United States or Austria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ότε οι δύο χωρικοί έφθασαν εκεί είχεν ανέλθει επί του λέβητος γέρων ιερεύς, υψηλός, ασκεπής, κρατών εις την δεξιάν χείρα χαρτίον επίμηκες και εις την αριστεράν ανημμένην λαμπάδα, χονδράν και κατάμαυρον. Δεξιά και αριστερά αυτού, κάτω ίσταντο τέσσαρες άλλοι ιερείς, ενδυμένοι ποικιλόχρωμα άμφια και κρατούντες επίσης μαύρας λαμπάδας εις τας χείρας.

Ήναψα τεμάχιον λαμπάδος εκ κηρού μετρίως νοθευμένου, την οποίαν είχον αγοράσει την προτεραίαν εις την πολίχνην, την είχα δε κόψει εις τέσσαρα τεμάχια χάριν ευκολίας, και περιτυλίξας εις χαρτίον, την είχα βάλει εις το θυλάκιόν μου. Την προλαβούσαν νύκτα είχα λησμονήσει εις το θυλάκιόν μου τα τεμάχια της λαμπάδος.

Δύο ημέρας μετά την οδυνηράν εκείνην αγρυπνίαν επιστρέψας εκ του γραφείου μου κατά τι ενωρίτερα του συνήθους είδα την Χριστίναν αλλάσσουσαν όψιν και σπεύδουσαν να κρύψη χαρτίον τι, το οποίον εκράτει, όπισθεν του καθρέπτου. Ο νους μου υπήγεν αμέσως εις τον Βιτούρην, και την υποψίαν μου ότι η επιστολή ήτο ιδική του μετέβαλεν εις βεβαιότητα η αυξάνουσα της γυναικός μου σύγχισις και στενοχώρια.

Τρίτοντούτο ήτο το εκπληκτικώτεροντα τελευταία Χριστούγεννα, παρουσιάσθη την παραμονήν ο Μπάρμπα-δήμαρχος, κρατών δέμα τυλιγμένον με χονδρόν χαρτίον. Το ανοίγει η Μιλάχρω και ευρίσκει γόβες, διά την σύζυγόν του και διά την θυγατέρα του, και ένα ζωνάρι διά τον εαυτόν του. — Καλή χρονιά! Του λέγει η Μιλάχρω ειρωνικώς, προσθέτουσα: — Μαντζάρικο πάλι χάλασες; — Π'στευ'ς, καϋμένη, τον κόσμο!

Απόψε έφθασε το βαπόρι, επανέλαβεν ο εφημέριος· εμένα μου το έφεραν τώρα μόλις έβγαινα από την εκκλησίαν. Και ενθείς την χείρα έσω του φακέλλου εξήγαγε διπλωμένον χαρτίον. — Το γράμμα είνε προς εμέ, προσέθηκεν, αλλά σε αποβλέπει. —Εμένα ; εμένα ; επανέλαβεν έκπληκτος η γραία. Ο παππα-Δημήτρης εξεδίπλωσε το χαρτίον.

Τι διάβολο! όλους τους έχεις φίλους; είπεν ο Σκούντας. — Και διά να πεισθής, ιδού. Ο Τρανταχτής ήνοιξε το περιστήθιόν του και εξήγαγε φάκελλον εκ του κόλπου. Έσυρε δε ένδοθεν του φακέλλου χαρτίον και το έδωκεν εις τον Σκούνταν. — Ιδού, διάβασε, είπεν. Ο Σκούντας ανέγνω την εξής επιστολήν: «Αγαπητέ μοι εν Χω αδελφέ.