Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 22 Μαΐου 2025


Το ύφος του επείραξε τον Κ. Λιάκον. — Κύριε Πλατέα, είπε ξηρά ξηρά. Σου είπα πολλάκις, επαναλαμβάνω δε, — και το επαναλαμβάνω διά τελευταίαν, ελπίζω, φοράν, — ότι ουδέν δικαίωμα έχω ούτε θέλω να έχω επί της ευγνωμοσύνης σου.

Αλλ' όταν ήρχισαν να καταφθάνουν αλλεπάλληλοι αι καταγγελίαι διαφόρων χωριανών, ότι του ενός επείραξε την θυγατέρα εις την βρύσιν, ότι της άλλης απηύθυνεν ερωτολογήματα εις τα λιβάδια και ήρχισαν οι αδελφοί και οι πατέρες ν' απειλούν ότι θα τον κάμουν και θα τον δείξουν, η χαρά μετετράπη εις ανησυχίαν.

Θρυμματίζονταν θαρρείς από θλίψη και καϋμό που δεν τους άνοιγε. Μα ο Αριστόδημος έκαμε αηδίας και δυσπιστίας μορφασμό. Αυτό μας έλειπε! Ας τον χαίρετε τώρα η μαννούλα του. Πήγε βιαστικά και σφάλισε το παράθυρο του κήπου. Δεν ήθελε ν' ακούη φωνές. Τα γέλοια τον δυσαρεστούσαν η χαρά τον επείραξε. Πίστευε πως ο έξω κόσμος δεν κάνει άλλο παρά να ξελογιάζη τον άνθρωπο.

Εκείνο δε που μ' επείραξε περισσότερον, είνε ότι και με ωνείδισε διά την συμφοράν μου και μου είπεν ότι ούτε ο πατέρας σου ο Ποσειδών θα σε θεραπεύση. ΠΟΣ. Ησύχασε, παιδί μου, διότι θα τον κάμω εγώ να μάθη ότι και αν μου είνε αδύνατον να θεραπεύω τα παθήματά των οφθαλμών, η σωτηρία όμως και η απώλεια των ταξειδευόντων ανήκει εις εμέ• ταξειδεύει δε ακόμη. 3. &Ποσειδώνος και Αλφειού.&

Ο απεσταλμένος επρόβαλε την ανάγκην του ιππικού εις τον αρχιστράτηγον, αλλ' αυτός απεκρίθη, ότι δεν δύναται να του χορηγήση το ζητούμενον, διότι δεν έβαλεν εισέτι εις τάξιν τας υποθέσεις του. Η άρνησις αύτη επείραξε τους ιππείς και επαραπονέθησαν εις τον Καραϊσκάκην, ο οποίος έδειξε την δυσαρέσκειάν του και τους εφανέρωσεν ότι συμπάσχει και ο ίδιος.

Και θεωρών αυτόν ο φίλος μου όλον έκδοτον εις τον πότον τον επείραξε: — Δεν είσαιαλήθειακολοκυθοκέφαλος, κυρ-Στρατή; — Είμαι κολοκυθοκορφάς! Μάλιστα! απήντησε. Και προσέθηκε: — Ας πιούμε ακόμα μια για τους ζωντανούς. Και πίνων έλεγε·Του χρόνου διπλοί, βρε παιδιά! — Ε, τώρα αράδα σου, κυρ-Στρατή. Θα μας ψάλης το «ΔοξαστικόνΕτελείωσαν «οι Αίνοι».

Έξαφνα ένα πρωί μανθάνω ότι την προτεραίαν η άπιστη αυτή είχε στεφανωθή μ' ένα έμπορον, ένα κοθόνι, έναν . . . Τόσω μ' επείραξε που δεν επρόσεξα πλέον εις γυναίκα . . . » Εις τον περίπατον, μια πρωινή, συνηντήθημεν μ' ένα νέον καλού εξωτερικού, όστις μας εχαιρέτισε με πολλήν ευγένειαν. — Τι κάνεις Παναγιώτη; τον ερώτησεν ο Σοφοκλής. — Καλά, κυρ Σοφοκλή· κάτι δε φαινόσαστε απ' το μαγαζί;

Ποιος σ' επείραξε πάλι κ' εσηκώθηκες νύχτα, σαν κουκουβάγια; είπε με θυμό! — Τι μελετάς πάλι, αλιτήριε; αρώτησεν εκείνη, χωρίς ν' αποκριθή. — Δεν είνε δουλιά σου· μη με κολάζης. — Χαμένο κορμί! είπεν εκείνη· θα σε διώξουνε πάλι σαν κατάδικο! — Άμε να κοιμηθής, γρηά στρίγγλα! — Αδιόρθωτε, χοίρο! θα φας το κεφάλι σου. — Φύγε, σου λέω κ' εγώ ξέρω τι κάνω. — Να ξεραθής, ανόητε! — Κακούργα! — Χοίρο!

Αλλά τι άλλο τον βλέπετε να κάνη όλοι οι κατοικούντες εις το σπήτι; Άμα νυκτώση, είπεν ο Ευκράτης, ο Πέλιχος κατεβαίνει από το βάθρον του και περιφέρεται εις το σπήτι, τον συναντούν δε όλοι και ενίοτε τον ακούουν να τραγουδή, αλλά δεν επείραξε ποτέ κανένα• πρέπει μόνον οποίος τον συναντά να παραμερίζη, αυτός δε περνά χωρίς να ενοχλήση τον συναντώμενον.

Είτα επερίπαιξεν ένα γύφτον, τον οποίον συνήντησε μεθυσμένον, άγοντα έωθεν τα προεόρτια των εκλογών, και κατόπιν επείραξε μίαν χήραν «απασπάλωτην», την οποίαν είδε καταβαίνουσαν διά πλαγίου δρόμου εις τον βράχον τον πέραν της αγοράς, ξεκάλτσωτην και με κοντό φουστάνι.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν