Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 20 Μαΐου 2025
Μα καθώς στεκόμαστε βυθισμένοι στους στοχασμούς μας και κοιτάζαμε το φως του φεγγαριού να σβήνη στη σκοτεινιά του δάσους, η γυναίκα μου είπε: — Δε θέλω να την αφήσω εδώ. Ήθελα να την πάρω μαζί μου. Την έβγαλε προσεχτικά και την κάρφωσε στο φόρεμά της. — Μπορεί να μην ξαναγυρίσω εδώ και δε θέλω να τη βρης εσύ κατόπι.
ΑΡΓΓΑΝ Δεν μπορώ να βγάλω απ' το μυαλό μου όλες εκείνες τις αρρώστειες που δεν τις ξαίρω, όλες εκείνες . . . ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Επιτρέψατέ μου, κύριε, να σας κάνω μια επίσκεψι και να σας προσφέρω τας υπηρεσίας μου για κάθε αφαίμαξι και για κάθε κλύσμα που έχετε ανάγκη. ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Κύριε, με συγχωρείτε μια στιγμή. Ελησμόνησα να δώσω μια παραγγελία στον υπηρέτη μου· θα ξαναγυρίσω αμέσως.
Τέτοια ώρα, τέτοια λόγια. Σαν ξαναγυρίσω τα ξαναλέμε. Με την ώρα μπήκε κι' ο καπετάν Βεκίλης. Ψηλός, γεμάτος, ηλιοκαμμένος με τα στιβάλια ως τα γόνατα. — Παπά μου, ώρα να του δίνουμε. Οι στερηές βγάλανε αέρα. Είμαστε απίκου, να σαλπάρωμε. Ύστερα γύρισε και καλησπέρισε τον κόσμο. — Καλησπέρα σας και σας αφίνομε γεια. — Κάτι βιαστικά, καπετάνιο; — Ο καιρός ορίζει. Σηκωθήκανε όλοι στο ποδάρι.
Ο δρόμος μου ήταν γεμάτος αγκάθια. Θέλω να ξαναγυρίσω ματωμένος και να ξεκουρασθώ. Δεν είναι φυσικό αυτό πού θέλω; ΒΕΡΑ — Νομίζεις πως είναι εύκολο, να ξαναγυρίση κανένας τόσο δρόμο; ΦΛΕΡΗΣ — Ω! ναι, το νομίζω. Είμαι βέβαιος. Είμαι βέβαιος γιατί το θέλω. Καθένας είναι κύριος να ξανακάμη τη ζωή του. ΒΕΡΑ — Νομίζεις πως είναι κύριος; Πολύ φοβάμαι πως δεν είναι. ΦΛΕΡΗΣ — Βέρα είσαι απελπιστική.
Ήμουν πολλά ευχαριστημένος εις τούτη την επιτυχίαν διά να ξαναγυρίσω εις την Σεοενδίβ, το περισσότερον διά να ξαναϊδώ την αγαπημένην μου Γαντζάδα αν ήτον τρόπος. Εφθάσαμεν το λοιπόν ύστερον από ολίγας ημέρας εις την Σερενδίβ με το να ελάβαμεν τον αέρα πολλά αρμόδιον, και επήγα πάλιν και εκόνευσα εις το σπήτι του Αμπίμπη. &Συμβεβηκός ΣΤ' του Αμπουλβάρη&
Ο καπνός για να μη ξαναγυρίσω 'ς την πατρίδα. — Κύριε ελέησον! Επανέλαβεν ο φίλος μου. » — Παναγία μου Πορταΐτισσα! είπε και ο καπετάν-Μαμμής. Και ανέγνωσε πάλιν. «Ο παπά-Σεραφάκος εξηκολούθει ψάλλων τώρα τα μεγαλυνάρια: Την υψηλοτέραν των Ουρανών . . . Από των πολλών μου αμαρτιών . . . Δέσποινα και μήτερ του λυτρωτού . . . Άλαλα τα χείλη των ασεβών . . . Τότε έβαλον κραυγήν και έμεινα άφωνος.
ΒΕΡΑ — Εγώ έδειξα πως δεν εξέχασα. Νομίζω πως το έδειξα. Ο καιρός δεν επέρασε για μένα. Δε μιλώ για τον εαυτό μου. Η ζωή μου σταμάτησε στην αρχή του δρόμου. Όμως σταμάτησε σ' ένα περιβόλι, που δε μαράθηκαν ποτέ τα λουλούδια του. Γιατί δεν άφισε να μαραθούν. ΦΛΕΡΗΣ — Κ' εγώ θέλω να ξαναγυρίσω στην αρχή του δρόμου. Δεν είναι το ίδιο Βέρα; Τι σημαίνει αν ετράβηξα μπροστά εγώ.
Γύρισε οπίσω, σε συμβουλεύω, και μη πλανάσαι από μίαν ματαίαν ελπίδα, να αποκτήσης την σκληράν βασιλοπούλαν Τουρανδότην, επειδή με τα δυσκολώτατα αινίγματά της θέλει σε στείλει εις τον θάνατον. Εγώ σε ευχαριστώ, απεκρίθη ο Καλάφ, διά την καλήν σου συμβουλήν, μα εγώ ηξεύρω πως δεν ήλθα εδώ, διά να ξαναγυρίσω οπίσω.
Στο προσκάλεσμα της γριάς οι τρεις γίδες αποκρίθηκαν μ' ένα μακρύ «μεκεκεεέ, » η καθεμιά γυρεύοντας το παιδί της. Η Μαριανθούλα με την υπηρέτρα άρχισαν να ξεκαρδίζωνται στα γέλοια, κι' η Γριά τους είπε με παράπονο: — Γελάτε με! Γελάτε με! παλιότσουπρες! Εγώ δε θα ξαναγυρίσω αυτού που είστε σεις, αλλά σεις — ζωή νάχετε — θαρθήτε εδώ που είμαι εγώ!...
Εστοχάσθηκα ύστερον το τι έπρεπε να κάμω· δεν ηθέλησα ούτε να ακολουθήσω το ταξείδι μου προς την Κασγάρ, ούτε να ξαναγυρίσω εις την Σαμαρκάντα· μα απεφάσισα να ταξειδεύσω μοναχός, και να περιδιαβάσω τον κόσμον. Επήγα εις την Ουζκούντ, από εκεί εις την Κογέντα, και τέλος πάντων ύστερα από πολλές ημέρες έφθασα εις την Καρίσμο.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν