United States or Egypt ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το ψάρι δεν επιάσθηκε. — Το εύμορφον το πράγμα κι απ' έξω σκέπασμα καλόν χρειάζεται να έχη· και εις τα 'μάτια των πολλών η δόξα του βιβλίου αυξάνει, αν τα φύλλα του χρυσοδεμένα ήναι. Ό,τι κι’ αν έχη τ' αποκτάς λοιπόν, εάν τον πάρης, και δεν μικραίνεις δι’ αυτό διόλου. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Να μικραίνη! Την μεγαλόνει μάλιστα ο άνδρας την γυναίκα. ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ Λοιπόν, τι αποκρίνεσαι; ο Πάρης σου αρέσει;

Οχ ώ αδελφή μου απεκρίθη κοκκινίζοντας η Κατηγέ· αυτός είνε πολλά γέροντας, και πολλά άσχημος. Εκακοφάνη της Φατμές αυτή η απόκρισις της Κατηγές, της οποίας απεκρίθη λέγοντας, σε βλέπω που η ηλικία σου δεν είνε αρκετή να διακρίνη το συμφέρον σου, και διά τούτο αποκρίνεσαι με τόσην αυθάδειαν εις την τιμήν, που σου κάνει ετούτος ο σεβάσμιος γέρων.

ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Ας με φονεύση όστις από σας με αγαπά. Α’. ΦΥΛΑΞ. Όχι εγώ. Β'. ΦΥΛΑΞ. Ούτ' εγώ. ΔΕΡΚΕΤΑΣ. Ο θάνατος και η τύχη σου τρέπουν εις φυγήν τους οπαδούς σου. Αρκεί μόνον να δείξω εις τον Καίσαρα το ξίφος τούτο και να του φέρω την αγγελίαν, διά ν' αποκτήσω την εύνοιάν του. ΔΙΟΜΗΔΗΣ. Πού είναι ο Αντώνιος; ΔΕΡΚΕΤΑΣ. Εκεί, Διομήδη, εκεί. ΔΙΟΜΗΔΗΣ. Ζη; δεν αποκρίνεσαι, ω άνθρωπε;

Έπειτα, θα ειπή αυτός, ενώ ερωτήθης, καθώς το ομολογείς ο ίδιος, τι πράγμα είναι το ωραίον, αποκρίνεσαι εκείνο το οποίον είναι κατά τύχην όχι περισσότερον ωραίον παρά άσχημον; έτσι φαίνεται, θα του ειπώ. Ή συ τι με συμβουλεύεις, φίλε μου, να απαντήσω; Ιππίας. Αυτό βεβαίως. Και λοιπόν εν σχέσει βεβαίως προς τους θεούς, αν ειπή ότι δεν είναι ωραίον το ανθρώπινον γένος, θα ειπή την αλήθειαν.

ΘΕΡΑΠΩΝ Άει στην κατάρα του Θεού! Μη με σκοτίζης. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Μη τον ελέγχης, γέροντα, και τα δικά σου λόγια αξιοκατάκριτα πιο απ’ τα δικά του. ΘΕΡΑΠΩΝ Τι κακό κάμνω, πιο καλέ απ’ τους βασιλιάδες; ΟΙΔΙΠΟΥΣ Γιατί δεν αποκρίνεσαι σ’ ό, τι ρωτάει; ΘΕΡΑΠΩΝ Τι λέει δεν ξέρει, μάταια λοιπόν κοπιάζει. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Με το καλό δεν μας ακούς. Θα μας ακούσης με το στανιό.

Και αν μεν ακόμη επιθυμής συ να ερωτάς, είμαι πρόθυμος να σου αποκρίνωμαι, αν δε πάλιν επιθυμής, λάβε συ την καλωσύνην να μου αποκρίνεσαι, διά να φέρωμεν εις έν συμπέρασμα εκείνα τα ζητήματα, τα οποία εις τούτο το αναμεταξύ επαύσαμεν να εξετάζωμεν. — Εν ώ λοιπόν εγώ έλεγον ταύτα και άλλα παρόμοια, ο Πρωταγόρας δεν εξηγείτο καθαρά τι από τα δύο θα κάμη.

Αμέτοχα, απήντησεν ο Κέβης. Ναι, είπεν ο Κέβης. Και μου φαίνονται σωστά, είπεν ο Κέβης, και πολύ καλά σε καταλαμβάνω. Λέγε μου λοιπόν, είπεν ο Σωκράτης, πάλιν από την αρχήν, και μη μου αποκρίνεσαι εκείνο, το οποίον σε ερωτώ, αλλά με άλλον τρόπον, κάμνων όπως κάμνω και εγώ.

Εγώ ξαναλέγω ακόμη ετούτην την φοράν, λέγει ο βαφιάς, ότι η θυγατέρα μου δεν είναι διά την αφεντιάν σου με το να είναι τερατώδης. Ω, ετούτο είναι πολύ, λέγει ο Κατής, με φωνήν θυμωμένην· είμαι βαρεμένος από τούτα τα λόγια, Ουστά Ομάρ· εγώ θέλω εσύ να μου την δώσης ετούτην την άσχημον και τερατώδη, καθώς αυτή είνε, εις γυναίκα, και μη μου αποκρίνεσαι άλλο.

Όθεν μίαν ημέραν μη υπομένοντας πλέον την αυθάδειαν και αδιαντροπίαν της γυναικός επήγα εις το παλάτι των δακρύων, διά να ιδώ τι κάμνει εκεί η αδιάντροπη γυναίκα· και από μέρος που δεν με έβλεπεν ακούω και λέγει εις τον αγαπητικόν της· αλλοίμονον εις εμέ, εγώ ευρίσκομαι εις την εσχάτην απελπισίαν ω ψυχή μου αγαπημένη, καθημέραν σου ομιλώ, και δεν μου αποκρίνεσαι ένα λόγον; έως πότε αυτή η σιωπή; δεν ακούεις τους στεναγμούς μου; δεν ακούεις τους θρήνους μου; πώς δεν μου λέγεις ένα μόνον λόγον; πόθεν προέρχεται τούτο; από αδυναμίαν σου, ή από καταφρόνησιν προς με; βλέπεις ότι εγώ προτιμώ να συμμερίζωμαι τους πόνους σου και να ζω συχνάκις μαζί σου, παρά να απολαμβάνω τας ξεφαντώσεις και ηδονάς, που δύναται να μου δώση η βασιλική εξουσία.