United States or Lebanon ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όλοι τους στο ίδιο το καζάνι μέσα βράζουν εδώ. Το ίδιο το φαρμάκι τους ποτίζει όλους. Ας σύρουμε παραμέσα, γιατί φτάνει μας τα πολιτικά. Είναι φριχτή η σαπίλλα τους, και μπορεί ναρρωστήσουμε. Κοίταξε τους τρεις εκείνους καμαρωτούς σπαθοφόρους, στου καφενείου το βάθος. Εκεί να πάμε, και να καθίσουμε δίπλα τους. Μια χαρά να τους βλέπης. Άλλο πράγμα όμως, να τους ακούς.

Ο ήλιος είχε δύσει, ότε εφθάσαμεν εις την Σκάλαν. Ο Κ. Μελέτης μας επερίμενε. Κάτωθεν δεν εφαίνετο ο καπνός του ατμοπλοίου, κρυπτομένου από το προέχον ακρωτήριον, ώστε δεν εγνώριζον εισέτι εκεί ότι θα έλθη προ της συνήθους ώρας. Αλλά το δείπνον ήτο έτοιμον και δεν εβράδυνε να στρωθή η τράπεζα εντός του μικρού καφενείου. Δεν αντηλλάξαμεν πολλάς λέξεις κατά το δείπνον.

Μόλις μεθ' ημέρας, συνελθούσα κάπως εις εμαυτήν, εννόησα εκ της νέας, ικανώς κωμικής, σκηνής, εις ην παρευρέθην, ότι διετέλουν εις χείρας μικρού τινος εκ των νεοφωτίστων εκείνων μεσιτών, ους είχον εμπαίξει εν ώρα ευδαιμονίας. Ο κάτοχός μου επιτέλει μέρος παραδόξου τινός χορού, συνωθουμένου περί το σφαιριστήριον μεγάλου και ικανώς πλήθοντος καφενείου.

Και με παρέσυρε μακράν του ομίλου. Δεν είχε διόλου μεταβληθή. Η αυτή αξιοπρεπής στάσις, το αυτό λεπτόν μειδίαμα και, δυστυχώς η αυτή περιβολή. Το τριβώνιόν του μάλιστα είχε τας χειρίδας πολύ κοντάς, τρανή απόδειξις ότι δεν είχε κοπή επάνω του. Εκαθήσαμεν έξωθεν καφενείου. Ήτο πολύ ευχαριστημένος που με έβλεπε, αλλά κ' εγώ με πολλήν χαράν τον επανείδα. Τον διέκοψα.

Ο λιμενοφύλαξ, ως φάσμα εξελθών από του νέφους του εγγύς καφενείου, έλαβε τα χαρτιά από τον γέροντα αλιέα, και μετ' ολίγον ένας όγκος μέγας και μαύρος, ως καθεύδουσα προβατίνα, σκεπασμένη εντός της κοιλίας της αλιάδος υπό βαρείαν θεσσαλικήν χλαίναν, εξεδιπλώθη, μακρός, υψηλός, κ' εφάνη εν τη αποβάθρα ξένος τις, ανδρικής ηλικίας, φέρων επ' ώμων την χλαίναν και κρατών εις χείρας δισάκκιον ελαφρόν.

Ποτέ, καθ' όλην του βίου μου την διάρκειαν, δεν ενθυμούμαι ζωηροτέραν περίοδον διασκεδάσεων ή τα πρώτα εκείνα έτη της εν Σύρω διαμονής. Είναι αληθές ότι ήμην εις της νεότητος το άνθος τότε. Αλλ' ουχ ήττον, ενθυμούμαι και τους γέροντας μετά των νέων συνευθυμούντας. Προς τα εξημερώματα επήλθεν επί τέλους ησυχία εντός του καφενείου και απεκοιμήθην.

Τον ηρώτων, βλέποντες επί της ξυλίνης παγκιέτας του καφενείου του μίαν κασσελίτσα και μίαν τσεργίτσα. Και όμως ο Στεφανάκης φαίνεται να την ηγάπα την ωραίαν κόρην αληθώς, διότι πάντοτε την ημέραν του κακιώματος έπαιρνε τα βιολιά και εμέθυεν όχι από την χαράν του, αλλ' από την λύπην του.

Εστενοχωρείτο κάπως, αλλ' ήτο ευχαριστημένος. Το πλήθος εκείνο όπερ τον περιεκύκλου, ο συμμιγής των φωνών του θόρυβος, αι κραυγαί των παρερχομένων εφημεριδοπωλών, η τύρβη των αεικινήτων υπηρετών του καφενείου, ετάραττον μεν την ανάγνωσίν του, αλλά τον έτερπον ενδομύχως, διότι επλήρουν τας προσδοκίας του.

Ετρώγαμεν εν βία, η δε εντός και εκτός του καφενείου κίνησις απησχόλει και των τριών μας την προσοχήν.

Τώρα είπες καλά, τέκνον μου. Μετά τρεις ημέρας, βράδυ-βράδυ, σουρούπωμα, ο γέρω Σταυρής ο καφεπώλης εκάθητο προ της θύρας του καφενείου του, βιαίως ροφών τον αέρα ως άνθρωπος πάντοτε κρυωμένος, ότε αλιάς μικρά προσωρμίζετο εις την αποβάθραν έμπροσθεν του καφενείου του.