Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 17 Μαΐου 2025


Ήτο τω όντι μακράν της κωμοπόλεως, εις το μέρος όπου ήρχιζεν ο δήμος Καλότυχον, ο ύστερον μετονομασθείς δήμος Βουπρασίων. Απέναντι του Δημήτρη ήσαν τα Μπακογιαννέικα, συνοικισμός βλάχων από αδελφούς κ' εξαδέλφους συγκροτούμενος.

Εις τας λάμψεις της πρωίας διεκρίνοντο ως μελανοί όγκοι τα γρέκια των βλάχων, το έν μετά το άλλο κατά σειράν με τας καλύβας των κωνοειδείς, ως μεγάλας κυψέλας, τους ορνιθώνας και τα μανδριά των. Οι βλάχοι είχον ήδη εξυπνήσει με την ανατολήν του αυγερινού και ήρχισαν ν' αμέλγουν τα πρόβατά των.

Κ' έφυγε μόλις εύρεν ευκαιρίαν χωρίς να τον εννοήση κανείς, σπεύδων ωσεί καταδιωκόμενος. Ο τόσος αλλαλαγμός κ' αι φωναί των βλάχων επί τη αναστάσει του Ιησού, τα φώτα και η χαρά εκείνη, η έξαλλος, έθλιβον την καρδίαν του σφιγκτά σφιγκτά, ως να την είχε συλλάβει χειρ Βριάρεως.

Ο εργάτης εξ αρχής είχεν αναγνωρίσει το μέρος όπου η τύχη τον έφερεν. Αλλά φοβούμενος μήπως πάθη και παρά των βλάχων ό,τι παρά των συγχωρικών του, ηθέλησε να κρυβή και θα έφευγεν, αν ήτο δυνατόν, πριν περικυκλωθεί από τους σκύλους. Ιδών όμως την χαράν με την οποίαν ο Νάσος τον υπεδέχετο, εσκέφθη ότι ούτος ή δεν ήξευρε τίποτε ή συνεπάθει εις την δυστυχίαν του.

Έξω δε της καλύβας, μεταξύ των βλάχων, έβλεπε το ήθος εκείνο το απροσποίητον, την φιλίαν την άδολον, το θρησκευτικόν σέβας, τόσω υψηλόν εν τη αξέστω αυτού παραστάσει, την οικογενειακήν ειρήνην τόσω τελείαν κ' εντός της αφελούς εκείνης κοινωνίας, μακράν της τύρβης του πολυταράχου βίου, των κουτοπονηριών και των ψόγων, διήρχετο τας ώρας του ευαρέστως.

Και πολλάκις όταν απέτρωγον, εν τη διαχύσει της ευτυχίας και της χαράς των, ετραγώδουν όλοι εκ συμφώνου το Λαγιαρνί, το τόσον πιστώς εκφράζον την πτωχείαν των βλάχων και εις χαριτωμένους και γοργούς στίχους εικονίζον την ζωήν των ολόκληρον. . . Μόνον καθ' ην ώραν απέθνησκεν ο γέρω Βαγγέλης, εκτός των άλλων συμβουλών και παραγγελμάτων τα οποία άφινεν εις αυτούς, είπε και διά τον Δημήτρην: — Ο Δημήτρης είνε αδερφός.

Ήτο προ πάντων καλή οικοκυρά, φημισμένη καθ' όλην την περιφέρειαν εκείνην των βλάχων και εις αυτά τα πέριξ χωρία. Μετ' ολίγον ετελείωσε το άμελγμα των προβάτων και οι βοσκοί έφερον πλησίον της πυράς μεγάλους λέβητας και καρδάρας πλήρεις γάλακτος, επαφρίζοντος και ψοφούντος, ως ο αφρός σόδας.

Ρε, πού βαδίζουν τα σκυλιά; ηρώτησε τις των βλάχων αορίστως. — 'σα κάτ' πλαϊνά· δεν αηκούς; — Ντετον άνεμο τι χάλασαν τον κόσμο; ψιθύριζε νεαρός βλάχος θορυβηθείς. Και ανατείνας την κεφαλήν εφώναξε στεντορείως: — Ορέ του λόγου σου! ποιος είσαι συ, ρε!. . . Αλλά ουδείς απήντησεν.

Τινές των βλάχων έξυον μακράς χονδράς ράβδους εξ αγριελαίας, μετασχηματίζοντες αυτάς εις σούβλας· αι βλάχισσαι όλαι εις κίνησιν, εκαθάριζον την πουγάναν όπου θα εψήνετο ως ηλιαστόν το κατσίκιον, άλλαι εζύμωνον την τυρόπητα, άλλαι έκαιον τους μικρούς φούρνους κ' έρριπτον το μαύρον αλλά νοστιμώτατον εκ κριθής και αραβοσίτου ψωμί.

Η φύσις των βλάχων, η αφελής και απλοϊκή, είνε τοιαύτη ώστε να δεχωνται και τα αισθήματα κατά διαδοχήν, όπως την καλύβαν και τα πρόβατα· η φιλία είνε πατροπαράδοτος εις αυτούς· εισχωρεί εις τα στήθη των ανεπαισθήτως, όπως ο δεσμός της συγγενείας. Ο γέρω Βαγγέλης ούτε εις την κόρην, ούτε εις τον γαμβρόν του είχεν εκμυστηρευθή την ευεργεσίαν την οποίαν ο Δημήτρης του είχε κάμει.

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν