United States or Argentina ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και τους άλλους πάλιν οι οποίοι θεωρούν το ον ως κινούμενον εις όλα τα μέρη, ούτε καν να τους ακούσωμεν, αλλά καθώς έλεγαν τα παιδιά ως ευχήν: «όσα είναι ακίνητα και κινημένα», να παραδεχθώμεν ότι το ον και το παν έχει αυτά και τα δύο. Θεαίτητος. Πολύ ορθά. Ξένος. Αι λοιπόν; Άραγε δεν φρονείς πλέον ότι αρκετά καλά εχαρακτηρίσαμεν με τον λόγον μας το ον; Θεαίτητος. Βεβαιότατα. Ξένος.

Εντός ολίγου χρόνου η δύναμις του Πολυκράτους ηύξησε και διεφημίζετο εις όλην την Ιωνίαν και την άλλην Ελλάδα, διότι όπου διεύθυνε τα στρατεύματά του τα πάντα εχώρουν κατ' ευχήν.

Μετά οκτώ ετών απουσίαν εύρε την Αρετούλαν μεταβληθείσαν εις νέαν κομψήν και ωραίαν, αλλά και η ξανθή κεφαλή του Ναρκίσσου δεν ηλαττούτο ωραιότητος υπό τον μαύρον σκούφον του αναγνώστου. Ο συνοδεύσας τον γαμβρόν Δεσπότης ηυλόγησε τον γάμον, εχειροτόνησε τον νεανίαν διάκονον και πρεσβύτερον, και επέστρεψε πάλιν εις Άνδρον. Προ τριών ήδη μηνών ο Νάρκισσος ήτο ιερεύς, τα πάντα δ' έβαινον κατ' ευχήν.

Είπε, τ' αχρείο κρέμασετον ώμο του δισάκκι ολότρυπο, κ' είχε χοντρό σχοινί να το βαστάη, καιτο κατώφλι εγύρισε κ' εκάθισε• κ' εκείνοι 110 γελώντας πάλιν έμπαιναν και τον περιχαιρόνταν• «Ο Δίας και όλ' οι αθάνατοι να σου χαρίσουν, ξένε, ό,τι πλειότερο ποθείς, ό,τ' η ψυχή σου θέλει, 'που τούτον τον αχόρταγοντην πόλι να ζητεύη έπαυσες• ότιτην στερηά θε να σταλή με πλοίο 115τον βασιλέαν Έχετον, αδικητήν του κόσμου». Είπαν, κ' εχάρητην ευχήν ο θείος Οδυσσέας. ο Αντίνοος τότε μιαν τρανή κοιλιά του 'βαλ' εμπρός του με πάχος κ' αίμα ολόγεμην• ο Αμφίνομος επήρε απ' το κανίστρι δυο ψωμιά και απόθωσέ τα εμπρός του, 120 και με ποτήρι ολόχρυσο τον χαιρετούσε κ' είπε• «Ξένε πατέρα, χαίρε μου• καλαίς να ιδής ημέραις καν εις το εξής• τώρα πολλά σε βασανίζουν πάθη».

Πολύ ταχέως ελπίζω να ενταμωθώμεν, Θεού θέλοντος, και με την ευχήν του Αγίου ημών Πατρός. Ο κύριός μου σκοπεύει μετά ένα μήνα να έλθη εις την Ανατολήν. Μοι φαίνεται ότι η αποστολή του έχει εκκλησιαστικόν και πολιτικόν σκοπόν, αλλά πλειότερα δεν ανεκάλυψα. Ό,τι άλλο μάθω, θα σε πληροφορήσω.

Να, πάρε τον σκούφον μου. — Αυτός που βλέπεις εξώρισε τας δύο κόρας του, κ' έδωκε εις την τρίτην την ευχήν του, χωρίς να το θέλη. Αν μείνης κοντά του, σου πρέπει ο σκούφος μου. — Τι νέα, παππού; — Κρίμα να μην έχω δύο σκούφους και δύο κόρας. ΛΗΡ Διατί, παιδί μου; ΓΕΛΩΤ. Αν εχάριζα ό,τι και αν είχα εις τας κόρας μου, θα εκρατούσα δι' εμένα και τους δύο σκούφους.

Προσκαλέσας εις την λιτήν του τράπεζαν το πολυπαθές εκείνο ζεύγος εθαύμασε των νέων συνδαιτυμόνων το κάλλος, την σοφίαν και την αδελφικήν στοργήν, παρέβαλεν αυτούς προς τον Κάστορα και Πολυδεύκην και, ότε ανεχώρησαν, έδωκεν αυτοίς καλάς συμβουλάς, νέα υποδήματα, την ευχήν του και χρήματα προς εξακολούθησιν της οδοιπορίας.

Τον έβλεπα να λαλή περιπαθώς δακτυλοδεικτών τας αδελφάς μου και εμέ, ενώ ο ναύτης απέσυρε την χείρα, εντός της οποίας εζήτει ο πατήρ μου να θέση φιλοδώρημα. Κατ' εκείνην την στιγμήν η μήτηρ μου όπισθεν μ' έλαβεν εκ της χειρός. Εστράφην προς αυτήν. ― Λουκή μου, πάρε τας αδελφάς σου και πηγαίνετε με την ευχήν μας. Αφήσατέ μας ημάς εις το έλεος του Θεού.

Ηπόρησε πώς ετόλμησα να αψηφήσω τους κινδύνους του επιχειρήματος και με παρεκίνησε να παραιτηθώ αυτού και να επιστρέψω όθεν ήλθα, ανύψωσε δε τους ώμους μειδιών, ότε απεκρίθην ότι η απόφασίς μου είναι σταθερά και δεν δύναμαι να μεταβάλω γνώμην. Ηγέρθην και τον απεχαιρέτησα. Μου έδωκε την ευχήν του, με ησπάσθη και με ωδήγησεν εις την θύραν.

Ιδού ότι μόλις σχεδόν ως αστεϊσμόν είχεν εκφέρει την ευχήν, να έπιπτεν η παιδίσκη μέσα στο πηγάδι, και ιδού έγεινεν! Μετά μίαν στιγμήν, έλαβεν απόφασιν να έλθη μέχρι του στομίου του φρέατος, να κύψη και να ιδή εις το βάθος. Είδε την αγωνίαν της μικράς κόρης, ασπαιρούσης μέσα εις το νερόν, είπε καθ' εαυτήν ότι, και αν ήθελε, δεν θα ηδύνατο να την σώση.