United States or Bahamas ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όταν ήκουσεν ο βεζύρης ταύτα τα λόγια, ετρόμαξεν η καρδία του, και της λέγει· μη γένοιτο ποτέ τούτο, να φανώ εγώ παιδοκτόνος· ο βασιλεύς εξωρκίσθη εις την ψυχήν του, να αποφασίζη εις θάνατον κάθε αυγήν εκείνην που εκοιμήθη μαζί του την νύκτα· πώς έχω να ακούσω εγώ τέτοιαν απόφασιν και προσταγήν από τον βασιλέα; ή πρέπει να θανατωθώ εγώ, ή να υπακούσω εις την απόφασιν του βασιλέως διά να θανατώσω την θυγατέρα μου· τι πρέπει να κάμω; τα πατρικά μου χέρια να αιματώσω εις το αίμα της αγαπητής μου θυγατρός; μη γένοιτο ποτέ εις τον αιώνα.

Καλή σου νύκτα· αλλάτου θείου μου την κλίνην μη πας, και, αν αρετήν δεν έχεις, καν ως ξένην πάρε την· η συνήθεια, το θεριό 'πού τρώγει, ο δαίμονας των έξεων, την συναίσθησίν μας, είν' άγγελος εις τούτ', ότι δανείζει ομοίως, διά να κάμωμεν έργα επαινετά και ωραία, ευκολοφόρετην στολήν.

ΡΩΜΑΙΟΣ Ναι, πήγαινε αμέσως· και ότι θέλω μάλωμα ειπέ της, παραμάνα. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Το δακτυλίδι της αυτό μου είπε να σου δώσω. Γρήγορα έλα, μην αργής, κ' επέρασεν η ώρα. ΡΩΜΑΙΟΣ Ω! πώς αναγεννήθηκε το θάρρος κ' η ελπίς μου! ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ Καλή σου νύκτα· μην αργής· κ' έχε καλά τον νουν σου ν' αναχωρήσης απ' εδώ ενόσω είναι νύκτα, ή προς τα ξημερώματα, χωρίς να σε γνωρίσουν.

Εμίσευσα από αυτήν πριν ξημερώση, με τάξιμον, ότι να ξαναγυρίσω την ακόλουθον νύκτα· επήγα ευθύς και εμβήκα εις την μηχανικήν κασσέλαν μου, και εσηκώθηκα πολλά εις τα ύψη διά να μην ήθελαν με ιδούν οι φύλακες.

Ας εύρη τουλάχιστον μίαν στέγην υπό την οποίαν να κλείση τα μάτια της μίαν νύκτα· ας εύρη ανθρώπους με τους οποίους να συνομιλήση, πυράν, παρά την οποίαν να θερμανθή και αύριον έχει ο Θεός. . . Ούτως εσκέπτετο η Μάρω πλησιάζουσα εις τον πύργον· τα κουρασμένα μέλη της είχον τόσην ανάγκην αναπαύσεως, ώστε και η τρώγλη του λαγωού θα της εφαίνετο ευάρεστος.

ΙΟΥΛΙΕΤΑ Όχι, μητέρα. Έτοιμα είν' όλα, όσα έχω ς' την αυρινήν παράταξιν να βάλω. Άφησέ με να μείνω τώρα μοναχή, παρακαλώ· κι' απόψε ας μείνη η παραμάνα μου μαζή σου· κράτησέ την η προετοιμασία σου θα σ' έχη άνω κάτω. ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ Καλήν σου νύκτα· πλάγιασε να κοιμηθής αμέσως και ύπνος σου χρειάζεται απόψε. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Καλήν νύκτα, ΙΟΥΛΙΕΤΑ Θεός ηξεύρει αν ποτέ ξαναενταμωθώμεν!

Όθεν φοβούμενος το χειρότερον, έπρεπε να έχω υπομονήν και ούτω το εβαστούσα εις τες πλάτες μου ημέραν και νύκτα· την τρίτην όμως ημέραν όντας εις άκραν λύπην και περιπατώντας εις το δάσος με το ζώον εις τους ώμους, έφθασα κατά τύχην εκεί, που είχα αφήσει την κολοκύθαν με τον μούστον, και λαμβάνοντάς την, έπια αρκετόν, και ωσάν που είχε γίνει οίνος καλός, νόστιμος και άκρατος, εύφρανε την καρδιά μου, με εχαροποίησε, και μου εκίνησε τόσον τα πνεύματα, που ελησμόνησα την δυστυχίαν, εις την οποίαν ευρισκόμουν.

Ιδών όμως ο Καραϊσκάκης ότι εκεί ήθελεν αποκλεισθή, ανεχώρησε κρυφίως την νύκτα· και επειδή είχε μάθει ότι ο Σούλτσης Κόρτσας με χιλίους περίπου Τούρκους είχε προκαταλάβει τας Πόρτας, όπου ήτον η πιθανωτέρα διάβασις αυτού, κατέβη εις την πεδιάδα του Μολαληκίου, όπου δεν επιθανολογούσαν ποτέ οι Τούρκοι ότι ήτο δυνατόν να καταβή, και εμβήκεν εις την επαρχίαν των Αγράφων καταδιωκόμενος και από Τούρκους και από Έλληνας.

ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ Ελάλησεν ο πετεινός κ' εκείνο εχάθη. Εις ταις παραμοναίς, ως λέγουν, της ημέρας οπού δοξολογούν τα γέννα του Χριστού μας, λαλεί τ' ορνίθι της αυγής όλην την νύκτα· και τότε πνεύμα, ως λέγουν, δεν τολμά να βγαίνη· αγαθαίς είναι η νύκταις, άστρο δεν πληγόνει, Νύμφη καμμιά δεν βλάπτει, στρίγλα δεν μαγεύει, τόσ' ο καιρός εκείνος είν' ευλογημένος.

Ταύτα ακούσας ο Μυκερίνος, επειδή είδεν ότι ήτο καταδεδικασμένος, διέταξε να κατασκευάσωσι πολλούς λύχνους τους οποίους ήναπτε την νύκτα, πίνων και εντρυφών, χωρίς να παύη μήτε ημέραν μήτε νύκτα· περιήρχετο δε τας λίμνας και τα άλση και όπου ήθελε μάθει ότι υπήρχον ευάρεστοι διασκεδάσεις.