Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 8 Μαΐου 2025


Αι γυναίκες ήρχισαν να δειλιώσιν. Η θειά το Μαλαμώ ηρώτα τον παπάν αν δεν ήτο καλόν ν' αποβιβασθώσι και ανέλθωσιν εις την Παναγίαν την Κεχρεάν να λειτουργήσωσιν, όπως εορτάσωσιν εκεί τα Χριστούγεννα. Ο κυρ- Αλεξανδρής ζαλισθείς εζάρωσεν εις μίαν γωνίαν, και οι άλλοι επιβάται μεγάλως ανησύχουν. Μόνον δύο άνδρες δεν εδειλίασαν, ο μπάρμπα- Στεφανής και ο παπά-Φραγκούλης.

Οι Λακεδαιμόνιοι, αγνοούντες μέχρις εκείνης της εποχής την ληστείαν και το είδος εκείνο του πολέμου και φοβούμενοι μήπως ένεκα της αυτομολήσεως των ειλώτων το πνεύμα της αποστασίας επεκταθή εις όλην την χώραν ήρχισαν να ανησυχούν πολύ· και μολονότι δεν ήθελαν να φανερωθούν οι φόβοι των εις τους Αθηναίους, έστειλαν όμως προς αυτούς κήρυκας, διά να διαπραγματευθούν την απόδοσιν των αιχμαλώτων και της Πύλου.

Διασκεδάζουν . . . . δεν κάμνουν κακόν. Τι σε πειράζουν; — Με ανησυχούν. . . . τι άλλο θέλεις να με πειράξουν; απήντησεν εκείνος, αναγινώσκων πάντοτε. — Εγώ τους ζηλεύω, να σου ειπώ, υπέλαβε μετά μικρόν η κυρία Μαρή, πλησιάζουσα εις τον σύζυγόν της και θωπεύουσα ηρέμα τον επί της εφημερίδος κύπτοντα τράχηλόν του. — Τι σου ήλθεν; είπεν εκείνος αναβλέπων.

Αναλαμβάνεις να στείλης είδησιν στο σπίτι μου διά να μη με γυρεύουν και ανησυχούν όλη νύκτα; Στείλε έναν, όποιον βρης, ή ένα παιδί, ή ένα πουλί. — Καλά. — Μην ξεχάσης. — Εγώ θα πάω πεζός και μοναχός μου. Εσύ έλα με τα άλογό σου και με την παρέα σου. — Θα πάρης και κουμπάνια; — Θα πάρω. — Σε περιμένω στον Άι-Λια. Εκεί θα σμίξουμε. — Καλά.

ΔΟΡΙΜΕΝΗ Οπωσδήποτε, επανέρχομαι στο αιώνιο ζήτημα· τα έξοδα που κάνετε για μένα με ανησυχούν για δυο λόγους: Πρώτον, γιατί με υποχρεώνουν περισσότερο απ' ό,τι θα ήθελα· και δεύτερον, γιατί είμαι βεβαία, και μη σας κακοφαίνεται, ότι σας κοστίζουν πολύ· πράγμα, που δεν το επιθυμώ καθόλου. ΔΟΡΑΝΤ Α! κυρία μου, τιποτένια πράγματα· δεν είναι λόγος... Οι ανωτέρωΖΟΥΡΝΤΑΙΝ ΔΟΡΙΜΕΝΗ Πώς;

Αλλά τώρα με συγχωρείς να σ' αφήσω, προσέθηκεν ο Γιαννάκης μειδιών. Οι πελάται μου βλέπεις ανησυχούν. Πλησιάζει η εκκαθάρισις του μηνός, και έχομεν εργασίας· το εσπέρας όμως σε θέλω· θα έλθω να σε πάρω από το ξενοδοχείον σου. . . . Πού κατέλυσες; — Εις την Μασσαλίαν. — Λοιπόν αναβλεπώμεθα. Και οι δύο φίλοι εχωρίσθησαν.

Και θυμό οι δικοί μας!. . . Τα παλληκάρια ήρχισαν ν' ανησυχούν τόρα. Έσφιγγον τα όπλα των σπασμωδικώς, έστριφον τους μύστακας των αρειμανίως και ανυπόμονοι ωλίσθαινον βήμα προς βήμα εις τα προχώματα του εχθρού.

Αλλά μετά τινας στιγμάς βλέπει και άλλους τεσσάρας με όμοια ενδύματα εξερχομένους από της γείτονος λόχμης και βαδίζοντας μετά προφυλάξεως προς συνάντησιν των πρώτων. Ούτοι μόλις επί μίαν στιγμήν έγειναν ορατοί, άμα εξελθόντες είς τινα αλωήν, και έστρεφον οπίσω τας κεφαλάς ως να ανησύχουν μη τυχόν παρετηρήθησαν, και πάλιν εχώθησαν πάραυτα εις το δάσος.

Με μια απειλητική χειρονομία της σταμάτησε το αδράχτι κι εκείνη φοβήθηκε, αλλά δεν το έδειξε. «Οι κυράδες σου σε στέλνουν τότε; Να τους πεις, λοιπόν, να μην ανησυχούν. Υπάρχει καιρός για την πληρωμή, δεν βιάζομαι. Συνολικά έδωσα τετρακόσια σκούδα στο παλικάρι. Άρχισε να μου ζητάει λεφτά όταν ήμασταν στο πανηγύρι. Ήθελε να κάνει εντύπωση. Έλεγε πως περίμενε λεφτά από τη Ρώμη.

Εκείνοι των οποίων η δειλή πίστις καταπτοείται προ του θαυμαστού, δεν έχουν αφορμήν ν' ανησυχούν ενταύθα. Δεν είναι φυσικόν να το προσβάλλουν τα θηρία αγρίως τον άνθρωπον, όστις είναι ο φυσικός αυτών δεσπότης, ουδέ το να φεύγουν τρομαγμένα προ αυτού.

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν