Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 2 Μαΐου 2025


Και δεικνύει εις δένδρον υψηλόν Αηδόνα, ψάλλουσαν γλυκύτατον άσμα, το οποίον περισυλλέγει η ηχώ μετά στοργής, και κατακηλοί την ακοήν του διαβάτου. — Ακούεις την αηδόνα ταύτην, πόσον ωραία ψάλλει; Διάκοψε το άσμα της, και ηρώτησε διατί ψάλλει τοιουτοτρόπως. Έρχομαι κάτωθεν του δένδρου του ερημικού, και ερωτώ την Αηδόνα: — Με συγχωρείς, ω αδελφή, εάν διακόπτω την διασκέδασίν σου.

Και πώς να έχης την καρδιάν, εσύ ιερωμένος, εσύ πατήρ πνευματικός, που δίδεις ευλογίας και αμαρτίας συγχωρείς, συ ο καλός μου φίλος, να μου συντρίβης την καρδιάν μ' αυτήν την εξορίαν; ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ Ω άνθρωπε αστόχαστε κ' ερωτοπληγωμένε, δεν θα μ' ακούσης; ΡΩΜΑΙΟΣ Θα μου ‘πής και πάλιν εξορίαν. ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ Την πανοπλίαν θα σου ‘πώ που πρέπει να φορέσης φιλοσοφίαν! Είν' αυτή γλυκύ της πίκρας γάλα.

Και ταύτα λέγων φορεί εν βία τον επενδύτην του και εισέρχεται εις την αίθουσαν, όπου αναμένει αυτόν δειλός, περίλυπος και καταβεβλημένον έχων το ήθος ο κύριος Σουσαμάκης. — Μας συγχωρείς που αργήσαμεν, φίλτατε κύριε Σουσαμάκη, λέγει ο κύριος Παρδαλός εισερχόμενος και τείνων προστατευτικώς την χείρα προς τον υπάλληλόν του, αλλά το αμάξι δεν μας ήλθε ακόμη, και . . .

ΡΕΓ. Διατί, αυθέντα μου, τω όντι; Εάν τους εύρης αμελείς, τους βάζομεν εις τάξιν. Περισσοτέρους δεν χωρεί. ΛΗΡ Σας έδωκα τα πάντα... ΡΕΓ. Κι’ αλήθεια με την ώραν σου. ΛΗΡ Σας έκαμα να είσθε οι κηδεμόνες μου εσείς, εσείς οι φύλακές μου, με μόνην επιφύλαξιν να έχω συνοδείαν, τόσους ιππότας μου. Λοιπόν εικοσιπέντε μόνον να έχω τώρα συγχωρείς, Ρεγάνη; Μου το είπες; ΡΕΓ. Το ξαναλέγω.

Ποτέ ο Λιάκος δεν την είδε τόσον εύθυμον. — Δεν το βλέπω τόσον αστείον το πράγμα, είπε μετά πολλής σοβαρότητος. — Με συγχωρείς, απεκρίθη εκείνη, προσπαθούσα να συγκρατήση τον γέλωτα. Με συγχωρείς αν σε προσβάλλω εις το πρόσωπον του φίλου σου, αλλά δεν ημπορώ να τον φαντασθώ ως γαμβρόν και να μη γελάσω. Και ήρχισε πάλιν φαιδρυνομένη.

ΒΑΣΙΛΕΑΣ Γελτρούδη, μη πιης. ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Θα πιώ, με συγχωρείς. ΑΜΛΕΤΟΣ Δέσποινά μου, ακόμη δεν τολμώ να πιώ — 'ς ολίγο πίνω. ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Έλα, το πρόσωπο να σου σφογγίσω. ΛΑΕΡΤΗΣ Κύριε, τώρα θα τον 'πιτύχω. ΒΑΣΙΛΕΑΣ Δεν πιστεύω. ΑΜΛΕΤΟΣ Εμπρός, Λαέρτη, διά την τρίτην· χωρατεύεις· παρακαλώ σε, κτύπα με την δύναμίν σου· φοβούμαι μη με παίρνης διά παιδάκι.

Ο Κ. Πλατέας εκτύπησε το μέτωπόν του διά της ανοικτής παλάμης. — Πού έχω τον νουν! ανέκραξε. Με συγχωρείς, αδελφέ. Από τα οπίσω καθώς τας έβλεπα τώρα, δεν διακρίνονται, και ελησμόνησα ότι της μεγαλειτέρας το πρόσωπον δεν εμπνέει τον έρωτα. Η μικρά όμως... δεν σου λέγω! Είναι νοστιμωτάτη! Η εκλογή σου καλή! Ο Λιάκος ήκουε σιωπών.

Έβγαλε το σκούφο του όπως κάνει ο μετανοών. «Ντόνα Νοέμι, συγχωρείστε με! Πίστευα ότι έκανα το καλό… σκεφτόμουν: όταν δεν θα υπάρχω εγώ, εκείνες θα έχουν τουλάχιστον κάποιον να τις υποστηρίζει….» «Εσύ; Εσύ; Εσύ δεν είσαι παρά ένας υπηρέτης! Δεν μας το συγχωρείς που είμαστε από αρχοντική γενιά και θέλεις να μας δεις να ζητιανεύουμε με το δισάκι σου.

ΛΟΥΙΖΑ Με συγχωρείς, μπαμπά μου. ΑΡΓΓΑΝ Όχι, όχι. ΛΟΥΙΖΑ Όχι, μπαμπούλη μου. μη με δείρης. ΑΡΓΓΑΝ Θα τις φας. ΛΟΥΙΖΑ Όχι, για το Θεό, όχι, μπαμπά μου. Να! να! ΛΟΥΙΖΑ Αχ! μπαμπά μου, μ' εσκότωσες! Στάσου: πέθανα! ΑΡΓΓΑΝ Τι είνε αυτά, Λουίζα; Λουιζίτσα. Αχ! Θεέ μου! Λουιζίτσα, κόρη μου. Αχ! δυστυχής που είμαι! η κόρη μου πέθανε! Τι έκανα ο άθλιος; Αχ! παληοβέργα! Να πάρη ο διάβολος όλες τις βέργες!

Ο Κ. Πλατέας εστραυροκοπήθη προς ένδειξιν του θάμβους το οποίον τον κατείχε. — Κύριε ελέησον, είπε! Διά τον Κον Μητροφάνην και τας θυγατέρας του ήτο όλη αυτή η ιστορία! — Με συγχωρείς, απεκρίθη ο Λιάκος μετά φωνής προδιδούσης εισέτι την συγκίνησίν του. Δεν ήθελα να υποθέσουν ότι ομιλούμεν περί αυτών. — Μνήσθητί μου, Κύριε! Και δεν μου λέγεις ότι είσαι ερωτευμένος! — Ω ναι!

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν