United States or Barbados ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τον ηρώτων, βλέποντες επί της ξυλίνης παγκιέτας του καφενείου του μίαν κασσελίτσα και μίαν τσεργίτσα. Και όμως ο Στεφανάκης φαίνεται να την ηγάπα την ωραίαν κόρην αληθώς, διότι πάντοτε την ημέραν του κακιώματος έπαιρνε τα βιολιά και εμέθυεν όχι από την χαράν του, αλλ' από την λύπην του.

Και αι γυναίκες των πλαγιασμένοι και αυταί, ύπνωττον ολιγώτερον ακουστώς όπισθεν του ιερού βήματος, τυλιγμέναι με τα χιράμια και τα κιλίμια, τα οποία είχον φέρει επεστρωμένα επί των σαγμάτων των όνων. Και αι εκ της πολίχνης ελθούσαι γυναίκες, κύπτουσαι επί των καλαθίων των, έξω της θύρας του ναού, υπό τον εστεγασμένον πρόναον και εντός της ξύλινης κιγκλίδος, ελαγοκοιμώντο και αυταί.

Εδεήθη και υπέρ διασώσεως του κινδυνεύοντος πλοίου, περί ου χωρίς να ζητήση εξήγησιν αμέσως είχεν εννοήσει τα συμβάντα. Τέλος αι κραυγαί μικρόν κατά μικρόν έπαυσαν, ησυχία επήλθεν. Εφάνη ότι βωβή συμφορά είχεν ενσκήψει, ή ότι η δυσχέρεια έλαβε πέρας. Δύο άλλοι άνδρες ανησυχήσαντες εξήλθον έως την Αγίαν Κυριακήν, πέραν της ξυλίνης γεφύρας με δύο πυρσούς εις τας χείρας.

Εις το κέντρον του χωρίου υψούται συνήθως Πύργος, του οποίου η είσοδος υπερέχει τοσούτον του εδάφους, ώστε μόνον διά κλίμακος ξυλίνης ή διά σχοινιών δύναται τις ν' ανέλθη μέχρις αυτής. Οι Πύργοι ούτοι, λείψανα της κυριαρχίας των Γενουηνσίων, είναι αι ακροπόλεις των χωρίων. Τοιούτο ήτο το χωρίον Μεστά, όπου προσεφύγομεν.

Διά τινος οπής εκβλύζει υποβρυχίως το νερόν, είτα αναπηδά και αποτελεί κρότον όμοιον με τον της «ματσόλας» ή ξυλίνης σφύρας του καλαφάτη, — ή του «διανάκτου» όπως λέγουν εις τον Β. Ναύσταθμον, — επί των πλευρών επισκευαζομένου πλοίου. Η ματσόλα ή η σφύρα αυτή δεν παύει, ημέραν και νύκτα, ακούραστος, ακοίμητος ν' ακούεται.

Έκρουον έξωθεν την θύραν, εις την οποίαν είχε βάλει τον σύρτην έσωθεν η Αφέντρα, καθώς συνήθιζεν, όταν ήτο εις τον νερόμυλον μόνη με τα παιδάκια της. Η Αφέντρα με κίνημα χαράς εσηκώθη, έλαβε τον λύχνον, κατέβη τας τεσσάρας βαθμίδας της ξυλίνης κλίμακος, δι' ης ανήρχετο τις από το έδαφος του μύλου εις τον θάλαμον, κ' επήγε ν' ανοίξη την εξωτερικήν θύραν. Τα παιδία σκιρτώντα έτρεξαν κατόπιν της.

Έβλεπε ο κόσμος και ηγωνία, ότε από το πλήθος αποσπάται ρωμαλέος άνδρας, ορμά επί της πέτρινης κλίμακος, την διασκελίζει, εισέρχεται εις την οικίαν και διά της ξυλίνης κλίμακος, ήτις έφερεν εις το άνω πάτωμα, αναβαίνει ταχύς, μέσα εις τας φλόγας και χωρίς διόλου ν' αναμετρήση τον κίνδυνον, εμβαίνει εις το δωμάτιον, αρπάζει την νέαν έξαλλον εκ φρίκης, εις τους στιβαρούς του βραχίονας και διά της ιδίας κλίμακος, καιομένης ήδη και απειλούσης να καταπέση, κατέρχεται τρέχων με το φορτίον του, το οποίον εναποθέτει ημιλιπόθυμον εις τας αγκάλας ομίλου γυναικών εν τω μέσω θρήνων και κραύγει και φεύγει τρέχων.

Η εξοχωτέρα των εκδρομών τούτων ήτο εις το &Κάστρον&, την παλαιάν πόλιν της νήσου, ερημωθείσαν μετά το 1821. Το Κάστρον τούτο ήτο αληθής φωλεά γλάρου, βράχος εξέχων υπέρ τας εκατόν οργυιάς υπεράνω της επιφανείας της θαλάσσης και διά στενού λαιμού συνδεόμενος με την ξηράν, μεθ' ης συγκοινωνεί διά κινητής ξυλίνης γεφύρας.

Από τις τρύπες της ξύλινης οροφής έμπαιναν λοξά φωτεινές ακτίνες ασημί σκόνης που κατέληγαν επάνω στα κεφάλια των γονατισμένων καταγής γυναικών, και οι κιτρινισμένες φιγούρες που ξεπηδούσαν από το μαυρισμένο φόντο των ραγισμένων τοιχογραφιών, που ακόμη κοσμούσαν τους τοίχους, έμοιαζαν μ’ αυτές τις γυναίκες, ντυμένες στα μαύρα και τα βιολετιά, όλες χλωμές σαν το φίλντισι, ακόμη και οι πιο ωραίες, οι πιο λεπτές, με στήθος άσαρκο και την κοιλιά πρησμένη από της θέρμες της μαλάριας.