United States or Iran ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εδεήθη και υπέρ διασώσεως του κινδυνεύοντος πλοίου, περί ου χωρίς να ζητήση εξήγησιν αμέσως είχεν εννοήσει τα συμβάντα. Τέλος αι κραυγαί μικρόν κατά μικρόν έπαυσαν, ησυχία επήλθεν. Εφάνη ότι βωβή συμφορά είχεν ενσκήψει, ή ότι η δυσχέρεια έλαβε πέρας. Δύο άλλοι άνδρες ανησυχήσαντες εξήλθον έως την Αγίαν Κυριακήν, πέραν της ξυλίνης γεφύρας με δύο πυρσούς εις τας χείρας.

Και τα δύο τούτα αισθήματα από το βάθος, όπου συνυπάρχουν, ξεχωρίζονται παραλλήλως εκφραζόμενα εις την ομιλίαν του προς την Οφηλίαν, όπως αυτός την βλέπει πότε ως ένα μέλος σαπημένου κοινωνικού σώματος, πότε ως μίαν εξαίρεσιν, ένα πλάσμα αδιάφθαρτον, το οποίον, αν και αγνόν όσον ο πάγος, και όσον το χιόνι καθαρόν, δεν θα ξεφύγη την συκοφαντίαν , εις έναν κόσμον όπου η Αρετή εκατάντησε μύθος· εξομολογείται εις αυτήν ως εις αγίαν όλας τας ανθρωπίνους αδυναμίας του, τας μεγαλοποιεί, διότι κυριευόμενος από την απελπιστικήν ιδέαν την οποίαν εσχημάτισε περί της ανθρωπότητος, αμφιβάλλει και περί του εαυτού του και πείθεται ότι δεν θα είχεν άδικον η Οφηλία εάν δεν επίστευσεν εις την αγνότητα της αγάπης του· διά να την αποσπάση οριστικώς από αυτόν και από τον κόσμον αναιρεί με αναγκαίαν σκληρότητα το πραγματικόν προς αυτήν αίσθημά του και επιμόνως την παρακινεί να προφθάση να σωθή από τους κινδύνους του κόσμου.

Στα μαύρα της μάτια έβλεπα μιαν αγίαν καλωσύνη, κάτι από το βλέμμα της Παναγίας· κι η γλυκειά της φωνή, όταν ακόμη έλεγε ασήμαντα κι αδιάφορα, ήτο μουσική πούφτανε στα βάθη της ψυχής μου κεγέμιζε τρυφερότητα την καρδιά μου. Όσες φορές την έβλεπα, μούδιδε τη χαρά και την ευτυχία κ η φωνή και το χαμόγελό της ήσαν τα φάρμακα για κάθε μου λύπη.

Το καλλιτεχνικόν μεγαλείον του ναού εσεβάσθησαν όλοι αι αιώνες και αυτός δε ο μωαμεθανός κατακτητής, μόλις κατέλαβε την πόλιν, εις τον ναόν τούτον απ' ευθείας μετέβη και τον μετέβαλεν εις προσευκτήριον της θρησκείας του. Δεύτερον μέγα εις την πρωτεύουσαν εκκλησιαστικόν κτίσμα του Ιουστινιανού είνε ο μετά την Αγίαν Σοφίαν περιφημότατος ναός της Αγίας Ειρήνης.

'Στήν πρώτην καταιγίδα εκείνην των θνητών και την αγίαν είδα του Νώε κιβωτόν. Κι' εγώ ουρανοβάμων 'στόν Καύκασον εδέθην, και 'στής Κανά τον γάμον με φράκο παρευρέθην. Μ' ετύφλωσεν η άμμος της παλαιάς Σαχάρας, και είχα γίνει μάμμος 'στόν τοκετόν της Σάρας. Είδα ως έν φαινόμενον εκ των πολύ σπουδαίων και τον Περιπλανώμενον εκείνον Ιουδαίον.

Πότε έχομε της Παναγίας; ηρώτησεν η σύζυγός του, αποθέσασα χαμαί, επί τινος σανίδος, το νήπιον, το οποίον απεκοιμήθη θηλάζον, και με το βάρος εκείνο της κοιλίας της, η πτωχή, επανήρχισε πάλιν το μπογάδιασμα των ιματίων. — Την παραπάνω Κυριακή, απήντησεν ο Μιστόκλης, καρφώνων με προσοχήν μίαν ωραίαν ολόχρυσον Αγίαν Παρασκευήν.

Ήτο παραγυιός γεωργοκτηματίου τινός κατοικούντος εις την πόλιν, κ' έβοσκε τα βώδια του κυρίου του κάτω εις την Αγίαν Ελένην, όπου ούτος είχεν εκτεταμένους αγρούς με μικράν έπαυλιν, κ' επέστρεφεν αργά εις την έπαυλιν, όπως όχι σπανίως του συνέβαινε. — Παγώνα! ε! Παγώνα! — Τι θέλεις, θεια-Συνοδιά; απήντησεν ο νεαρός αγρότης γνωρίζων την φωνήν της. — Έρχεσαι τα-ίσα απ' το χωριό, ή όχι;

Ιεράρχαι τινές ολοψύχως εις την Αγίαν έδραν αφωσιωμένοι εζήτησαν να μεταβάλωσιν εις κατάνυξιν την μανίαν του πλήθους κράζοντες «Θαύμαμεγάλη τη φωνή και προσκαλούντες εις προσκύνησιν τους πιστούς.

Αλλ' η πλεονεξία και το φιλοχρήματον των Ιουδαίων ήτο τόσον επίμονον κακόν, ώστε ο Χριστός ηναγκάσθη να επαναλάβη και εκ δευτέρου την πράξιν, και τούτο τέσσαρας ημέρας προ του Πάθους Του. Γνωρίζομεν πόσον πλήθος συνέρρεεν εις την αγίαν πόλιν κατά την ενιαύσιον μεγάλην εορτήν.

Και ο πατέρας μου πέθανε χρόνωνε ογδοήντα με θάνατο χριστιανικό, σαν καλός χριστιανός οπού ήτανε, κάνοντας ψυχικά, και ποτέ στο ζύγι μην αγελώντας, και αξιώθηκε να τον εβγάλη ο Φιλόθεος ο Δεσπότης που του έδωκε και την αγίαν του ευχή. Και η μάνα μας πέθανε από τη λοιμική που μας ηφέρανε οι Βενετζιάνοι και πολύς κόσμος εχάθηκε, χρόνωνε εξήντα τρία.