United States or Nepal ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' ως τόσο, καλλίτερα είχα να μη σου τα 'λεγα και να μην είχαν συμβή. Να κοιμηθής μια βραδειά με την αγκαλιά ζεστή, Χόμο, και την άλλη να μείνης μάρμαρο, δεν είνε καλή δουλειά, Εσείς οι σκύλοι τώχετε ως τόσο καλά. Κάνετε όλαις ταις δουλειαίς σας με μεγάλη ελευθερία, χωρίς να σας μέλη τέσσερα.

ΙΟΥΛΙΕΤΑ Όχι, μητέρα. Έτοιμα είν' όλα, όσα έχω ς' την αυρινήν παράταξιν να βάλω. Άφησέ με να μείνω τώρα μοναχή, παρακαλώ· κι' απόψε ας μείνη η παραμάνα μου μαζή σου· κράτησέ την η προετοιμασία σου θα σ' έχη άνω κάτω. ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ Καλήν σου νύκτα· πλάγιασε να κοιμηθής αμέσως και ύπνος σου χρειάζεται απόψε. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Καλήν νύκτα, ΙΟΥΛΙΕΤΑ Θεός ηξεύρει αν ποτέ ξαναενταμωθώμεν!

Τι με θέλετ' εμένα; Και πάντα στο καράβι. Εκεί να φάη, εκεί να κοιμηθή. Καμμιά φορά ξεγελειόταν κ' έτρωγε ψωμί με τους δικούς του. Στα καρφιά καθότανε. — Στρώσε να κοιμηθής, Μοναχάκη. Μέλι μαθές έχει το καράβι; Νύχτα ώρα, σκοτάδι, που θα πας, χριστιανέ μ', στο λιμάνι; Γέρος άνθρωπος είσαι· θα πέσης να τσακιστής. Αυτός τίποτε. — Η γρηά περιμένει Καλή σας νύχτα... κ' έφευγε.

Τι τόσο βιάστηκες, γαμπρέ, στον ύπνο να το ρίξης; δεν σου βαστάν τα γόνατα ή μη αγαπάς τον ύπνο; ή μήπως ήπιες πιο πολύ πριν πέσης στο κρεββάτι; Αν ήθελες να κοιμηθής, ας διάλεγες την ώρα κι ας άφηνες την κορασιά με τάλλα τα κοράσια να παίζη ως τα χαράμματα στης μάννας της το πλάι, αφού 'δική σου θάν' αυτή και σήμερα και πάντα.

Ιδού διατί ενθυμείσαι την αρχήν μόνον και το τέλος πολλών παραμυθιών, χωρίς ίσως να γνώριζες, διατί δεν ενθυμείσαι την μέσην. Αλλά το ιδικόν μου παραμύθι δεν έχει καθ' εαυτό ούτε αρχήν ούτε τέλος• ώστε δύνασαι να κοιμηθής από τούδε, αναγνώστά μου. Δεν με διακόπτεις. Τα πρώτα περί της Επαναστάσεως ακούσματα ήλθον μέχρις ημών κατά την μεγάλην Τεσσαρακοστήν.

Του απάντησε ο χοιροβοσκός• «Αφού τούτ' ερωτάς με να μάθης όλα, ξένε μου, σώπ', άκουε και τέρπου 390 και πίνε αυτού καθήμενος• απέραντ' είναι τώρα η νύκτα• κ' έχει τον καιρό κανείς και να κοιμάται και να τέρπετ' ακούοντας• ουδέ συ πριν της ώρας να κοιμηθής θα βιάζεσαι• βαρύ και ο πολύς ύπνος. και όποιος των άλλων βούλεται, ας έβγη και ας πλαγιάση, 395 και τα γλυκοχαράγματα το πρόγευμά του ας κάμη, και ας πάη τους αρχοντικούς τους χοίρους να βοσκήση• μες το καλύβι ωστόσο εμείς οι δυο φαγοποτώντας τερπώμασθ' ενθυμούμενοι τα περασμένα πάθη ο ένας τ' άλλου• τέρπεται κατόπι και εις ταις λύπαις 400 εκείνος 'που πολλά 'παθε και οπού περιπλανήθη• κ' εκείνο ιδού θε να σου ειπώ, που μ' ερωτάς να μάθης.

Τότε μία εκ μέρους των άλλων μου λέγει· ιδού είναι καιρός διά να αναπαυθής επειδή είσαι κουρασμένος από την οδοιπορίαν· το κρεββάτι σου είναι έτοιμον και έκλεξε από ημάς όποια σου αρέση διά να κοιμηθής μαζί της. Εγώ εις τοιούτον ζήτημα της απεκρίθην· όλες μου αρέσουν όλες ωραιότατες είναι, ωσάν να ήσαν η αυτή ωραιότης· δεν δύναμαι να προκρίνω την μίαν από την άλλην.

Μα πώς λοιπόν μου είπες, ότι ζη από τα χαρτιά; ηρώτησα εγώ περιέργως. Εστενοχώρησε δε, φαίνεται, πολύ την μητέρα μου η ερώτησίς μου, διότι μετά τινας στιγμάς δισταγμού επανέλαβε το διακοπέν πλέξιμόν της, και είπε με σιγαλοτέραν αλλά πολύ σοβαρωτέραν φωνήν. — Νά! βλέπεις που δεν έπρεπε να σου ειπώ τίποτε; Αυταίς δεν είνε ομιλίαις διά παιδιά. Πήγαινε τώρα να κοιμηθής, διότι είνε αργά.

Δεν προφθάνεις να ιδής, δεν προφθάνεις να φάγης, δεν προφθάνεις να κοιμηθής, δεν προφθάνεις να εξυπνήσης. Δαιμόνιος βόμβος, βόμβος συνταρασσομένου σιδηρού κόσμου, μαύρου κόσμου, εν πυρίνη κοιλία.

Τρύφαινα και Χαρμίδης. ΤΡΥΦΑΙΝΑ. Ξανακούστηκε να δώσης πέντε δραχμές σε μιαν εταίραν για να κοιμηθής μαζή της κι' έπειτα στο κρεββάτι να γυρίζης απ' τάλλο μέρος, ν' αναστενάζης και να κλαις; Αλλ' ούτε ήπιες με όρεξιν, ούτε έφαγες• διότι και στο τραπέζι σ' έβλεπα που εδάκρυζες και όλη την ώρα δεν έπαυσες να κλαις σαν παιδάκι.