Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 13 Μαΐου 2025
Μετά τινας άλλας παρατηρήσεις προσέτι, ας ο χρονογράφος δεν απεμνημόνεσε μετ' ίσης ακριβείας, η Καρμήλη απεχαιρέτισε την Αϊμάν. Αλλά πριν ή εξέλθη, ενεθυμήθη ν' απευθύνη προς αυτήν τελευταίαν τινά συμβουλήν, ην ενόμιζε λίαν επείγουσαν. Εστάθη κρατούσα ημίκλειστον την θύραν, και στραφείσα προς την νέαν τη είπε· — Μη λησμονήσης να είπης την προσευχήν σου πριν να κοιμηθής.
Πώς εσύ μπορείς να κοιμηθής ήσυχος; Η κραυγή των απεράντων αγωνιών με εμποδίζει ν' αναπαυθώ. Είναι πολύ, δεν ημπορώ να υποφέρω αυτήν την θέαν. Σήκω! Έλα μαζί μου εις την νύκτα έξω και άφησέ με να σου αποκαλύψω τους τάφους. Δεν είναι αυτό ένα δυσάρεστον θέαμα; Ιδέ! Παρετήρησα.
— Ποιος σ' επείραξε πάλι κ' εσηκώθηκες νύχτα, σαν κουκουβάγια; είπε με θυμό! — Τι μελετάς πάλι, αλιτήριε; αρώτησεν εκείνη, χωρίς ν' αποκριθή. — Δεν είνε δουλιά σου· μη με κολάζης. — Χαμένο κορμί! είπεν εκείνη· θα σε διώξουνε πάλι σαν κατάδικο! — Άμε να κοιμηθής, γρηά στρίγγλα! — Αδιόρθωτε, χοίρο! θα φας το κεφάλι σου. — Φύγε, σου λέω κ' εγώ ξέρω τι κάνω. — Να ξεραθής, ανόητε! — Κακούργα! — Χοίρο!
Αύριον να κοιμηθής δεν έχει· ο Πάρης δεν το συγχωρεί. — Θεέ, συγχώρεσέ με, βαρύς που είν' ο ύπνος της! Να την 'ξυπνήσω πρέπει. Κυρία μου, κυρία μου! Εάν ο Πάρης έλθη και σ' εύρη ‘ς το κρεββάτι σου, θα σε κατατρομάξη. Δεν θα τρομάξης; 'Ξύπνησε! — Με τα φορέματά σου επλάγιασες; Τι είν' αυτό; Είν' ώρα να 'ξυπνήσης· Κυρία! Ιουλιέτα μου!... Αλλοίμονον! Βοήθεια! Βοήθεια! Η κυρία μου απέθανε! Βοήθεια!
— Άφησε τώρα της ιδέαις γι' αύριο, κ' έλα να κοιμηθής — Μου έρχεται ιδέα . . να μετρήσω τα τάλλαρα. — Να τα μετρήσης; και γιατί; πού σου ήλθε; — Να ιδώ, είνε σωστά πεντακόσιας ή με γέλασε ο κυρ Μαρής; — Να σε γελάση ο άνθρωπος; γιατί να σε γελάση, αφού σου τα χάρισε; Δεν σούδινε, σαν ήθελε, λιγώτερα; Ο Δημήτρης έμεινεν επί στιγμήν σιγών, κύπτων υπό το βάρος της ακαταγωνίστου εκείνης ευθύτητος.
ΜΟΛΟΣΣΟΣ Αα, μητέρα μου, μητέρα μου, κ' εγώ κατεβαίνω μαζί σου κάτω από τα φτερά σου. ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ Θύμα της σφαγής. Ω, βασιλείς της Φθίας! ΜΟΛΟΣΣΟΣ Ω, πατέρα, έλα να μας βοηθήσης! ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ Ω, αγαπημένο μου παιδί, θα κοιμηθής μέσα εις την γην εις το στήθος της δυστυχισμένης μητέρας σου νεκρόν και συ κάτω από το χώμα κοντά εις την νεκράν!
Η Ουρανίτσα γύρισε το πρόσωπό της. Ο πατέρας της αυτή τη στιγμή της φαινότανε σαν ξένος και σαν εχθρός. Καλά έλεγε η μάννα της: «Ξεκούτιανε ολότελα». — Είνε κακός καιρός στο πέλαγο; είπε σε λίγο χωρίς να γυρίση να τον κυττάξη. Του καπετάν Λαλεχού καρφί δεν του καιγότανε. — Καλός-κακός, εμείς πρίμα ταξιδεύομε, είπε πάλι. Τι σε μέλει; Γύρε να κοιμηθής. Η Ουρανίτσα έβραζε μέσα της.
Να κοιμηθής γλυκά-γλυκά γιατ' είσαι αποσταμένος, Και σαν ερθούν ταδέρφια μου τον κόσμου οι αντρειωμένοι, Πέρνεις τα Μήλα τα Χρυσά και φεύγεις 'ς την καλή σου. Κοιμάται. Κ' η Πεντάμορφη 'ς τα παραθύρια βγαίνει, Παίρνει 'ςτό χέρι αργόχειρο και γλυκοτραγουδάει. Να κι' άξαφνα ξαγνάντεψαν τ' αδέρφια της 'ςτόν κάμπο, Κι' απαρατάει τ' αργόχειρο και πάει και τους προφταίνει.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν