Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 16 Ιουνίου 2025
Πρέπει δ' αληθώς μεγάλα πράγματα να είχον συμβή εις τον πτωχόν Δημήτρην, διότι και το πρόσωπόν του ήτο ηλλοιωμένον, και οι οφθαλμοί του είχον λάμψιν ασυνήθη, και της φωνής αυτού η κλαγγή ήτο τρομώδης και παρηλλαγμένη. — Καλέ τι έπαθες; ηρώτησεν εγειρομένη και πλησιάζουσα ανησύχως η κυρά Δημήτραινα. Συ δεν είσαι ο ίδιος. — Τώρα κ' άλλη μια φορά ο ίδιος! Κύτταξε εδώ!
Κατά συνέπειαν τούτων ο Κόχραν έπεμψεν αμέσως εις τους πολιορκουμένους μίαν λέμβον διά να τους προβάλη να παραδοθώσι· αλλά μόλις εφάνη πλησιάζουσα προς το μοναστήριον η λέμβος, και οι πολιορκούμενοι επυροβόλησαν κατ' αυτής, ώστε επλήγωσαν ένα Άγγλον Φιλέλληνα. Οι απεσταλμένοι ηναγκάσθησαν να οπισθοδρομήσωσι και η αποστολή των δεν έλαβεν έκβασιν.
— Ιδέ με, αν ειμπορέσης, είπεν η Βεάτη πλησιάζουσα το ανημμένον κηρίον εις το πρόσωπον και τοποθετουμένη εις τρόπον ώστε ν' αντικρύση το βλέμμα της ξένης. — Είσαι αγαθή, είπεν αύτη. — Τώρα θα σε αφήσω, κόρη μου. — Διατί; είπε παραπονετικώς η νέα. — Δεν είνε καιρός να έλθη εκείνη η γυνή; — Ναι, είπεν η ξένη. — Θα λάβω μόνον τον τύπον του κλείθρου.
Διασκεδάζουν . . . . δεν κάμνουν κακόν. Τι σε πειράζουν; — Με ανησυχούν. . . . τι άλλο θέλεις να με πειράξουν; απήντησεν εκείνος, αναγινώσκων πάντοτε. — Εγώ τους ζηλεύω, να σου ειπώ, υπέλαβε μετά μικρόν η κυρία Μαρή, πλησιάζουσα εις τον σύζυγόν της και θωπεύουσα ηρέμα τον επί της εφημερίδος κύπτοντα τράχηλόν του. — Τι σου ήλθεν; είπεν εκείνος αναβλέπων.
Μία αιθιοπίς με μαστούς πλήρης γάλακτος εκράτει εις τας αγκάλας της βρέφος περιτετυλιγμένον διά πορφυρών σπαργάνων. Η Ποππέα εστάθη παρατηρούσα την Λίγειαν. — Ποία είναι η δούλη αύτη; ηρώτησε πλησιάζουσα. — Δεν είναι δούλη, ω θεία Αυγούστα, είπεν η Ακτή, είναι θετή θυγάτηρ της Πομπωνίας Γραικίνας, και κόρη του βασιλέως των Λιγείων, όστις την έδωκεν ως όμηρον εις την Ρώμην.
Ας εύρη τουλάχιστον μίαν στέγην υπό την οποίαν να κλείση τα μάτια της μίαν νύκτα· ας εύρη ανθρώπους με τους οποίους να συνομιλήση, πυράν, παρά την οποίαν να θερμανθή και αύριον έχει ο Θεός. . . Ούτως εσκέπτετο η Μάρω πλησιάζουσα εις τον πύργον· τα κουρασμένα μέλη της είχον τόσην ανάγκην αναπαύσεως, ώστε και η τρώγλη του λαγωού θα της εφαίνετο ευάρεστος.
Αιφνιδίως είδα και ήρχετο προς με μία ωραιοτάτη γυναίκα, και από την θεωρίαν της εφαίνετο ότι ήτον ευγενική, και από τα λαμπρά και χρυσά της φορέματα έμεινα εκστατικός εις τοιούτον φαινόμενον υπόγειον. Και πλησιάζουσα εκείνη προς με μου λέγει, τις είσαι εσύ· άνθρωπος ή εναέριον Τελώνιον; Της απεκρίθην, ότι είμαι άνθρωπος, και ούτε έχω σχέσιν με τα Τελώνια.
— Να ιδώ πλειο το καματερό σας, είπε ποτε εισελθούσα η γραία γειτόνισσα αίφνης, ευρούσα την θύραν ημιάνοικτον, εν ώ η Γερακούλα αναιβασμένη επί καθίσματος υψηλού, ανεσκάλευε τους ακαμάτες εν τη επάνω καλαμωτή. Και επειδή η Γερακούλα δεν ήκουσεν, επανέλαβεν η γειτόνισσα πλησιάζουσα: — Να ιδώ το καματερό σας πλειο! — Ου! δεν έχω, δεν έχω. Ψόφησε, το πέταξα.
Επαινεί δε και το έργον σου και την επίνοιαν των εικόνων, αλλά δεν αναγνωρίζει την ομοιότητα αυτών, διότι δεν αναγνωρίζει εις εαυτήν τοιαύτα προτερήματα, αλλ' ούτε και υπάρχει κατά την γνώμην της γυνή πλησιάζουσα εις τοιαύτην τελειότητα• ώστε παραιτείται από την τιμήν την οποίαν της απονέμεις και αρκείται να λατρεύη τα πρότυπα των εικόνων σου.
— Κατέω κ' εγώ; κατέω κ' εγώ; απήντησεν η χήρα με ήθος ανθρώπου σαστισμένου. Στση θειας τση στο Πετρούνι εξώμεινε. Μα είντα τη θες αυτή που δε σε θέλει και θα φύγη, λέει, να πάη πάλι στη χώρα; Είντα τη θες; Πλησιάζουσα δε τον νέον με ταπεινήν ικεσίαν σκύλου επανέλαβε: — Ντα δε σ' αρέσω 'γώ, Μανωλιό; Και σπασμός λυγμού διέκοψε την φωνήν της. — Δε σαρέσω 'γώ ... που σ' αγαπώ τόσον καιρό η δύστυχη;
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν