβάσθη, εις την πόλιν εν μέσω των ευφημιών του λαού και επρόσφερε την βασιλείαν εις τον εκ θυγατρός γαμβρόν του Φωκά Κρίσπον, ο οποίος είχεν εγκαταλείψη τον πενθερόν του και είχε προσχωρήση προς τον Ηράκλειον διά να σώση το κράτος, καθώς έλεγεν, από τον τύραννον και να τιμωρήση τον φονέα του Μαυρικίου και των τέκνων του και όχι διά να απαιτήση διάδημα και πορφύραν.

Ο Βινίκιος υπέδειξεν ακριβώς εις την Λίγειαν την κατοικίαν του Χίλωνος, και αφού εχάραξεν ολίγας λέξεις επί της πινακίδος, είπε στραφείς προς τον Κρίσπον: — Σας δίδω την πινακίδα ταύτην, επειδή ο Χίλων εκείνος είνε άνθρωπος πανούργος και δύσπιστος. — Αρκεί να τον εύρω, θα τον οδηγήσω εκόντα άκοντα, απεκρίθη ο Ούρσος. — Και λαβών τον μανδύαν του, εξήλθε δρομαίως.