Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 5 Ιουνίου 2025


Οι αμμουδιές της είναι χαριτωμένες, τα κύματά της φοβερά, οι ανερούσες εκείνες που σε παίρνουν και σε παρασέρνουν και δε σ' αφίνουνε πια. Κ' η αγάπη τέτοια είναι· έχει αμμουδιές κι ανερούσες. Θέλω κ' η ποίηση να είναι τέτοια, θέλω να μοιάζη της Άντρος, να είναι χαρά και τρομάρα. Άλλη πάλε είναι της Πάρος μου η νοστιμιά. Η Πάρο βουνά δεν έχει· έχει ραχούλες.

ΛΑΕΡΤΗΣ Μη με φοβήσαι. — Αργοπορώ· πλην ο πατέρας έρχετ'· ευχή διπλή διπλήν την χάριν έχει· δεύτερον ασπασμόν η τύχη μας χαρίζει. Εισέρχεται ο ΠΟΛΩΝΙΟΣ ΠΟΛΩΝΙΟΣ Λαέρτη, ακόμη εδώ; 'Σ το πλοίο σου, 'ς το πλοίο! Κάθετ' ο άνεμοςτους ώμους του πανιού σου, και σε προσμένουν· λάβε πρώτα την ευχήν μου,

ΙΟΥΛΙΕΤΑ Το αίσθημα που της καρδίας τα βάθη πλημμυρίζει, ούτε με λόγια λέγεται, ούτε στολίδια θέλει· πτωχός εκείνος που μετρά τον θησαυρόν που έχει· εμένα η αγάπη μου είναι πλουσία τόσον, ώστε δεν έχει μετρημόν ούτ' ο μισός της πλούτος. ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ Εμπρός, να τελειόνωμεν. Ελάτε. Δεν σκοπεύω να σας αφήσω μοναχούς, αν ήναι μ' άδειάν σας, πριν ευλογία ιερά κάμη τους δύο ένα. Πλατεία.

Την παράδοση μόνος εκείνος την έχει· η αρχαία γλώσσα, για να πέση στου λαού το στόμα, κατέβηκε ίσια το δρόμο της, η για να το πούμε πιο σωστά, τύπους άλλαξε, δεν άλλαξε στόμα. Το στόμα πάντα ελληνικά λαλούσε. Βλέπετε λοιπό με τι τρόπο πρέπει να κρίνουμε τα πράματα και να καταλάβουμε τα ιστορικά φαινόμενα.

ΡΩΜΑΙΟΣ Τόσον πτωχός και ελεεινός, και θάνατον φοβάσαι; ‘ς τα μάγουλά σου φαίνεται ζωγραφισμένη η πείνα· ‘ς τα λιμασμένα 'μάτια σου η στέρησις' κ' η πτώχεια· ‘ς την ράχιν σου η ζητανιά κι' ο εξευτελισμός σου· ο Νόμος δεν σε αγαπά, κι' ο κόσμος δεν σε θέλει· Νόμον να γίνης πλούσιος ο κόσμος δεν τον έχει· λοιπόν, τον Νόμον πάτησε και πάρε, να πλουτήσης.

Κ' εκάλεσα τη σκλάβα μου κι άνοιξα την καρδιά μου. «Θέστυλι, βρες μου γιατρικό στη φοβερή μου αρρώστια »Ο Δέλφις την ταλαίπωρη όλη δική του μ' έχει· »μα στην παλαίστρα πήγαινε και παραμόνευέ τον »εκεί συχνά πηγαίνει αυτός, εκεί ταρέσει νάνε». Πες μου, Σελήνη, πες μου το πώς μου 'γεννήθη η αγάπη.

Τι δ' ει μετοικισθέντ’ εν αιθέρος πτυχαίς τα μεν γένοιτο, τω δε παρθένου κάρα; Προς δη φαεννήν παρθένου παρηίδα μαυροίτ’ αν άστρα, λαμπάς ως παρ' ήλιον, μετάρσιός τ’ οφθαλμός αιθέρος διά πέμποι σέλας τηλαυγές, ορνίθων μέλη εώα κινών, ως σκότου πεφευγότος. Ίδ' ως παρειάν εις χέρ' αγκλίνασ' έχει· είθ' ην εκείνης δεξιάς χειρίς έπι, όπως εκείνης ηπτόμην παρηίδος. ΙΟΥΛ. Ω μοι.

Ο θησαυρός δεν έμενε ποτέ εντός της θήκης, σύμφωνα με την ετυμολογίαν του, αλλ' έκαμνε ποδάρια, έφευγε, άλλαζε θέσιν, έτρεχεν ως τροχός κατά το σχήμα το κυκλικόν οπού έχει· πειρασμικά, τελώνια, από φθόνον τον έκρυφταν· τον εμάγευεν ο Αράπης, οπού τον έβοσκε, κι' έτρεχαν τα βενέτικα ως έμψυχοι τροχοί μαγευμένοι. Αλλά δεν θα τους έφευγεν όμως.

ΧΟΡΟΣ Ωιμένα η μαύρη! συμφορών προφήτης είμαι. ΑΓΓΕΛΟΣ Λόγο δεν έχει· εφάγανε κ’ οι δυό τους χώμα. ΧΟΡΟΣ Έφθασαν ως εκεί; Βαρειά, μα πε μου τα όμως. ΑΓΓΕΛΟΣ Έτσι με χέρια αδερφικά εσκοτωθήκαν. ΧΟΡΟΣ Κ’ έτσι πολύ κοινή των δυό ήταν η τύχη. ΑΓΓΕΛΟΣ Κι αυτή αφανίζει την τρισάθλια γενεά τους.

Αύριον να κοιμηθής δεν έχει· ο Πάρης δεν το συγχωρεί. — Θεέ, συγχώρεσέ με, βαρύς που είν' ο ύπνος της! Να την 'ξυπνήσω πρέπει. Κυρία μου, κυρία μου! Εάν ο Πάρης έλθη και σ' εύρη ‘ς το κρεββάτι σου, θα σε κατατρομάξη. Δεν θα τρομάξης; 'Ξύπνησε! — Με τα φορέματά σου επλάγιασες; Τι είν' αυτό; Είν' ώρα να 'ξυπνήσης· Κυρία! Ιουλιέτα μου!... Αλλοίμονον! Βοήθεια! Βοήθεια! Η κυρία μου απέθανε! Βοήθεια!

Λέξη Της Ημέρας

θεληματικόν

Άλλοι Ψάχνουν