Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 28 Μαΐου 2025
Και αν δώση ο πανάγαθος και πανοικτήρμονας Θεός και καπιτάρει να ελευθερωθή το δυστυχισμένο γένος μας από τον τρομερό και αντίχριστο και ανελεήμονα αγαρηνόν, να ξεθάψη τα κόκκαλά μου, και τα κόκκαλα του μακαρίτου αδερφού μου Φιλόθεου που τα έχω κρυμμένα σε μια σακκούλα στην σπηλιάν που εγνωρίζει και να τα θάψη μαζή και κοντά στα κόκκαλα των γονηών μας εις την εκκλησιά της πατρίδος μας· μα, το ξαναλέγω, σαν ελευθερωθή και όχι τώρα που είμαστε σκλάβοι . Και αν κάμη έτζι νάχη την ευχή του Φιλόθεου και εμένα, αλλέως τη κατάρα μας· γιατί έτζι με ώρκησε στο Ευαγγέλιο ο μακαρίτης Φιλόθεος ωσάν εξεψύχου .
ΡΕΓ. Διατί, αυθέντα μου, τω όντι; Εάν τους εύρης αμελείς, τους βάζομεν εις τάξιν. Περισσοτέρους δεν χωρεί. ΛΗΡ Σας έδωκα τα πάντα... ΡΕΓ. Κι’ αλήθεια με την ώραν σου. ΛΗΡ Σας έκαμα να είσθε οι κηδεμόνες μου εσείς, εσείς οι φύλακές μου, με μόνην επιφύλαξιν να έχω συνοδείαν, τόσους ιππότας μου. Λοιπόν εικοσιπέντε μόνον να έχω τώρα συγχωρείς, Ρεγάνη; Μου το είπες; ΡΕΓ. Το ξαναλέγω.
Το είπα, κι ως τόσο πάλι το ξαναλέγω: Παράδεισος, δαιμόνους γεμάτος αυτή η Πόλη! Κοπέλλα χαριτωμένη, με το μουντζουρωμένο το μέτωπο. Βλέπεις αυτό το πανώριο το Ταξίμι, κι ως τόσο την καρδιά σου την πλακώνει ένα βάρος, σα να πνίγεσαι μέσα στην καταχνιά. Φέρε, φέρε την εφημερίδα να διαβάσουμε, να ξεσκάσουμε. Παράξενο να μην μπορώ να τη διαβάσω ακούραστα.
Πρέπει να είταν ως τρία χρόνια πρι να ξενιτευτώ έρημος κι ορφανός, έξη μήνες πρι να πάγη και κείνος να τις βρη τις δυο μου ψυχούλες. Δεν αξίζει να σου τα ξαναλέγω. Τι να τη χαλνώ την καρδιά σου; Τι να τα γυρεύω τα δάκριά σου; Σώνουνε τα δικά μου· ζωής αλάκερης δάκρια. Φτάνουνε, δεν το θέλει η μακαρίτισσα να βασανίζουνται κ' οι άλλοι για κείνηνα, μήτε η Αννούλα μου δεν το θέλει. Μήτε ο γέρος.
Λοιπόν ύστερ' από τόσα υπομνήματα μεγάλα, Νταραβέρια, σούρτα φέρτα, προσκλητήρια και άλλα, Με αφίνετε απ' έξω μοναχόν μου εις τα κρύα; . .. Α! μ' αυτά, σας ξαναλέγω, είνε πράγματα αχρεία. Αι! ανοίξετε μου τόρα, σας θερμοπαρακαλώ . . . Βλέπετ' ότι ο καϋμένος σας το λέγω με καλό.
Και για να νοιώσης και συ κάτι από ζωή Κρητική — ας είνε και τόσο δα — σου τα ξαναλέγω τώρα με λίγα λόγια. ΤΑ έλουζε ο ήλιος από τον καταμεσήμερο θρόνο του τα λιόδεντρα της Παραμυθιάς, του πρόσχαρου εκείνου χωριού, που σκαλωμένο σε μιαν από τις βουνοπλαγιές του Κισάμου, ξάστραφτε δίπλα στα δέντρα σα να γύρευε να δείξη την ομορφιά του μ' ερωτιάρικη περηφάνεια στ' αντικρινό το βουνό.
Λοιπόν με συντομίαν σας ξαναλέγω πάλι, Πως είμεθα τωόντι μία φυλή μεγάλη· Διότι, αν ελθήτε εις τας κλεινάς Αθήνας, Τόσας αρχαίας δόξης θα ίδετε μυρσίνας, Που όλοι θα μας πήτε, «Φτου! να μη βασκαθήτε.»
Δεν τα ξαναλέγω εδώ, επειδή για καλή ή κακή μας τύχη τα Γαλλικά τα νοιώθουν οι δικοί μας κι από τα Ρωμαίικα κάτι καλλίτερα, και μπορούν, αντίς άλλα που διαβάζουν πιο ξένα στο Εθνικό μας το ζήτημα, να διαβάσουν του Ρενάν το βιβλίο.
Μη βλέπης πως απότυχε — αυτό είνε άλλος λόγος, άλλη μελέτη. Η όρεξη και το θάρρος δεν τούλειψε. Αυτό να βλέπουμε. Παλληκάρι σωστό. Τόχει το αίμα του, τι τα θες. Ορίστε γιατί το είπα και το ξαναλέγω πως μπορεί νάρθη μέρα που να μας παίρνη σταλήθεια τέτοια κάστρα ο Ρωμιός, και να γίνεται Γιαννίρης.
Εγώ ξαναλέγω ακόμη ετούτην την φοράν, λέγει ο βαφιάς, ότι η θυγατέρα μου δεν είναι διά την αφεντιάν σου με το να είναι τερατώδης. Ω, ετούτο είναι πολύ, λέγει ο Κατής, με φωνήν θυμωμένην· είμαι βαρεμένος από τούτα τα λόγια, Ουστά Ομάρ· εγώ θέλω εσύ να μου την δώσης ετούτην την άσχημον και τερατώδη, καθώς αυτή είνε, εις γυναίκα, και μη μου αποκρίνεσαι άλλο.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν