Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 1 Μαΐου 2025
Όταν δε μ' ερωτούν αν μου αρέση! Την λέξη αυτή την μισώ εξόλης της ψυχής μου. Τι άνθρωπος πρέπει να είναι εκείνος που να μη του αρέση η Καρολίνα, που να μη του κατέχη όλον τον νουν, όλα τα αισθήματα! Αρέσει! Τώρα ύστερα μ' ερώτησεν ένας αν μου αρέση ο Οσσιανός! 11 Ιουλίου. Η κυρία Μ . . . είναι πολύ κακά· παρακαλώ τον θεόν για τη ζωή της, επειδή συμπάσχω με την Καρολίναν.
Ο βασιλεύς θαυμάσας εις το φαινόμενον εγύρισε προς εμένα, και χωρίς να μου ομιλήση, με νεύματα με ερώτησεν αν είνε αληθές εκείνο που λέγει η βασιλοπούλα· εγώ μην ημπορώντας να ομιλήσω, έβαλα το χέρι μου επάνω εις την κεφαλήν διά να βεβαιώσω τον λόγον της βασιλοπούλας· τότε λέγει της ο βασιλεύς· και πόθεν γνωρίζεις, ότι ήτον υιός βασιλέως και το Τελώνιον τον μετεμόρφωσεν εις τούτο το είδος; Του απεκρίθη εκείνη· η βασιλεία σου ηξεύρει, ότι εγώ έλαβα διά διδάσκαλον μίαν γραίαν, η οποία ήτο μία επιτηδειοτάτη μάγισσα, και με εδίδαξεν εβδομήντα κανόνας εις την μαγικήν τέχνην, με το μέσον των οποίων εγώ δύναμαι εις μίαν στιγμήν να μετατοπίσω ταύτην την πολιτείαν εις την μέσην του Ωκεανού· και με την αυτήν τέχνην ευθύς γνωρίζω ένα μεταμορφωμένον από την μαγείαν, και διά ποίαν αφορμήν.
Αλλά εγώ, αφού εσυλλογίσθηκα ολίγον, — Μα τον θεόν, είπα, ολίγο έλειψε ναφήσωμεν έξω το σπουδαιότερον! — Και ποιό είναι αυτό; μ' ερώτησεν ο Κλεινίας. — Την ευτυχίαν, Κλεινία, αυτό το δώρον να επιτυγχάνη κανείς εις όλα τα πράγματα, που όλοι οι άνθρωποι, και οι χειρότεροι ακόμη, θεωρούν το πρώτον απ' όλα τα αγαθά. — Αλήθεια λέγεις, είπεν ο Κλεινίας.
Και προς την πόλι κίνησεν ο θείος Οδυσσέας• κ' η Αθηνά καλόθελα τον έζωσε κατάχνια, 15 μην απαντώντας τον κανείς των ανδρικών Φαιάκων ανεγελάση αυτόν πικρά και ποιος είν' ερωτήση. και εις την τερπνήν ότ' έμελλε την πόλι να πατήση, κει τον απάντησε η θεά, η γλαυκομμάτ' Αθήνη, με σχήμα κόρης τρυφερής, 'που στάμναν εβαστούσε, 20 κ' εμπρός του εστάθη• ερώτησεν ο θείος Οδυσσέας• «Παιδί μου, δεν μου έδειχνες το σπίτι του Αλκινόου, του ανδρός, οπ' όλων των λαών εδώ 'ναι βασιλέας; ξένος εγώ ταλαίπωρος φθασμένος εδώ πέρα μέσ' από μέρη μακρυνά, κανέναν των ανθρώπων, 25 απ' όσους έχει τούτ' η γη και η χώρα, δεν γνωρίζω».
Έξαφνα ένα πρωί μανθάνω ότι την προτεραίαν η άπιστη αυτή είχε στεφανωθή μ' ένα έμπορον, ένα κοθόνι, έναν . . . Τόσω μ' επείραξε που δεν επρόσεξα πλέον εις γυναίκα . . . » Εις τον περίπατον, μια πρωινή, συνηντήθημεν μ' ένα νέον καλού εξωτερικού, όστις μας εχαιρέτισε με πολλήν ευγένειαν. — Τι κάνεις Παναγιώτη; τον ερώτησεν ο Σοφοκλής. — Καλά, κυρ Σοφοκλή· κάτι δε φαινόσαστε απ' το μαγαζί;
Τότε έκραξε τον βεζύρην του, και τους αφεντάδες που είχαν έλθη μαζί του, οι οποίοι έτρεξαν ευθύς εις το πρόσταγμά του. Και βλέποντάς τον συγχισμένον, τον ερώτησεν ο βεζύρης το τι του εσυνέβη. Ο βασιλεύς εδιηγήθη τα όσα ήκουσεν από την θυγατέρα του και τους ερώτησε τι καταλαμβάνουν διά εκείνο το συμβεβηκός.
Το ταχύ σηκωνόμενος επήγεν εις την αγοράν, και εκεί ερώτησεν ένα ράφτην διά να του δείξη πού κατοικεί ο Αμπτούλ· Ε! από πού έρχεσαι εσύ, του απεκρίθη ο ράφτης, και δεν ηξεύρεις πού κατοικεί ο Αμπτούλ; το σπήτι του είνε γνωστόν εις όλους περισσότερον από το σαράγι του βασιλέως.
Ο Αμπτούλ, αφού του έκαμε την απόκρισιν με κάθε ταπείνωσιν, τον έβαλε και εκάθισεν εις ένα χρυσό μαξιλάρι, και τον ερώτησεν από ποίον τόπον ήτο, και πού είναι κονεμένος. Ο Καλίφης του απεκρίθη πως ήτον πραγματευτής από το Μπαγδάτι, και πώς ήτο κονεμένος στο πρώτο χάνι του κάστρου.
Απαντήθηκαν έλεγε, δυο καπετάνοι στο πέλαγο κ' ερώτησεν ο ένας τον άλλον πούθε ερχόταν. — Από το Ύδρ' από το Σπέτσ' απ' το χοντρό το θάλασσα· του αποκρίθηκεν ο ένας. — Και τι χαμπάρια; — Τι χαμπάρια; καλά.
Ο τρόπος της υποδοχής, τον οποίον μετεχειρίσθη προς αυτούς ο Κόχραν, τους είλκυσε πολλά, ώστε έγεινε λόγος μεταξύ των ότι δεν πρέπει να ήναι ψευδή τα περί αυτού λεγόμενα. Ο Κόχραν ερώτησεν εις την συνέντευξιν ταύτην τον αρχηγόν περί της καταστάσεως του στρατοπέδου και περί της Ακροπόλεως των Αθηνών.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν