United States or North Macedonia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πάγος μονάχος το κορμί του! . . . Όνειρο μαύρο και φοβερό! . . . Τον ονειρεύτηκα πεθαμμένο τον Κωσταντή! . . . Κι ακόμα όνειρο βλέπω, και θαρρώ πως πεθαίνω τώρα και γω! . . Αχ, και να μπορούσα να ξυπνήσω και να γλυτώσω! Να δω τον ακριβό μου στο πλάγι μου και να λαφρωθώ, να ξαναξυπνήσω, να είμαι πάλι στον κόσμο! . . Ως τόσο να την η πόρτα μας! Να το τό σπίτι!

Αύριον να κοιμηθής δεν έχει· ο Πάρης δεν το συγχωρεί. — Θεέ, συγχώρεσέ με, βαρύς που είν' ο ύπνος της! Να την 'ξυπνήσω πρέπει. Κυρία μου, κυρία μου! Εάν ο Πάρης έλθη και σ' εύρη ‘ς το κρεββάτι σου, θα σε κατατρομάξη. Δεν θα τρομάξης; 'Ξύπνησε! — Με τα φορέματά σου επλάγιασες; Τι είν' αυτό; Είν' ώρα να 'ξυπνήσης· Κυρία! Ιουλιέτα μου!... Αλλοίμονον! Βοήθεια! Βοήθεια! Η κυρία μου απέθανε! Βοήθεια!

Τότε έπαψε ξαφνικά η κανονική αναπνοή της γυναίκας μου κ' αιστάνθηκα πετρωμένη την καρδιά μου. Νόμισα πως έρχεται τώρα ο θάνατος κ' έτρεξα έξω να ξυπνήσω τα παιδιά. Ήρθανε μέσα υπνωμένα ακόμα και σοβαρά και καθήσανε κοντά στο κρεβάτι. Και τη στιγμή αυτή θυμήθηκα εκείνο, που μου είχε πει κάποτε: — Όταν θα πεθαίνω, δε θέλω να είναι κοντά μου κανένας άλλος από σε και τα παιδιά. Είμαι δική σας μονάχα.

ΠΑΡΗΣ Να με φυλάξη ο Θεός εμπόδιον να γείνω. θα σε ξυπνήσω την αυγήν την πέμπτην, Ιουλιέτα. Ως τότε, χαίρε· δέξου το το φίλημά μου τούτο. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Κλείσε την θύραν κ' έλα 'δώ. Κλαύσε και συ μαζή μου· ελπίς δεν μένει, πάτερ μου· δεν έχει θεραπείαν. ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ Αχ, Ιουλιέτα! έμαθα την λύπην που σου ήλθε, κ' η συλλογή μου είσαι συ, παιδί μου.

Μα φοβάμαι να τη φιλήσω· δαγκόνει την καρδιά το φιλί και καθώς το νιο μέλι με κάνει να τρελλαίνουμαι· και φοβάμαι μήπως την ξυπνήσω, άμα τη φιλήσω. Ω τα φωνακλάδικα τα τζιτζίκια, δε θα την αφίσουνε να κοιμηθή, επειδή λαλούνε δυνατά. Μα κ' οι τράγοι μαλόνοντας χτυπούν τα κέρατά τους. Ω τους λύκους, τους πιο φοβιτσάρηδες κι' από τις αλεπούδες, αφού δεν άρπαξαν τους τράγους.

ΚΟΡΔ. Ω θεοί, το χάλασμα του νου του επισκευάσετέ μου το! — Σεις διορθώσετέ μου τα ταραγμένα λογικά του γέροντος πατρός μου που είναι τώρα 'σάν παιδί. ΙΑΤΡΟΣ Αν είναι ορισμός σου, να τον 'ξυπνήσω. Αρκετός του είναι τόσος ύπνος. ΚΟΡΔ. Έχε την τέχνην οδηγόν και κάμε όπως θέλεις. Του ήλλαξαν φορέματα; ΑΞΙΩΜ. 'Σ του ύπνου του το βύθος, κυρία, του εβάλαμεν φορέματα καινούργια.

Σκεπτόμενος λοιπόν κ' εγώ χωρίς να κλείσω μάτι, ευρήκα ένα διαβολικό στο τέλος μονοπάτι, όπου να μπη μέσααυτό, αν ίσως και τον πείσω, θα βρω την σωτηρία μου. Αλλά να τον ξυπνήσω πρέπει προτήτερα. . . Μα πώς;... Να βρούμε κάποιον τρόπο να μη του κάνη κόπο. Άκουσε, Φειδιππίδη μου! άκου, Φειδιππιδάκη! Ε, τι πατέρα; ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Ένα λόγον για πες μου: μ' αγαπάς πολύ εμένα;

Μωρέ Γιώργη που πάμε; χαθήκαμε! Άσε να ξυπνήσω τον καπετάνιο. — Σκασμός, πούστη! Μη βγάλης άχνα γιατί σ' έφαγα! Ο ναύτης φιλότιμος δεν θέλει να κράξη βοήθεια τον πατέρα του. Ναι, είνε καλός δουλευτής· δεν είνε όμως κ' επιδέξιος κυβερνήτης. Η ώρα θέλει χέρι δυνατό, μάτι και τέχνη. Αν εξύπναεν ο καπετάν Βαλμάς εύκολα θα έβαζε τη σκάφη στον δρόμο της.

Κι όταν είμαι ήσυχη τότε και χαρούμενη, μου χαμογελά και φαίνεται ευτυχισμένος. Με κοιτάζει, όπως με κοίταζε όταν ζούσε, και πριν προφτάσω να στοχαστώ χάνεται πάλι. Ωστόσο είμαι ευτυχισμένη. Γιατί γνωρίζω πως είτανε κοντά μου. Έρχεται συχνά όταν εσύ κοιμάσαι και γω μένω άυπνη. Κάποτε λέω να σε ξυπνήσω. Μα δε τολμώ. Γιατί φοβούμαι πως αν ξυπνήσης, θα χαθή.

ΒΕΡΑΘέλω να πω πως πέρασαν τόσα χρόνια. Μητέρες ξεχάσανε τα παιδιά τους τα πεθαμένα μέσα σε τόσον καιρό. . . ΦΛΕΡΗΣΤα λόγια σου είναι απελπιστικά, Βέρα. Βλέπω τι θέλεις να μου πης. Από τη μνήμη σου σβύστηκε εκείνο πού ζητώ να ξυπνήσω. Ίσως έχεις δίκιο. ΒΕΡΑΔε θέλω να πω αυτό. Ίσως δεν μπορώ να εκφρασθώ. Δε ξέρω να μιλώ με ώμορφα λόγια. ΦΛΕΡΗΣΉτανε φυσικό να ξεχάσης.. .