Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Μαΐου 2025
Είνε βεβαίως λυπηρόν, ότι δεν διαγινώσκονται ούτε διατιμώνται παρ' ημίν τοσούτον πρωίμως αι εξοχότητες, όσον αλλαχού — καθ' α λέγουσι τουλάχιστον οι ανυπόμονοι.
Τέλος των πλείστων τα αγγεία επεσκευάζοντο, ολίγοι τινές ανυπόμονοι τ' απέσυρον προ της ώρας, αδιόρθωτα, και μερικοί επολεμούσαν μόνοι τους να τα διορθώσουν. Κ' ενώ είς μόνον βαρελάς εβασίλευεν εις την πολίχνην, εκ πολλών χρόνων, κανείς δεν απεφάσιζε να μάθη την τέχνην. Μόνον είς, γηραιός άνθρωπος, εξηντάρης, ο μπάρμπα-Δημητρός ο Τσουμπός, παρουσιάσθη ζητών να την μάθη.
Αι λεπίδες έθιγον την γην κ' αίφνης επέτων άνω, ως σαϊτόφιδα λαμποκοπούσαι και μανιωδώς συρίζουσαι, ανυπόμονοι και αυταί να κόψουν κρέας, να λιανίσουν κόκκαλα. Οι δύο μονομάχοι εβόγγουν, ήσθμαινον, υβρίζοντο, εκάγχαζον ως δύο λυσσασμένοι σκύλοι οι οποίοι μη έχοντες άλλους να τους ερεθίσουν φροντίζουν διά γκρινιασμάτων να ερεθισθούν μεταξύ των.
— Και θυμό οι δικοί μας!. . . Τα παλληκάρια ήρχισαν ν' ανησυχούν τόρα. Έσφιγγον τα όπλα των σπασμωδικώς, έστριφον τους μύστακας των αρειμανίως και ανυπόμονοι ωλίσθαινον βήμα προς βήμα εις τα προχώματα του εχθρού.
Ο Καναβιός λαφιασμένος, επάσκιζε να τον πείση με θερμά παρακάλια, όπως έδειχναν οι ζωηρές του χειρονομίες, πως δεν ήταν βολετό να γίνη κείνο που του ζήταε του άμοιρου. Εκείνος, αγρίμι καθώς ήταν πάντα, δεν έπαιρνε από λόγια. Έτσι εφιλονίκαγαν στην άκρη κάμποσο, για μεγάλη στενοχώρια του Επιστάτη και του Αρχιφύλακα οπακαρτέραγαν ανυπόμονοι.
Αν δεν εδούλευε το πανάκι εδούλευαν όμως τα κουπιά. Οι πλέον ανυπόμονοι καπετάνιοι έβαλαν τις βάρκες να σύρουν ρυμούλκιο. Οι άλλοι έκαναν βίζιτες. Ποιος είχε να χαιρετήση αδερφό, ποιος πατέρα, ποιος συγγενείς, φίλους, πατριώτες. Πολλοί να ξεκαθαρίσουν παλαιούς λογαριασμούς· άλλοι να τελειώσουν συμπεθεριά· άλλοι να μιλήσουν για τα οικογενειακά τους. Τα έχει αυτά η θάλασσα.
Μα αφού παντού κατέβηκαν στον κάμπο, εμάς τη νύχτα η Αθηνά οχ τον Έλυμπο γοργή ήρθε μας μηνήτρα 715 ν' αρματωθούμε, κι' άθελους δεν έμασέ μας γύρω, όλοι είμαστε ανυπόμονοι να βγούμε στο κοντάρι, Μα εμένα να οπλιστώ ο Νηλιάς δε μ' άφινε, και τ' άτια μούκρυψε, τι είπε από σφαγές πως δε σκαμπάζω ακόμα.
Στρέφουσι και περιστρέφουσιν εντός του στόματος την νεόκοπον άκραν του μολυβδοκονδύλου των, και περιμένουσιν ανυπόμονοι να αναγράψωσιν εις τα δελτία των τα αποτελέσματα της διαλογής.
Έπειτα άρχισα να παίρνω δηνάρια δανεικά· εις τρόπον που χωρίς να απεικάσω ευρέθηκα φορτωμένος από χρέη άπειρα· έχασα το καλόν μου όνομα εις το Σουράτ· κανείς πλέον δεν με επίστευε· και οι χρεοφειλέται μου ανυπόμονοι με έσφιγγαν διά να τους πληρώσω, εις καιρόν που τίποτε δεν είχα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν