United States or Ukraine ? Vote for the TOP Country of the Week !


Να εισέλθωμεν ημείς πρώτοι εις επίσκεψιν της κυρίας, καθ' ην ώραν αναμένει έτι τους ξένους της, και τείνει έμπλεον προσδοκίας το βλέμμα προς την θύραν, και προσέχει ανυπόμονον το ους προς πάντα κρότον του κώδωνος της θύρας; Καλλίτερα όχι. Δεν είνε ευχάριστον να περιμένη τις, και ακόμη ολιγώτερον να βλέπη άλλον περιμένοντα.

Οι συγγενείς του μυλωθρού εν Ιντερλάκεν, εις επίσκεψιν των οποίον ο μυλωθρός και η Μπαμπέττα είχον έλθει, προσεκάλεσαν τον Ρούντυ να καταλύση εις το σπίτι των, αφού ήτο από το ίδιον καντόνιον, οπόθεν και ο μυλωθρός.

Όταν η ωραία αύτη σκηνή παρήλθε, διηγείται ο Ματθαίος ότι ανεχώρησεν εις την οδόν Αυτού, πιθανώς διά την νέαν εκείνην επίσκεψιν εις την άλλην Βηθανίαν, περί ης θα είπωμεν εν τω επομένω κεφαλαίω· και καθ' οδόν συνέβη άλλο επεισόδιον, το οποίον ενετυπώθη τόσον βαθέως εις τα πνεύματα των θεατών, ώστε και τούτο απεμνημονεύθη υπό των Ευαγγελιστών εν τριπλή αφηγήσει.

Τόσην δε αγάπην έτρεφον προς αυτόν οι Αθηναίοι και όλοι οι Ελληνες, ώστε όταν διέβαινεν εσηκώνοντο οι άρχοντες, όλοι δε εσιώπων. Κατά δε τα τέλη του βίου του, όταν πλέον ήτο υπέργηρως, εδείπνει και εκοιμάτο απρόσκλητος εις οιανδήποτε οικίαν ήθελεν• εκείνοι δε οίτινες εδέχοντο την επίσκεψίν του, την εθεώρουν περίπου θείαν εμφάνισιν και ως ευτυχή οιωνόν.

Επί τέλους απεφασίσθη διά μεν την περιέργειαν και την αδιάκριτον επίσκεψίν μας εις την νήσον των Μακάρων να δώσωμεν λόγον αφού αποθάνωμεν• τώρα δε να μείνωμεν επί ωρισμένον καιρόν εις την νήσον μετά των ηρώων και έπειτα ναναχωρήσωμεν• μας ώρισε δε την προθεσμίαν της διαμονής όχι ανωτέραν των επτά μηνών.

Πώς; Δεν σου είπα, αυθέντα, ότι έκαμα δεήσεις διά την υγείαν σου; — Και τίποτε περισσότερον; — Ητοιμαζόμην ευλόγως να έλθω εις επίσκεψίν σου, όταν ο καλός αυτός άνθρωπος ήλθε να με ζητήση εκ μέρους σου. Ιδού, λάβε την πινακίδα αυτήν, θα υπάγης εις την οικίαν μου και θα την εγχειρίσης εις τον απελεύθερόν μου.

Ενώ δε ο Γεροστάθης ετελείονε τα ανωτέρω περί Περικλέους, εισήλθε προς επίσκεψίν του ο ιερεύς της κωμοπόλεως, τον οποίον με σέβας και με φιλοφροσύνην υπεδέχθη ο γέρων· άπαντες δε επροσηκώθημεν αμέσως προς χαιρετισμόν του αγαθού διδασκάλου μας.

Με επήρε λοιπόν υποκάτω εις την επίσκεψίν του, και με ένδυσε κατά την συνήθειαν των τζοχανταρέων και μου ερμήνευσε τον τρόπον πως έχω να μεταχειρισθώ την δούλευσίν μου· με έβαλε την άλλην ημέραν εις τον αριθμόν των τζοχανταρέων του οντά του βασιλέως, και εις ολίγον καιρόν έκαμα τιμήν του βασιλέως.

Αληθές είνε ότι τους πρώτους μετά την κατεδάφισιν μήνας του βυζαντινού εκείνου κτιρίου, εφαίνετο εις άκρον συγκεκινημένος ο ταλαίπωρος Καπετάνιος, ως ένας σαστισμένος μάλλον· δεν τον εχωρούσε κανένας τόπος· τας πρώτας ημέρας τον έβλεπαν όλοι υψηλόν, οστεώδη, με τον σαρακωμένον μύστακα να κάθηται εις την Ωραίαν Ελλάδα εις το μεγαλείτερον κέντρον της πόλεως, τω καιρώ εκείνω, εις την γωνίαν την αριστεράν επί της διασταυρώσεως των οδών Ερμού και Αιόλου , εν μέσω στενωτάτου κύκλου μελών τίνων της εταιρείας της Αναστάσεως , ήτις υφίστατο ακόμη, αλλά ψυχορραγούσα πλέον, περιγράφων εις αυτούς πότε την μυστηριώδη εκείνην επίσκεψίν του εις την Αγίαν Σοφίαν, και πότε τας θλίψεις και την πείναν του εις την εξορίαν του εν Αφρική, εύελπις όμως πάντοτε περί της επαληθεύσεως των χρησμών μίαν ημέραν.

Αλλ' αίφνης εκρούσθη η θύρα, και, μετά προφανούς δυσαρεσκείας είδε την καταξύριστον μορφήν του υπηρέτου ευσεβάστως παρακύπτουσαν όπισθεν του θυροφύλλου. — Τι τρέχει, Λουή; τον ηρώτησα εισερχόμενον. — Μία Τούρκισσα, απήντησεν υποκλινόμενος προ της συνοφρυωμένης μητρός μου, μία Τούρκισσα προς επίσκεψιν. — Προς επίσκεψιν ημών; Δεν είναι δυνατόν! Θα έχης λάθος, Λουή, πήγαινε!