United States or Western Sahara ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έφεραν τότες ένα φουστάνι από μονοκόμματο άσπρο ατλάζι, που είχεν επάνω κεντημένα την άνοιξι με όλα της τα λουλούδια και τον ουρανό με όλα του τ' αστέρια. — Εγώ, είπεν ο μελισσουργός, έτρεχα όλην την νύκτα να σου εύρω αυτό το άσπρο τριαντάφυλλο να βάλης εις τα μαλλιά σου. — Και εγώ, είπεν η πυρραλίδα, εσύναξα σταλαγματιές δρόσο και σου έκαμα περιδέραιο, που λάμπει περισσότερο από τα διαμάντια.

Το νερό αργοκίνητο, χωρίς μουρμουρητά ή παράπονα, περνούσε αφλοίσβητο ανάμεσα στις πρασινάδες. Κάτω από τον ήλιο ο Ποταμός φορούσε τα χρυσάφια του και στολιζότανε με διαμάντια και με ζαφείρια· κάτω από το φεγγάρι έβαζε τασημένια του και φορούσε τα οπάλια και τα μαργαριτάρια του· μέσα στο σκοτάδι της νύκτας ντυνότανε τα μαύρα του βελούδα, κεντημένα με χρυσά άστρα.

Η περισκελίδα του είναι στενή, από πράσινο ανοιχτό ύφασμα με μαύρες χονδρές ραβδώσεις. Τα μαύρα υποδήματά του κεντημένα με χρυσάφι, τελειώνουν σε πολύ μακρυές μύτες από δέρμα μαλακό. Ο Ποιητής υποτίθεται πως είνε οφφικιάλιος της Αυτοκρατορίας και ζη στην πρώτην εποχή των Σταυροφοριών.

Επειδή δε το Πάσχα συμπίπτει κατά τα τέλη Μαρτίου και εις τας αρχάς Απριλίου, η χώρα ήτο περιβεβλημένη την λαμπροτέραν, την μάλλον χλοάζουσαν και ερασμιωτέραν όψιν της, και τα άκρα των σταχυοσπάρτων αγρών εκατέρωθεν του δρόμου, του απλουμένου διά μέσου της ευρείας κοιλάδος, ήσαν ούτως ειπείν κεντημένα, ως ο χιτών του Μεγάλου Ιερέως, με κυανά και με πορφυρά και με κόκκινα άνθη αναρίθμητα.

Η μεγαλειτέρα, κόρη δέκα έξ χρόνων, ήλθε με την σούσταν του πατρός της ενδυμένη ως τελεία κυρία· με καπέλλο, με φόρεμα της τελευταίας μόδας, ούτε το ριπίδι δεν της έλειπε. Την άλλην την έφερεν ο πατήρ της με το κάρρο του· φορούσε και αυτή τα εορτάσιμα χωρικά της ενδύματα, ωραία ενδύματα κεντημένα όλα με το χέρι της.

Μετά ταύτα εμβήκα εις άλλους θαλάμους και εκεί εύρον ένα κρεββάτι στολισμένον με ολόχρυσα σκεπάσματα, κεντημένα με μαργαριτάρια, πολυποίκιλα πετράδια· και από το ένα μέρος και από το άλλο ήσαν δύο διαμάντια μεγάλα ωσάν τα αυγά της στρουθοκαμήλου και ακτινοβουλούσαν καθώς ο ήλιος εις τον καθρέπτην.

Ο Τζατσίντο κοίταζε τις γυναίκες που πήγαιναν στη λειτουργία, αυστηρές, αλύγιστες, με τετράγωνα, χλωμά πρόσωπα πλαισιωμένα από γυαλιστερά μαλλιά σαν μαύρο σατέν, με τα σφυρά γυμνά σαν της ελαφίνας, με όμορφα πασούμια στολισμένα με άνθη. Καθισμένες στο πάτωμα της εκκλησίας, με τους κόκκινους κορσέδες τους, σκεπασμένους με κεντημένα μαντήλια, έδιναν την εντύπωση ενός ανθισμένου κάμπου.

Αυτή εφαίνονταν πως, έστεκε με προσοχήν εις το να αφηκράζεται πενήντα νέες κόρες, που μερικές ετραγουδούσαν, και μερικές ελαλούσαν διάφορα μουσικά όργανα. Ήτον αυτές ενδυμένες από κόκκινα φορέματα χρυσοΰφαντα, κεντημένα με μαργαριτάρια, και έστεκαν ορθές ολόγυρα του θρόνου.