Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 27 Μαΐου 2025


Μίαν νύκτα ο Καλήδ επήγε κρυφά και έκοψε το κεφάλι του βρέφους, και έφερε το μαχαίρι αιματωμένον, και το έκρυψεν υποκάτω εις το στρώμα της Ρεσπίνας, τον καιρόν που αυτή έλειπε και έξω από αυτό έχυσε και σταλαγματιές αίματος από την σαρμανίτσαν του βρέφους έως εις το κρεββάτι αυτής της ανεύθυνης, διά να πέση εις αυτήν το βάρος πως το έσφαξε.

Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Πώς τούτο, κόρη, θα γενή για τους εχθρούς σου βλάβη; ΚΡΕΟΥΣΑ Ξέρεις τον Ερεχθόνιο, ή δεν τον ξέρεις, γέρο; Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Αυτόν που έβγαλεν η γη για πρώτο πρόγονό σας; ΚΡΕΟΥΣΑεκείνον έδωκε η Παλλάς την ώρα που εγεννήθη. . .. ΚΡΕΟΥΣΑ Τούδωκε δυο σταλαγματιές απ της Γοργόνας το αίμα. Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Ποιά δύναμιν είχεν αυτές για τη ζωή του ανθρώπου;

Ήρθ' η Λιόλια με παννιά στα χέρια που έβρεχε με ξύδι και της τάβαλε της Βεργινίας στο κούτελο και μπροστά στα ρουθούνια. . . Έπιασ’ ο Νίκος κ' έσταξε ένα-δυο σταλαγματιές αιθέρα μες το στόμα της που ήτανε μισάνοιχτο.-Τίποτα ! Πάω να φέρω γιατρό ! είπε· είν' ένας εδώ κοντά στου Μακρυγιάννη : αυτός έρχεται ότι ώρα του 'πης.

Επήγαινεν εις το σχολείον και όπως κάθε πρωί ακολουθούσε την ακρογυαλιά, όταν έξαφνα είδε την Νεράιδα εμπρός της με την χρυσή της βέργα, που έλαμπε. Έλαμπαν και τα ξανθά μαλλιά της και το φόρεμά της ακτινοβολούσε από σταλαγματιές της θαλάσσης· εκείνην την στιγμήν η Νεράιδα είχεν έβγη από το νερό. Καθώς έμαθα, της λέγει, δεν αγαπάς το σχολείον.

Έφεραν τότες ένα φουστάνι από μονοκόμματο άσπρο ατλάζι, που είχεν επάνω κεντημένα την άνοιξι με όλα της τα λουλούδια και τον ουρανό με όλα του τ' αστέρια. — Εγώ, είπεν ο μελισσουργός, έτρεχα όλην την νύκτα να σου εύρω αυτό το άσπρο τριαντάφυλλο να βάλης εις τα μαλλιά σου. — Και εγώ, είπεν η πυρραλίδα, εσύναξα σταλαγματιές δρόσο και σου έκαμα περιδέραιο, που λάμπει περισσότερο από τα διαμάντια.

Περπατούσανε απάνω στις λάσπες. Μπροστά ο εκκλησιάρης με το φανάρι, πίσω ο παπάς, με τα Μυστήρια, υψωμένα απάνω απ' το κεφάλι. Ψυχή δεν ήτανε στο δρόμο. Κλειστά όλα τα παράθυρα. Φωνή δεν ακουγότανε από πουθενά, μόνο πού και πού κάποιες χονδρές σταλαγματιές χτυπούσαν απάνω στα βρεμμένα καλντερίμια. Το φως του φαναριού έπεφτε και γυάλιζε πένθιμα απάνω στα νερά.

Πέρασε τα γυαλιά απ' ταυτιά, ξεφυτίλισε το λύχνο, που τρεμόσβυνε μ' ένα άσχημο καπνό, κι' άρχισε να διαβάζη στο πρώτο φύλλο που άνοιξε: «Ελέησόν με ο Θεός κατά το μέγα έλεός σου και κατά το πλήθος των οικτιρμών σου εξάλειψον το ανόμημά μου...» Γύρισε άλλο φύλλο: «Διδάξω ανόμους τας οδούς σου και ασεβείς επί σε επιστρέψουσι...» Δεν μπορούσε να προχωρήση· ο νους του έφευγε από το βιβλίο, η καρδιά του ήτανε βαρειά, ανάρηες σταλαγματιές βροχής χτυπούσαν, πού και πού, απάνω στα τζάμια, που γύριζαν το μυαλό του, σαν να του κανοναρχούσαν άλλα λόγια, παράξενα.

Οι σταλαγματιές της βροχής του φαινότανε πως ήταν κάποιο χέρι που του χτυπούσε το παράθυρο και δεν τον άφινε να διαβάση. «... Ζώα μικρά μετά μεγάλων, εκεί πλοία διαπορεύονται...» Έκλεισε το βιβλίο και το πέταξε στο τραπέζι μαζί με τα γυαλιά του, ακούμπησε το κεφάλι στο χέρι του κ' έκλεισε τα μάτια του. Πώς του ήρθε να γίνη παπάς; Ούτ' αυτός δεν το καταλάβαινε.

Έπειτα βγήκε ο Παπα-Παρθένης μοναχός του, κοκουλωμένος από κεφαλής με το βαρύ του σάλι. Χονδρές σταλαγματιές άρχισαν να πέφτουν απ' τον ουρανό, ένας αέρας ξαφνικός τίναζε δυνατά τα κλαδιά των δένδρων, η μπόρα ήτανε έτοιμη να ξεσπάση. Ο Παπα-Παρθένης κατηφόρισε βιαστικά το δρόμο.

ΒΕΡΑΛΔΟΣ Πρέπει να ομολογήσης ότι είσαι άνθρωπος με μεγάλην προκατάληψιν και βλέπεις τα πράγματα μ' αλλόκοτα μάτια. ΑΡΓΓΑΝ Ποιος γιατρός; ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Γιατρός της ιατρικής. ΑΡΓΓΑΝ Σ' ερωτώ ποιος είνε. ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Δεν τον γνωρίζω· μου μοιάζει όμως τόσο πολύ, σαν να είμαστε δυο σταλαγματιές νερό.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν