United States or Paraguay ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΡΩΜΑΙΟΣ Τόσον πτωχός και ελεεινός, και θάνατον φοβάσαι; ‘ς τα μάγουλά σου φαίνεται ζωγραφισμένη η πείνα· ‘ς τα λιμασμένα 'μάτια σου η στέρησις' κ' η πτώχεια· ‘ς την ράχιν σου η ζητανιά κι' ο εξευτελισμός σου· ο Νόμος δεν σε αγαπά, κι' ο κόσμος δεν σε θέλει· Νόμον να γίνης πλούσιος ο κόσμος δεν τον έχει· λοιπόν, τον Νόμον πάτησε και πάρε, να πλουτήσης.

Ήξερε την αμάχη που χώριζε παλαιούθε τους Θεομίσητους με τους Μορφόπουλους. Πριν ακόμα καταιβούν οι δικοί του σε τούτα τα χώματα, οι Θεομίσητοι σαν όρνια λιμασμένα είχαν αφανίσει τον τόπο. Μεγάλη τους ήταν η απονιά και μεγαλείτερη η αχορταγιά τους.

Ο πατριάρχης τους ασπροφλόκατος, αρματοζωσμένος, με το καριοφύλλι στον ώμο και το τσιμπούκι στο χέρι, κάθεται σταυροπόδι στον άμμο και δεν αφίνει να γεμίση νεροβάρελο αν δεν πληρωθή πρώτα. — Μπισμάτ!.. μπισμάτ!.. φωνάζει αγριόθυμος, ζητώντας με λιμασμένα μάτια ψωμί από τους ναύτες μας. Πόσα και πόσα δεν γίνονται για το νερό εκεί κάτω!

Ο Πέτρος ήταν εκείνος, ο φρόνιμος δουλευτής ή κανένας φοβερός προπάππος του; Αληθινά κρατούσε στο χέρι τα ειρηνικά ύπεργα ή το βρόχο που έρριχνε ο Λιβέρτης καβαλλάρης κ' έσερνε τον εχτρό κατόπιν του ώστε ν' αφήση τα κρέατά του στ' αγκάθια; Κ' εκείνα τα πουλιά που πετούσαν τώρα αποπάνου του, ήταν τάχα καλιακούδες ή τα κοράκια που συντρόφευαν λιμασμένα τους προπάτορές του στους κάμπους του Ευμορφόπουλου, ελπίζοντας άμετρη τροφή από τ' ακούραστο χέρι τους ;

Καιρός μας είταν κάποιο δυνατό χέρι να μας συμμαζέψη και να μας γλυτώση από το φοβερό το φάγωμα, φάγωμα ο ένας με τον άλλον πια όχι, μα το φάγωμα από τα λιμασμένα ταγρίμια που μας παραμόνευαν ολοτρόγυρα.