United States or Cayman Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η δουλειά τους φαίνεται σα βασανιστήριο της κόλασης, κι όσο περισσότερο δείχνει κανείς πώς ακούει τα παράπονά τους, τόσο περισσότερο μεγαλώνει η κάθε απαίτησή τους. Φαντάσου πως τώρα τελευταία θέλουνε με το στανιό να με καταφέρουνε να τους λιγοστέψω και τις ώρες της εργασίας. ΣΤΑΥΡΟΣ Όσο γι' αυτό, πατέρα, νομίζω πως δεν έχουν άδικο. Δώδεκα ώρες πάνου κάτου, δουλειά το μερονύχτι, τους αφανίζει.

Κοντά-κοντά στο γέροντα το θαλασσοδαρμένο, είν' έν' αμπέλι με πυκνά και κόκκινα σταφύλια που το φυλάει μικρό παιδί στο φράχτη καθισμένο. Στώνα πλευρό του μια αλεπού, στάλλο πλευρό του μια άλλη· χώνετ' η μια στα κλήματα και τα τσαμπιά αφανίζει, η άλλη πάει με πονηριά κρυφά προς το ταγάρι ωσάν να λέη και στο παιδί πως δεν θε να 'συχάση αν δεν ταφήση νηστικό κι αν δεν του φάη ό,τ' έχει.

Δηλαδή τι έκανε το κράτος; Όχι μόνον αφαίρεσε τα 9/10 από τα δικαιώματα και τα χρέη που είχαν οι πολιτείες και τα χωριά, αλλά και αναποδογύρισε τον οργανισμό τους. Ο Καποδίστριας, πιο έξυπνος, είχε αφήσει τις κοινότητες, γιατί δεν πάει ένας κυβερνήτης να αφανίζει τη βάση που στέκεται επάνω ο λαός του. Όταν πάω να φορέσω ένα ρούχο, δεν του αλλάζω τα φάδια του!

Αυτά 'πα, και μου απάντησεν η σεβαστή μητέρα• 215 «α! τέκνο μου, βαρυόμοιρε, ως άλλος δεν ευρέθη! δεν απατά σε του Διός η κόρ', η Περσεφόνη, αλλ' είναι αυτός εις τους θνητούς ο νόμος του θανάτου. ταις σάρκαις και τα κόκκαλα πλειά δεν κρατούν τα νεύρα, αλλ' εκείν' όλα η δύναμις της φλόγας αφανίζει, 220 μόλις τα λευκά κόκκαλα το πνεύμ' αφήση μόνα• και ως όνειρο η ψυχή πετά γυρνώνταςτον αέρα. αλλά να ιδής πάλι το φως ξεκίνησε, και μάθε τούτ' όλα, της συντρόφου σου για να τα ειπής κατόπι».

ΧΟΡΟΣ Ωιμένα η μαύρη! συμφορών προφήτης είμαι. ΑΓΓΕΛΟΣ Λόγο δεν έχει· εφάγανε κ’ οι δυό τους χώμα. ΧΟΡΟΣ Έφθασαν ως εκεί; Βαρειά, μα πε μου τα όμως. ΑΓΓΕΛΟΣ Έτσι με χέρια αδερφικά εσκοτωθήκαν. ΧΟΡΟΣ Κ’ έτσι πολύ κοινή των δυό ήταν η τύχη. ΑΓΓΕΛΟΣ Κι αυτή αφανίζει την τρισάθλια γενεά τους.

Υπάρχει δε και άλλη απορία ως προς την αίσθησιν, η εξής: Άρά γε είναι δυνατόν δύο πράγματα να αισθανώμεθα ομού εις την αυτήν και αδιαίρετον στιγμήν χρόνου ή όχι, εάν είναι αληθές ότι πάντοτε η μεγαλειτέρα κίνησις αφανίζει την μικροτέραν ; Διά τούτο όταν τίθεταί τι υπό τα όμματα, δεν αισθάνονται αυτό οι άνθρωποι, αν τύχη να συλλογίζωνταί τι βαθέως ή να φοβώνται ή να ακούωσι μέγαν ήχον.

Πολλά μεν σκοτεινά· Φέγγει επ' ολίγα τ' άστρον Το της αθανασίας· Την εκλογήν ελεύθερον Δίδει το θείον. Έλληνες, της πατρίδος Και των προγόνων άξιοι· Έλληνες σεις, πώς ήθελεν Από σας προκριθείν Άδοξος τάφος; Ο Γέρων φθονερός, Και των έργων εχθρός, Και πάσης μνήμης, έρχεται· Περιτρέχει την θάλασσαν Και την γην όλην. Από την στάμναν χύνει Τα ρεύματα της λήθης, Και τα πάντα αφανίζει.

Τότες γυρίζει κι' απαντάει ο Συγνεφοσυντάκτης 469 «Με το πουρνό και πιο πολύ, κυρά γελαδομάτα, 470 θα δεις τον παντοδύναμο του Κρόνου γιο, αν το θέλεις, που θ' αφανίζει τον πυκνό των Αχαιώνε ασκέρι. Τι δε θα πάψει ο Έχτορας τ' αλύπητο πελέκι πριν του Πηλέα ο γιος ξανά προβάλει απ' το καράβι. 474 Γιατί έτσι η Μοίρα τόγραψε.