United States or Indonesia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Γενική όμως κατήφεια, βαθυτάτη θλίψις, στεναγμοί, και δάκρυα συνώδευσαν τον νεκρόν εις το τελευταίον κατοικητήριόν του. Μαθηταί, χήραι, γέροντες, πτωχοί, ορφανά, και πάντες εν γένει οι κάτοικοι της κωμοπόλεως θρηνούντες παρηκολούθουν το λείψανον του ευεργέτου αυτών.

Βεβαίως κατά τας ακριβεστέρας παρατηρήσεις άλλων της γειτονίας γραϊδίωνκαι είνε τα παρατηρητικώτερα των λογικών ζώων τα όντα ταύτα πανταχούδωδεκάκις από της αυγής μέχρι της δεκάτης ώρας της πρωίας είχεν εμφανισθή επί του Βράχου, της υψηλοτέρας θέσεως της νησιωτικής κωμοπόλεως, από της οποίας εφαίνετο το πέλαγος.

Άλλως ουδ' οι Ροΐδηδες ελησμόνησαν τελείως την καταγωγήν των· η δε μονή, ην έκτισαν, φέρει το όνομα Χαλαντρίτζαινα, ου κατά τον Ευστράτιον Ροΐδην μόνη εξήγησις είναι ότι ελήφθη «εκ της ουχί μακράν της Γαστούνης κειμένης κωμοπόλεως Χαλαντρίτζας, ο ναός της οποίας τόσης απήλαυε φήμης κατά τον Buchon». Εις την Παναγίαν Χαλαντρίτζαιναν αποδίδει η Χιακή παράδοσις διάφορα θαύματα.

Και πού να ήξευρες, ανθρωπάκο μου, ότι οι μεγαλείτεροι υποκριταί είνε οι αποφεύγοντες δήθεν την υποκρισίαν . . . Προχωρών εντός της κωμοπόλεως, και βλέπων πάντοτε, εν μακρά μαύρη παρατάξει, τους επί των τοίχων σταυρούς, ήρχισε να κατασκευάζη διαφόρους συλλογισμούς. Είχε χαράξει καλά πλέον.

Ο μπάρμπα-Κώστας έως 68 ετών γέρων, άγαμος κ' εν τω παρελθόντι κ' εν τω μέλλοντι πλέον, είχε προσληφθή από 15 ετών ως υπηρέτης εν τω ναΐσκω της κωμοπόλεως, ως εκκλησιάρχης κατά την συνήθειαν των πόλεων, ως κανδηλάπτης κατά την γλώσσαν του λαού. Ήξευρε και ολίγα γραμματάκια. Ήτο μέτριος το ανάστημα.

Οι δύο αχώριστοι φίλοι, ο είς στολισμένος τα εορτάσιμα, ο έτερος με τα μόνα ενδύματά του, ο πρώτος φέρων εις τους πρησμένους πόδας του πατημένα πέδιλα, ο δεύτερος ανυπόδητος, άρχισαν το πρωί, απολείτουργα, την περιοδείαν των από την μίαν άκρην της κωμοπόλεως εις την άλλην. Μίαν φοράν, ο Πέτρος ο Γύφταρος, με ελαφρότητα κάπως, είχεν ειπεί αυθαδώς, ότι «σηκώνουν τα υψώματα» οι δύο τους.

Ενώ δε ο Γεροστάθης ετελείονε τα ανωτέρω περί Περικλέους, εισήλθε προς επίσκεψίν του ο ιερεύς της κωμοπόλεως, τον οποίον με σέβας και με φιλοφροσύνην υπεδέχθη ο γέρων· άπαντες δε επροσηκώθημεν αμέσως προς χαιρετισμόν του αγαθού διδασκάλου μας.

Μετά πέντε περίπου ωρών οδοιπορίαν εφθάσαμεν εις θολόν Ποτάμι, αλλ' ο προβλεπτικός Παντελής δεν ενέκρινε να φέρωμεν το χαβιάρι υπό τους οφθαλμούς και την ρίνα του Αγά ή των περί αυτόν Τούρκων, και έμεινε με το ζώον του έξω του χωρίου, εις εξοχικήν καλύβην χωρικού γνωστού του, όπου εσυμφωνήσαμεν να με περιμείνη. Εγώ δε ακολουθών τους δημογέροντας εισήλθα εντός της κωμοπόλεως.

Ήτο τω όντι μακράν της κωμοπόλεως, εις το μέρος όπου ήρχιζεν ο δήμος Καλότυχον, ο ύστερον μετονομασθείς δήμος Βουπρασίων. Απέναντι του Δημήτρη ήσαν τα Μπακογιαννέικα, συνοικισμός βλάχων από αδελφούς κ' εξαδέλφους συγκροτούμενος.

Ο ήλιος έκλινεν εις την δύσιν του, χρυσίζων προς τα κάτω τας βραχώδεις κορυφάς των Τρικαίρων και αργά- αργά αποσύρων τας τελευταίας ακτίνας του από των λευκών οικίσκων της κωμοπόλεως Γλώσσης, της νήσου Σκοπέλου, ως να μη ήθελε να στερήση αυτήν του τόσον παρηγόρου εν χειμώνι θάλπους του.