United States or Kazakhstan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ότε οι δύο χωρικοί έφθασαν εκεί είχεν ανέλθει επί του λέβητος γέρων ιερεύς, υψηλός, ασκεπής, κρατών εις την δεξιάν χείρα χαρτίον επίμηκες και εις την αριστεράν ανημμένην λαμπάδα, χονδράν και κατάμαυρον. Δεξιά και αριστερά αυτού, κάτω ίσταντο τέσσαρες άλλοι ιερείς, ενδυμένοι ποικιλόχρωμα άμφια και κρατούντες επίσης μαύρας λαμπάδας εις τας χείρας.

Το μεν πλοίον εφάνη πλέον δειλώς πέραν του ακρωτηρίου της Αγίας Ελένης, και ελθόν προσωρμίσθη ου μακράν του Αγίου Σώστη. Εκ του φρουρίου όμως ουδέν σημείον ηκούσθη. Τέλος, περί ώραν τετάρτην της ημέρας, όταν ο ήλιος είχεν ανέλθει ήδη πολύ υψηλά, οι δώδεκα σύντροφοί των κάθιδροι και πνευστιώντες έφθασαν άπρακτοι πλησίον των. Ο Άγιος Σώστης είχε κάμει το θαύμα του.

Τωόντι εις τόσον μέγα ποσόν ουδέποτε άλλοτε είχον ανέλθει τα ελαιοδέκατα. Αλλ' ουδέποτε άλλοτε ήτο και τόση ευφορία. Όλοι οι ελαιώνες της νήσου εις όλας τας θέσεις ήσαν τα έτος εκείνο γεμάτοι. Τα δένδρα όλα ήσαν να σπάσουν αν και είχεν εξαχθή έως τώρα αρκετόν έλαιον, οι δε ιδιοκτήται καθ' εκάστην ησχολούντο θέτοντες φούρκεςστηρίγματαυπό τα τρυφερώτερα κλωνάρια.

Ο Ηρώδης, ο άρπαξ ο Ιδαμαίος, ο αποστάτης, ο βδελυρός τύραννος αδυνάτου λαού, ο βέβηλος τυμβωρύχος του τάφου του Δαυίδ, ήκουσε την είδησιν με τρόμον και με οργήν την οποίαν δυσκόλως ηδύνατο ν' αποκρύψη. Έβλεπε σαλευόμενον τον θρόνον του, τον θρόνον εκείνον τον ιστορικόν, εις τον οποίον είχεν ανέλθει αναξίως και τον οποίον ώφειλεν εις τας τυχοδιωκτικάς επιτυχίας του.

Η συνοδεία είχεν ανέλθει επί οναρίων, από της αυγής, τον μέγαν ανήφορον, εις εκατοντάδων τινών μέτρων ύψος, όστις εφαίνετο εις τους αγαθούς νησιώτας τόσον υψηλός, όσον και ο Κίσσαβος.

Αυτά δε παριστάμενος έβλεπεν ο συγγραφεύς, ο οποίος όμως προς ασφάλειαν είχεν ανέλθει εις δένδρον υψηλόν.

Οι βλάχοι με τας γυναίκας και τα παιδία των ίσταντο έτοιμοι, έκαστος έξω της καλύβης του οι χωρικοί από τα πέριξ χωρίδια είχον ανέλθει εις τα υψώματα, νέοι ακμάζοντες και ζωηροί, γέροντες λευκόμαλλοι, παιδία, γυναίκες νέαι και γραίαι, όλοι προσηλωμένους έχοντες τους οφθαλμούς προς το ανατολικόν μέρος του ορίζοντος, όπου εγνώριζον ότι εν μέσω του σκότους υψούτο υψηλή ράχη, επί της οποίας θ' ανεφαίνετο ο ιερεύς με την λαμπάδα εις χείρας κηρύσσων εις τους πιστούς την Ανάστασιν του Σωτήρος.

Η Γερακούλα είχεν ανέλθει εις την Παναγίαν, επάνω επί της οδού, ίνα ανάψη κατά το σύνηθες τας κανδήλας της εκκλησίας κ' ευχηθή.

Έτρεξα προς αυτούς, ανατριχιάζοντας έπιασα το χέρι της, και το εφίλησα. Μόλις είχαμεν ανέλθει, και η σελήνη ανέτειλεν πίσω από τον θαμνώδη λόφον· ωμιλούσαμεν περί ποικίλων, και ανεπαισθήτως ήλθαμεν πλησιέστερα εις τον σκοτεινόν κύκλον.

Εις τα Μπακογιαννέικα όλοι, γυναίκες, άνδρες, παιδιά εν ομίλω, με τας λαμπάδας των ανημμένας, είχον ανέλθει εις την κορυφήν του λόφου των και παρεστάθησαν εις την τελετήν της Αναστάσεως. Έπειτα ετράπησαν εις τας καλύβας των ίνα φάγη έκαστος με την οικογένειάν του τον τζορβάν. — Παπού, ε, παπού! πάμε να φάμε· εφώναξεν ο Νάσος εις τον Δημήτρην, κατευθυνόμενος εις την καλύβαν του.