United States or Venezuela ? Vote for the TOP Country of the Week !


Επυκνώνονταν, ολοένα επυκνώνονταν ανάμεσα στους τέσερους τοίχους. Ο κόσμος ο περίεργος υπομονετικός μέσα, εκατάπινε καπνούς από τσιγάρα και από βρώμικα πετρέλαια καπνούς. Εφούσκωναν τα μάτια γυαλιστερά, φλογισμένα. Εξεραίνονταν οι λάρυγκες από την πνιγερή, ασφυχτική δύσπνια.

Ο άντρας της μ' έναν υπασπιστή κ' ένα δούλο πηγαίνει από σκηνή σε σκηνή. Μπορεί να ιδή τα γυαλιστερά του μαλλιά κ' ακούει ή φαντάζεται πως ακούει την καθαρή εκείνη κρύα φωνή. Στην αυλή κάτω ο γυιός του Πριάμου κουμπώνει τον χάλκινο θώρακά του. Τα άσπρα μπράτσα της Ανδρομάχης είναι γύρω στο λαιμό του. Την περικεφαλαία του αφίνει χάμου για να μη τρομάξη το μωρό τους.

Δεν είναι και πολύ εύκολο να ιστορηθούνε με το νυ και με το σίγμα όλα τα εμπορικά και βιομηχανικά συστήματα των καιρών εκείνων. Είπαμε ό,τι μας έμεινε γνωστό για το μετάξι, που είταν και το πιο σημαντικό. Άλλος κλάδος πολύ σημαντικός κι αυτός είταν τα πιατικά, που ήξεραν και τάβγαζαν οι δικοί μας γυαλιστερά, κ' είτανε χρώμα μαύρο ή σκούρο.

Άναβαν, έκαιαν, σπίθες ολόθερμης επιθυμίας επετούσαν τα μάτια τους. Γλαρά, φλογισμένα, γυαλιστερά ελαμποκοπούσαν στης ξυπνισμένης σάρκες την καφτερή τη λάβρα, στου ξαναμένου πόθου το πύρινο καμίνι. Οι λιμοκοντόροι ξετρελάθηκαν μαζί της. Τα γεροντοπαλήκαρα όλους στη λύσα ξαπερνούσαν. Μανιασμένοι γερόλυκοι! Έτρεμαν τα χείλια τους. Έτρεμαν τα χέρια τους. Έτρεμαν τα ποδάρια τους.

Στην έρμη πεδιάδα πλανιώνται οι βοσκοί με τα κοπάδια τους κ' εκεί που εις την κρασάτην επιφάνεια της λαδερής θάλασσας, που &Οίνοπα πόντον& τη λέει ο Όμηρος, οι με χάλκινη πρώρα και με μίλτο χαραγμένες μεγάλες τριήρεις των Δαναών άραξαν με τα γυαλιστερά τους ημικύκλια, εκεί ο μοναχικός ψαράς του Θύνου κάθεται στη μικρή του βάρκα και βλέπει πώς πηδάνε οι φελλοί του δικτύου του.