United States or Austria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Του ωκεανού του βίου θα ήτο ναυαγός, εξ εκείνων, οίτινες δεν εξωθούνται προς απορρώγας βράχους, αλλά προς τας θύρας των ανθρώπων· οίτινες δεν ωθούνται κατά του αμόρφου γρανίτου, αλλά κατά του καλλιμόρφου μαρμάρου· οίτινες δεν θραύουσι την κεφαλήν κατά βραχώδους και αλαξεύτου προεξοχής, δημιουργήματος του χρόνου και του κύματος, αλλά θραύουσιν αυτήν ασφαλέστερον κατά γωνίας μαρμαρίνης, δημιουργήματος της σμίλης, εφ' ης εκρούσθη επιμόνως της ματαιοδοξίας η σφύρα.

Σαν νάμαι λες παρθένα και μπράτσα μεστωμένα παλληκαριού, πρώτη φορά να μ' ανεβάζουν από τα σφυρά όπου μ' εγγίζουν, σ' όλο το κορμί, τον πόθο του σφιξίματος και την ορμή των κυλισμάτων. Μια στιγμή αυτό το χάδι να βαστάξη και λυγμοί θε να με πιάσουνε και σπαραγμοί. . . Θα με τραντάξουν. . . ω! αυτοί οι γλυκασμοί!

Ο Τζατσίντο κοίταζε τις γυναίκες που πήγαιναν στη λειτουργία, αυστηρές, αλύγιστες, με τετράγωνα, χλωμά πρόσωπα πλαισιωμένα από γυαλιστερά μαλλιά σαν μαύρο σατέν, με τα σφυρά γυμνά σαν της ελαφίνας, με όμορφα πασούμια στολισμένα με άνθη. Καθισμένες στο πάτωμα της εκκλησίας, με τους κόκκινους κορσέδες τους, σκεπασμένους με κεντημένα μαντήλια, έδιναν την εντύπωση ενός ανθισμένου κάμπου.

Οι καλώς εσφιγμένοι περί τα σφυρά και φολιδοειδώς ανερχομένοι εις την κνήμην ιμάντες των πεδίλων του ήσαν ως πτερά εις τους πόδας.

Έπειτα σταθείς όρθιος, έλαβε το εργαλείον του, όπερ ήτο βαρεία σφύρα, και ήρχισε να κτυπά ηρέμα, βραδέως και κανονικώς τους λίθους, έχων βεβαίως σκοπόν ν' ανοίξη εις το ανώτερον μέρος και άλλην ρωγμήν, ως εκείνας ας είχεν ορύξει ήδη. Επί μακράς ώρας εξετέλει ήδη την εργασίαν ταύτην. Εφαίνετο ακάματος. Ησθάνετο ότι ο σκοπός του ενίσχυεν αυτόν εις τον παράδοξον τούτον κόπον.

Διά τινος οπής εκβλύζει υποβρυχίως το νερόν, είτα αναπηδά και αποτελεί κρότον όμοιον με τον της «ματσόλας» ή ξυλίνης σφύρας του καλαφάτη, — ή του «διανάκτου» όπως λέγουν εις τον Β. Ναύσταθμον, — επί των πλευρών επισκευαζομένου πλοίου. Η ματσόλα ή η σφύρα αυτή δεν παύει, ημέραν και νύκτα, ακούραστος, ακοίμητος ν' ακούεται.

Αλλά και εις την φωνήν δεν είχε, καλέ, κάτι τι από το βέλασμα του τράγου; Έπειτα ήτο κακοζωσμένος, ασυστύλωτος και δεν ήξευρε να περιπατήση στο ίσωμα, αλλά συνεκρούοντο τα σφυρά του και οι πόδες του παρέσυρον και κατεκύλιον τους λίθους της οδού, και εγίνετο χαλασμός κόσμου. Τι πατούχας!

Έχομ' ένα κελλί εγώ μ' έναν πληθοκτίστη κ' έναν καπνοδοχοκαθαριστή, αλλά ποτέ δε μου δίνουν τη σκούπαΌταν κάποιος φίλος του τον κατέκρινε για το φόνο της Helen Abercrombie, σήκωσε τους ώμους κι απάντησε: «Μάλιστα, ήταν φοβερό πράμα, μα κ' εκείν' η ευλογημένη είχε κάτι σφυρά πολύ χοντρά».