United States or Guadeloupe ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και όμως ο μεν φίλος της ειρήνης θέλει μεμφθή όλ' αυτά, ο δε δραστήριος θέλει ζηλοτυπήσει, ο δε μηδέν κεκτημένος θέλει φθονήσει· ως γνωστόν, το να μισήται τις και να είναι δυσάρεστος υπήρξεν ο κλήρος εκείνων, οίτινες ηξίωσαν να είναι άρχοντες επί των άλλων· ο ένεκα μεγίστων αυτού κερδών φθονούμενος σκέπτεται ορθώς.

ΓΟΝΕΡ. Υγίαινε, αυθέντα μου, υγίαιν', αδελφή μου! ΚΟΡΝ. Πηγαίνετε να εύρετε τον Γλόστερ τον προδότην 'σάν κλέπτην να τον δέσετε κ' εμπρός μας φέρετέ τον! Δεν ημπορώ εις θάνατον να τον καταδικάσω, αφού δεν έχω πρόσχημα δικαιοσύνης κάπως, αλλ' η οργή μου ημπορεί να κορεσθή αλλέως! Ο κόσμος ίσως με μεμφθή, αλλά να μ' εμποδίση δεν ημπορεί! Ποιος έρχεται; — Α! Ο προδότης είναι!

Όσην υπόληψιν έλαβεν ο Καραϊσκάκης προς τον Κόχραν, τόσην καταφρόνησιν και απέχθειαν προς τον Τζιούρτζ, διορισθέντα και αυτόν αρχιστράτηγον. Αν και ήναι πιθανόν να εκινήθη εις τούτο από ζηλοτυπίαν, μ' όλον τούτο τα πρώτα του αρχιστρατήγου κινήματα του έδωκαν ικανήν αιτίαν να τον μεμφθή και να τον κατακρίνη.

Αι επισκέψεις του αύται ήσαν προσφιλείς, διότι τότε ηδύνατο να ομιλή περί της Λιγείας. Ο Γλαύκος δεν ήξευρε πού εκείνη είχε καταφύγει, αλλ' εβεβαίωνε τον Βινίκιον ότι η μέριμνα των πρεσβυτέρων επέβλεπεν αυτήν. Μιαν ημέραν, συγκινηθείς από την λύπην του Βινικίου, τω είπεν ότι ο απόστολος Πέτρος είχε μεμφθή τον Κρίσπον, διότι ούτος επέπληξε την Λίγειαν διά τον επίγειον έρωτά της.

Μία αυτών, η αδελφή Βεάτη, εδεικνύετο εξόχως ευμενής προς τον κύνα. Η ευμένεια δε ήτο το κυριώτατον γνώρισμα της γυναικός ταύτης. Αύτη εμειδία τόσον προθύμως και περιχαρώς προς πάντα τα περί αυτήν, ώστε ουδείς ηδύνατο να την μεμφθή ούτε διά το υψηλόν της ανάστημα ούτε διά την άπλυτον εμπροσθέλλαν ην εφόρει. Η αδελφή Βεάτη ήτο η επιτηδειοτάτη των μαγείρων και η αμελεστάτη των καλογραιών.

Τώρα λοιπόν εάν πράξετε ως σας λέγομεν, ούτε εκείνος θα δυνηθή να σας μεμφθή ούτε ημείς· επειδή παρεμείνατε τας διωρισμένας ημέρας, αναχωρήσατε πλέονΚαι οι μεν Σκύθαι, επειδή οι Ίωνες υπεσχέθησαν να πράξωσι τούτο, έσπευσαν να αναχωρήσωσιν όσον τάχιστα. Μετά δε τα δώρα τα σταλέντα εις τον Δαρείον οι μείναντες Σκύθαι, πεζόν και ιππικόν, αντετάχθησαν διά να πολεμήσωσι τους Πέρσας.

Ο δε Τισσαφέρνης εννοήσας ότι και τούτο ήτο έργον των Πελοποννησίων, καθώς και το συμβάν της Μιλήτου και της Κνίδου, οπόθεν αι φρουραί του είχαν ομοίως εκδιωχθή, εσκέφθη ότι διερράγη πλέον κάθε μετ' αυτών σχέσις, φοβηθείς δε μήπως πάθη υπ' αυτών και άλλας ζημίας και δυσανασχετήσας συγχρόνως, διότι ο Φαρνάβαζος, ο οποίος τους είχε προσκάλεσει προ ολίγου χρόνου και με ολιγώτερα έξοδα, επετύγχανε κάλλιον αυτού εις τον κατά των Αθηναίων πόλεμον, απεφάσισε να μεταβή προς αυτούς εις τον Ελλήσποντον, διά να τους μεμφθή διά τα συμβάντα της Αντάνδρου, αποκρούση τας εναντίον του διαβολάς και απολογηθή όσον το δυνατόν ευπρεπέστερον περί των Φοινικικών πλοίων.