United States or Cameroon ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είχον παρέλθει δέκα ημέραι αφ' ης ο Δημήτρης έφθασεν εις την καλύβαν του Νάσου και της Μπήλιως. Η χαρά με την οποίαν τον υπεδέχθησαν την πρώτην ημέραν, διετηρείτο ακόμη ακμαία και απροσποίητος · έτρωγον εις την αυτήν τάβλαν κ' εκοιμώντο εις την ιδίαν καλύβαν, αχώριστοι. Όσην φιλίαν ησθάνετο πριν ο γέρω Βαγγέλης διά τον Δημήτρην, την αυτήν ησθάνοντο τόρα και η κόρη και ο γαμβρός του.

Ο ζωέμπορος έκυψε να λάβη τον Δημήτρην εις τας αγκάλας και τον θέση επί του ίππου· αλλά την ιδίαν στιγμήν σπασμός ισχυρός εκλόνησε το σώμα του αρρώστου και τον αφήκε νεκρόν. Ο Δημήτρης Νουλάς εξεψύχησεν αφού συνεφιλιώθη με τον τάφον. — Μπρε το διάτανο τ' έπιασε κ' έκαμε!. . .

Και παραδούς τον Δημήτρην εις χείρας της συζύγου του, κατάπληκτον εξ όσων έβλεπε και ήκουεν, ανεχώρησεν ο βλάμης. — Σε καλό σου, Δημήτρη μου, σε καλό σου! έλεγεν η ταλαίπωρος γυνή, σύρουσα ηρέμα τον σύζυγόν της προς την θύραν του οίκου. Τέτοιο πράμμα δεν τώπαθες άλλη φορά . . . Πού σου ήλθε;

Ούτω δε δειλώς ιστιοδρομούσα διά του πελάγους των ονείρων, δεν ήκουσεν η Μαριώ ανοιγομένην και κλειομένην την αυλόθυραν, ούτε την μετ' ολίγον ημιανοιχθείσαν ηρέμα θύραν του οικίσκου, ούτ' εννόησε του κυρ Δημήτρην, όστις προκύψας διά της θύρας την κεφαλήν, ηρώτησε σιγαλή τη φωνή, πριν εισέλθη·Κοιμήθηκαν τα παιδιά; — Ου! μ' ετρόμαξες, καϋμένε! εφώνησεν η ανανήψασα αίφνης σύζυγός του.

Οι σκύλοι ανεγνώρισαν τον συριγμόν κ' έπαυσαν ευθύς τας υλακάς των. Έμενον όμως εκεί επί τόπου, ατενίζοντες με τους μεγάλους υελώδεις οφθαλμούς των τον Δημήτρην και μόλις τον είδον κινούμενον επανέλαβον τας υλακάς και την επίθεσίν των. — Ρε, αγρίμι νάνε; — Μπα· διαβάτης θα νάνε. — Να μην ένε λύκος; Οι βλάχοι ήρχισαν ν' ανησυχούν τόρα.

Μόλις είχεν εξέλθει ούτος, κ' επαρουσιάσθη ο Λάμπρος ο Βατούλας. Εκάλεσε και ούτος τον μπάρμπα-Γιώργην τον Απίκραντον και τον Δημήτρην τον Ζάβαλον, και ήρχισε να τους ομιλή. Αλλά μετά πολλάς προσπαθείας απήλθεν άπρακτος. Ο μπαρμπα-Γιώργης επανελθών προς τους ιδικούς του, ανεκοίνωσεν αυτοίς τας προτάσεις αμφοτέρων των ψηφοκαπήλων.

Και με τοιούτον τρόπον «το έχουν δίπορτο». Με όποιον κόμμα νικήση, θα είνε φίλοι και οι δύο, αφού θα είνε ο είς. «Όποιος γάιδαρος κι' αυτοί σαμάρι». Τοιαύτα πρακτικής ηθικής διδάγματα έδιδεν ο Κωνσταντής ο Καλόβολος εις τον Δημήτρην τον Τσιτσάνην. Είνε αληθές ότι τα πλείστα είχεν ακούσει την προτεραίαν παρά δικολάβου τινός, όστις τα ανέπτυσσε προς τους φίλους του.

Εις τα Μπακογιαννέικα όλοι, γυναίκες, άνδρες, παιδιά εν ομίλω, με τας λαμπάδας των ανημμένας, είχον ανέλθει εις την κορυφήν του λόφου των και παρεστάθησαν εις την τελετήν της Αναστάσεως. Έπειτα ετράπησαν εις τας καλύβας των ίνα φάγη έκαστος με την οικογένειάν του τον τζορβάν. — Παπού, ε, παπού! πάμε να φάμε· εφώναξεν ο Νάσος εις τον Δημήτρην, κατευθυνόμενος εις την καλύβαν του.

Αίφνης παρετήρησαν τον Δημήτρην, μαζευμένον εντός του σεγουνίου του, κρύπτοντα εντός της σκεπής του καπότου ολόκληρον το κατηφές πρόσωπόν του. — Ο αφωρεσμένος!. . . ο αφωρεσμένος!. . . εφώναξαν εν εξάλλω ενθουσιασμώ.

Αίφνης ενθυμήθη τον Δημήτρην, ενθυμήθη τα εν τη αγορά διαθρυλούμενα και αφήσας κατά γης τα οψώνια κατηυθύνθη εις το κτήμα του, κατατρομασμένος. — Εσύ, Δημήτρη, να σχολάσης· είπε σοβαρώς εις τον εργάτην, μόλις έφθασεν εκεί. — Γιατί, αφεντικό; — Έτσι, δε θέλω να μου κάμης δουλειά· αφωρεσμένους ανθρώπους δε θέλωτο κτήμα μου. . . δεν τώχω για ξέραμα!. . .